«Στα συλλαλητήρια εκφράστηκε η άποψη του κόσμου από μια μεγάλη μερίδα της κοινωνίας, δεν ήταν όλοι εθνικιστές, εκεί όμως υπήρξε ένας σκληρός δεξιός πυρήνας, όπου βρίσκονταν και πολλοί ιεράρχες που παρέσυραν και τον Αρχιεπίσκοπο», υπογράμμισε ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Φίλης, κάνοντας λόγο για «χομεϊνισμό πολλών ιεραρχών της Εκκλησίας της Ελλάδας».
Απαντώντας σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων της πρωινής εκπομπής του ΑΝΤ1 για την πιθανότητα παρά όσα έχει πει ο Πάνος Καμμένος να στηρίξει τη συμφωνία για το Σκοπιανό, ο Νίκος Φίλης απάντησε: «δεν πρέπει να προκαταλάβουμε τις πολιτικές εξελίξεις, ο κ. Καμμένος έχει ένα πολιτικό ένστικτο και το μείζον που έχουμε μπροστά μας είναι η πολιτική σταθερότητα. Όλοι πρέπει να δείξουμε μια υπεύθυνη στάση», προσθέτοντας «αυτό που λέω είναι ότι δεν θα προκαλέσει πολιτική αστάθεια και κυβερνητική κρίση ο Πάνος Καμμένος».
Ο κ. Φίλης επιτέθηκε στην Νέα Δημοκρατία, κάνοντας λόγο για διαφορετικές απόψεις στο κόμμα, σημειώνοντας ότι «οι ακροδεξιοί και οι καθαρόαιμοι δεξιοί έχουν μια αναχρονιστική, εθνικόφρονα αντίληψη», ενώ ερωτηθείς σχετικά συμπλήρωσε ότι αυτοί «σε μεγάλο βαθμό έχουν σχέση με τις αντιλήψεις στο κόμμα των ΑΝΕΛ, όμως είναι άλλο πράγμα να έχεις ένα κόμμα όπως η ΝΔ, με πολλά κεφάλια που δεν μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους, άλλο να έχεις έναν κυβερνητικό εταίρο που έχει την άποψη του».
Για τον αλυτρωτισμό είπε:
«Οι αλυτρωτικές διαθέσεις είχαν αρχίσει να μειώνονται μετά από την ενδιάμεση συμφωνία και τώρα θα μειωθούν ακόμη περισσότερο», ανέφερε, σημειώνοντας ότι «αλυτρωτισμός σημαίνει ότι κάποιος απειλεί τα σύνορα, κάτι που δεν υπάρχει καθώς τα σύνορα είναι διασφαλισμένα βάσει Διεθνών Συνθηκών», προσθέτοντας ότι κυβερνητικός στόχος είναι να αποτρέψουν το ενδεχόμενο να γίνει «παίγνιο» στα χέρια της Τουρκίας ή άλλων δυνάμεων η πΓΔΜ.
Για το πολυνομοσχέδιο
Παρά την σκληρή κριτική του για όσα μέτρα περιλαμβάνονται στο πολυνομοσχέδιο, είπε ότι θα το υπερψηφίσει για λόγους πολιτικής σταθερότητας, υποστηρίζοντας ότι μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη ευελιξία από την κυβέρνηση στο ζήτημα της οικονομίας από το φθινόπωρο, μετά το τέλος της εποχής των μνημονίων.