του π. Ηλία Μάκου
Κατά την έναρξη του Τριωδίου, την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος ιερούργησε στον καθεδρικό ναό Τιράνων
“Ανάσταση”.
Προς το τέλος της Θείας Λειτουργίας και ερμηνεύοντας το αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας, τόνισε μεταξύ άλλων:
“Θα ήθελα να υπενθυμίσω μια φράση του Αποστόλου, που είναι πολύ σημαντική για όλους μας: “Πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζειν εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται”
Αυτό δεν ίσχυε μόνο τις πρώτες φάσεις της ιστορίας του Χριστιανισμού, συνεχίζει να έχει ισχύ σε όλες τις εποχές.
Πονηροί άνθρωποι και γόητες υπάρχουν πάντοτε, οι οποίοι θα παίρνουν διάφορες πρωτοβουλίες για να υβρίζουν τους πιστούς, να τους συκοφαντούν, να τους κατηγορούν με διάφορους τρόπους. Πλανώντες και πλανώμενοι, όπως λέει ο Απόστολος”.
Και πρόσθεσε: “Και θα έλεγα εγώ ακόμη μια πρωτοτυπία, που έχουμε στην εποχή μας, πολλοί να ζουν τελωνικώς και να καυχώνται φαρισαϊκώς. Αυτοί, που έχουν υπερηφάνεια λένε ότι εμείς δεν είμαστε σαν και αυτούς, που είναι ευσεβείς, που πηγαίνουν στην Εκκλησία, εμείς έχουμε ελεύθερο μυαλό, ιδέες πολύ μοντέρνες”.
Ακόμη επεσήμανε: “Θα παρακαλέσω να συμφιλιωθούμε με τη μεγάλη αλήθεια ότι οι “πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζειν εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται”. Και να μην απορούμε με τις διάφορες διώξεις, που παρακολουθούμε, τις συκοφαντίες, τις ύβρεις. Αυτό μας δίνει μια μεγάλη άνεση και ελευθερία. Αν θέλετε μας καλλιεργεί λίγο πιο βαθιά την ταπεινοφροσύνη. Και την πίστη μας για να μας αρκεί ο Θεός και μόνο”.
“Όχι λοιπόν ανησυχίες και ταραχές, αλλά ειρήνη και χαρά, όταν αντιμετωπίζουμε δυσκολίες και ποικίλες διώξεις για το όνομα του Χριστού”.
Στ’ αλήθεια ο λόγος του Μακαριώτατου είναι πάντοτε επίκαιρος και εύστοχος και μας δείχνει το δρόμο του Θεού, απέναντι στο δρόμο του φαρισαϊσμού.
Και είναι μια πρόσκληση, πάντοτε, αλλά ιδιαίτερα κατά την περίοδο του Τριωδίου, να βελτιωθεί η ζωή μας μας ποιοτικά, έστω και αν υποφέρουμε και δοκιμαζόμαστε και καταδιωκόμαστε για το όνομα του Χριστού.
Κάτι που αποτελεί και τον κεντρικό πυρήνα του ιεραποστολικού αγώνα του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου.
Και να αποκτήσει ωραία γνωρίσματα. Τη συναίσθηση της παρουσίας του Θεού, τη βαθιά ευλάβεια και τη μετάνοια.
Δεν είναι τυχαίο, που στην αρχή του Τριωδίου η Εκκλησία μάς θέτει υπ’ όψιν τους δύο εκείνους τύπους των ανθρώπων, το Φαρισαίο και τον Τελώνη, που πήγαν στο ναό να προσευχηθούν.
Δύο άνθρωποι διαφορετικοί μεταξύ τους κατά τη στάση και το περιεχόμενο της προσευχής τους, κατά τα λόγια και τους τρόπους τους, κατά το φρόνημα και τη συνείδησή τους.
Ο ένας βγήκε ζημιωμένος. Εκείνος ακριβώς, που νόμιζε πως είχε μονοπώλιο την ευσέβεια και την αρετή.
Ο άλλος κέρδισε από την προσευχή ότι ποθούσε η ψυχή του, τη συγχὠρηση για ό,τι είχε κάνει, γιατί είχε πολύ πονέσει, γι’ αυτό και βασίζονταν μόνο στη φιλανθρωπία του Θεού.
Ακούει και τους αμαρτωλούς ο Κύριος. Ναι, τους ακούει, τότε, που του Ζητούν με πόνο να τους απαλλάξει από την αμαρτία. Τους χαρίζει την αληθινή χαρά.