You are currently viewing «Λ’ Παύλεια» | Ξεκίνησε στη Νάουσα το Υμνογραφικό Συνέδριο προς τιμήν του Οσίου Γερασίμου του Υμνογράφου.

«Λ’ Παύλεια» | Ξεκίνησε στη Νάουσα το Υμνογραφικό Συνέδριο προς τιμήν του Οσίου Γερασίμου του Υμνογράφου.

  • Reading time:2 mins read

Το απόγευμα της Παρασκευής, 7ης Ιουνίου, στο Μητροπολιτικό Κέντρο Πολιτισμού «ΠΑΝΤΑΝΑΣΣΑ» στη Νάουσα έλαβε χώρα το πρώτο μέρος του Υμνογραφικού Συνεδρίου, το οποίο διοργανώνει η Αποστολική Μητρόπολη της Βεροίας στο πλαίσιο των εκδηλώσεων των «Λ΄ Παυλείων» προς τιμήν του Οσίου Γερασίμου του Υμνογράφου.

Στην αρχή βυζαντινός χορός έψαλλε επίκαιρους ύμνους και εν συνεχεία ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Σκήτης Βεροίας Αρχιμ. Πορφύριος Μπατσαράς καλωσόρισε τους εκλεκτούς προσκεκλημένους – υμνογράφους, κληρικούς, μοναχούς, ιεροψάλτες και λαϊκούς που προσήλθαν από όλη σχεδόν την Ελλάδα, αλλά και από το εξωτερικό.

Ακολούθως τον λόγο έλαβε ο Ποιμενάρχης μας, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ο οποίος κήρυξε την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου και ευχήθηκε ο Όσιος Γεράσιμος ο Υμνογράφος να ευλογήσει τις εργασίες του πρώτου Υμνογραφικού συνεδρίου.

Κατά την πρώτη συνεδρία προήδρευσε ο Διευθυντής του Ωδείου της Ιεράς μας Μητροπόλεως κ. Γεώργιος Ορδουλίδης, Άρχων Μαΐστωρ της Μ.τ.Χ.Ε. και εισηγήσεις ανέπτυξαν ο κ. Δημοσθένης Κακλαμάνος, αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας και Χριστιανικού Πολιτισμού του Α.Π.Θ. με θέμα: «Σταθμοί στη Βυζαντινή Υμνογραφία» και ο κ. Εμμανουήλ Γιαννόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος Μουσικών Σπουδών του Α.Π.Θ. με θέμα: «Θεολογική παιδαγωγία και αγιαστική αλλοίωση της λειτουργικής ποίησης και μελωδίας».

Κατά τη δεύτερη συνεδρία (στρογγυλή τράπεζα) προήδρευσε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κίτρους, Κατερίνης και Πλαταμώνος κ. Γεώργιος, ο οποίος έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή για το υμνογραφικό έργο του Οσίου Γερασίμου, ενώ ομίλησαν ο υμνογράφος κ. Φώτιος Τζελέπης, Δρ. Θεολογίας – λειτουργιολόγος, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Οι εκκλησιαστικές διαστάσεις της υμνογραφίας», ο υμνογράφος Δρ. κ. Χαράλαμπος Μπούσιας, ο οποίος μίλησε με θέμα: «Η γλώσσα της υμνογραφίας», ο υμνογράφος Πρωτοπρ. του Οικ. Θρόνου Στυλιανός Μακρής, Δρ. Θεολογίας – Αρχιερατικός Επίτροπος Βεροίας, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Το δόγμα στην υμνογραφία», ο Πρωτοπρ. Ιωσήφ Παλιούρας, Διευθυντής της σχολής Βυζαντινής Μουσικής της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Θυατείρων, ο οποίος μίλησε με θέμα: «Η βυζαντινή μουσική στη διασπορά», ο υμνογράφος Ιερομ. Εφραίμ της Ιεράς Μονής Αγίου Διονυσίου Ολύμπου, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Τυπική διάταξη των ακολουθιών: ελευθερία ή δέσμευση;» και ο υμνογράφος Αρχιμ. Οικ. Θρόνου Χρυσόστομος Παπαδάκης, Ιεροκήρυκας της Ιεράς μας Μητροπόλεως.

Μετά το πέρας των εισηγήσεων ακολούθησε γόνιμος διάλογος, ενώ το πρώτο υμνογραφικό συνέδριο πρόκειται να ολοκληρωθεί το πρωί του Σαββάτου στο Πανελλήνιο Ιερό Προσκύνημα της Παναγίας Σουμελά Βερμίου, όπου θα συμμετάσχουν 250 Μοναχοί και Μοναχές.

Οι εργασίες του συνεδρίου μεταδόθηκαν απευθείας από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Ιεράς μας Μητροπόλεως «Παύλειος Λόγος, 90.2 FM» και μαγνητοσκοπήθηκαν από τον Εκκλησιαστικό Σταθμό «4Ε» με σκοπό να προβληθούν προσεχώς.

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων κηρύττοντας την έναρξη των εργασιών του υμνογραφικού συνεδρίου, ανέφερε μεταξύ άλλων: Ἡ Ἱερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας τιμᾶ καί φέτος τόν μέγα καί πρωτοκορυ­φαῖο ἀπόστολο Παῦλο, τόν δικό της ἀπόστολο. Τόν τιμᾶ ἀφιερώνο­ντάς του γιά τριακοστή φορά τά «Παύλεια», τόν κύκλο τῶν ἐπιστη­μονικῶν, θεολογικῶν, καλλιτεχνι­κῶν καί λατρευτικῶν ἐκδηλώ­σεων πού καθιέρωσε πρίν ἀπό 30 χρόνια γιά νά τιμήσει τόν «κλητό» ἀπόστολο τοῦ Χριστοῦ καί ἀπόστο­λο τῶν Βεροιέων, πού τήν τίμησε μέ τήν ἔλευση καί τό κήρυγμά του στό Βῆμα του.

Κάθε χρόνο τά «Παύλεια» ἀναδει­κνύουν μέ τό ἰδιαίτερο θέμα τους μία ἄλλη πλευρά τοῦ μεγίστου ἀποστόλου καί ἱδρυτοῦ τῆς Ἐκκλη­σίας μας, τῆς προσωπικότητος καί τοῦ ἔργου του. Καί δέν θά μποροῦ­σε νά συμβαίνει διαφορετικά, ἐφό­σον ἔχουμε ἐνώπιόν μας καί τιμοῦμε ἕναν πολύεδρο ἀδάμαντα τῆς πίστεως καί τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος ἀκτινοβολεῖ καί φω­τίζει μέ τή λάμψη του τά πέρατα τῆς οἰκουμένης, πού διέτρεξε γιά νά σπείρει τόν σπόρο τοῦ εὐαγγε­λίου καί νά κερδίσει τούς ἀνθρώ­πους γιά τόν Χριστό.

Τό φῶς τῆς διδασκαλίας καί τῶν ἔργων τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστό­λου Παύλου, πού λάμπει «ἔμπρο­σθεν τῶν ἀνθρώπων», κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου μας, φωτίζει καί ἐμᾶς πού δοξάζουμε τόν Θεό, γιατί ὁδήγησε τά βήματά του, μέσω τοῦ ὁράματος τοῦ Μακεδόνος ἀνδρός στήν Τρωάδα, στή Μακεδονία καί τή Βέροια. Δοξάζουμε τόν Θεό «λαλοῦντες ἑαυτοῖς ψαλμοῖς καί ὕμνοις καί ᾠδαῖς πνευματικαῖς», κατά τήν προτροπή τοῦ ἀποστόλου Παύλου.

Αὐτή τήν προτροπή ἀκολουθεῖ εἴκοσι αἰῶνες τώρα καί ἡ Ἐκκλη­σία μας, στή λειτουργική της ζωή, στήν ὁποία εἶναι ἀφιερωμένα τά φετινά τριακοστά Παύλεια. Δέν ἦταν δυνατόν νά ἦταν διαφορε­τι­κά, ἐφόσον ἡ λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας συνδέεται ἄμεσα μέ τόν πρωτοκορυφαῖο ἀπόστολο Παῦλο. Ἡ λειτουργική ζωή εἶναι ἡ συνύπαρξη τοῦ πιστοῦ μέ τόν Χρι­στό καί ἡ ἕνωση μαζί του. Εἶναι δηλαδή αὐτό τό ὁποῖο τόσο χαρα­κτηριστικά ἐκφράζει ὁ ἀπόστολος, ὅταν γράφει: «ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός».

Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος συναντᾶ τόν Χριστό καί ἑνώνεται μαζί του, τότε ἐκφράζει αὐτή τήν πνευμα­τική ἀγαλλίαση καί εὐφροσύνη πού αἰσθάνεται καί βιώνει ψάλλο­ντας «ᾠδήν τῷ ἠγαπημένῳ».

Αὐτή ἡ ἔκφραση ἀποτελεῖ τόν ὑμνογραφικό πλοῦτο τῆς Ἐκκλη­σίας μας, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ ἀναπό­σπαστο τμῆμα τῆς λειτουργικῆς ζωῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὁ ὑμνογράφος ἐργάζεται μέ τή χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο ἐνεργεῖ στήν ψυχή του καί κινεῖ τή γλώσσα καί τό χέρι του, ὥστε νά ὑμνεῖ τόν Θεό, τήν Πα­ναγία καί τούς ἁγίους, ἀλλά καί νά ἐκφράζει τίς ἀλήθειες τῆς πίστεως «πρός οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ», δηλαδή τῶν πιστῶν.

Παράλληλα ὅμως ὁ ὑμνογράφος ἐργάζεται καί τόν προσωπικό του ἀγώνα γιά τήν ἐπίτευξη τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ὥστε νά μπορεῖ ἡ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος νά λειτουργεῖ στήν ψυχή καί τόν νοῦ του, προκειμένου νά παρακινεῖ μέ τούς ὕμνους του στήν ἐν Χριστῷ ζωή καί ὅσους ἀκοῦν ἤ ψάλλουν τούς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας.

Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἡ Ὑμνογραφία ἀποτελεῖ δωρεά τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί συγχρόνως τόν ἀνεκτίμητο πλοῦτο τῆς Ἐκ­κλη­σίας μας. Καμία ἄλλη θρη­σκεία, πίστη ἤ ὁμολογία δέν ἔχει τόσο μεγάλο ἀριιθμό ὕμνων, ἀνα­ρίθμητο θά μποροῦσα νά πῶ, ὅσον ἔχει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Εἶναι ἀναμφίβολα δῶρο τοῦ Θεοῦ αὐτός ὁ ὑμνογραφικός πλοῦτος, αὐτός ὁ μεγάλος ἀριθμός ὑμνογράφων, γιά τούς ὁποίους σεμνύνεται ἡ Ἐκκλη­σία μας. Εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ οἱ ὕμνοι, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνον τέρπουν καί ἀναπαύουν τήν ψυχή μας, ἀλλά μᾶς μεταδίδουν τίς θεμελιώ­δεις ἀρχές καί τά δόγματα τῆς πίστεως, μᾶς διδάσκουν μέ εὔλη­πτο τρόπο τήν Ἁγία Γραφή καί τούς βίους τῶν ἁγίων, μᾶς καθοδηγοῦν στόν δρόμο τῆς μετανοίας πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, μᾶς συγκι­νοῦν καί μᾶς κατανύγουν, μᾶς ἀνυψώνουν ἀπό τά γήινα καί τά κοσμικά. Γι᾽αὐτό καί αἶνος καί δοξολογία, ὁμολογία πίστεως καί δογματικές ἀλήθειες, πρότυπα μετα­νοίας καί ἀναφορές στίς οὐρά­νιες ἐμπειρίες, ἔκφραση αἰτημά­των ἀλλά καί ἐλπίδος καί προσδο­κίας τῆς αἰωνίου ζωῆς, συμπλέκο­νται ἁρμονικά καί συνυπάρχουν μέσα στούς ὕμνους, ἀποτελώντας μία ἀδιάσπαστη καί τέλεια ἑνό­τη­τα.

Δέν εἶναι ὅμως μόνο τά θεόπνευ­στα λόγια τῶν ὕμνων, δέν εἶναι μόνο οἱ ἀπαράμιλλες μεταφορές, πού χρησιμοποιοῦν οἱ ἱεροί ὑμνο­γράφοι γιά νά μᾶς μεταφέρουν «ἐν ἐσόπτρῳ καί αἰνίγματι» τά θαυμα­στά πού βλέπουν μέ τά δικά τους καθαρά μάτια, καί τά ἄρρητα ρή­μα­τα τοῦ Παρακλήτου πού ἀκοῦν μέ τά χοϊκά αὐτιά τους, πού τά ἔχουν κλειστά στούς ψιθυρισμούς τοῦ πονηροῦ. Εἶναι καί οἱ μελωδίες πού συνοδεύουν αὐτούς τούς θεσπέ­σιους ὕμνους, γιατί ἡ ὑμνο­γραφία εἶναι ταυτόχρονα λόγος καί μέλος. Ἄλλωστε μεγάλοι ὑμνο­γράφοι τῆς Ἐκκλησίας μας δέν ἦταν μόνο ποιητές ἀλλά καί μελωδοί, οἱ ὁποῖοι συνέθεσαν, ἐκτός ἀπό τούς ὑπέροχους ὕμνους, καί τίς κατανυκτικές ἀλλά καί τίς πανηγυρικές μελωδίες τους, ἐπά­νω στίς ὁποῖες στηρίχθηκαν καί οἱ μεταγενέστεροι ὑμνογράφοι.

Λόγος καί μέλος δέν λειτουργοῦν ἀνεξάρτητα τό ἕνα ἀπό τό ἄλλο, ἀλλά λειτουργοῦν ὡς ὅλον, ἀκόμη καί ὅταν ὁ ὑμνογράφος συνθέτει τούς ὕμνους του χρησιμοποιώντας παλαιότερα μουσικά πρότυπα, διότι καί αὐτός ἐντάσσει μέ ταπεί­νω­ση τό ἔργο του, τήν ποίησή του, στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου τά πάντα ὑπηρετοῦν ἕνα σκο­πό, τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, καί ὅπου «τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός», κατά τόν πρωτοκορυ­φαῖο ἀπόστολο Παῦλο.

Μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ ὑμνογραφία ἀναφέρεται καί στόν νοῦ καί στήν ψυχή τοῦ πιστοῦ πού τήν ἀκούει, καί ἔχει τή δύναμη νά τόν ἀλλοιώ­σει καί νά τόν ἀνακαινίσει «ὁλοτε­λῶς», μέ τή χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ καί διά τῆς ὑμνογραφίας πρός σωτηρία τοῦ προσευχομένου πιστοῦ, ἀνα­λό­γως πρός τή δεκτικότητά του, ὅπως ἀλλοιώνει καί τήν ψυχή τοῦ ὑμνογράφου.

Αὐτή ἡ ἀλλοίωση πού ἐνεργεῖ τό ἅγιο Πνεῦμα στόν ὑμνογράφο, ὅταν ἀπομονωμένος στό ταμιεῖο του συνθέτει τούς ὕμνους, γινόταν ὁρατή σέ πολλούς, μοναχούς ἀλλά καί λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι συναντοῦ­σαν τόν νέο ὅσιο τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν ὅσιο Γεράσιμο τόν Ὑμνο­γρά­φο, τόν Μικραγιαννανίτη, ὅταν εἶχε ὁλοκληρώσει κάποια Ἀκο­λουθία πού συνέτασσε.

Ἡ ἁγιοκατάταξη τοῦ ὁσίου Γερα­σίμου τόν περασμένο χρόνο ὑπῆρ­ξε ἡ ἀφορμή γιά νά ἀφιερώσουμε τό Ὑμνογραφικό Συνέδριο τῶν φετινῶν Λ´ Παυλείων στήν ἱερή μορφή τοῦ συγχρόνου αὐτοῦ ὑμνο­γράφου, ὁ ὁποῖος μέ τή χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἀλλά καί μέ τή δική του ἔμπονη προσπάθεια ἀξιώθηκε ὄχι μόνο νά λάβει τό χάρισμα τῆς ὑμνογραφίας ἀπό τή νεανική του σχεδόν ἡλικία, ἀπό τά πρῶτα χρόνια τῆς μοναχικῆς του ζωῆς, ἀλλά καί νά φθάσει στά μέτρα τῶν μεγάλων βυζαντινῶν ὑμνογράφων.

Μαρτυροῦν, λοιπόν, πολλοί, οἱ ὁποῖοι ἔτυχε νά συναντήσουν τόν ὅσιο Γεράσιμο μετά τήν ὁλοκλή­ρω­ση κάποιας Ἀκολουθίας ὅτι τό πρό­σωπό του ἔλαμπε, καί ἡ ὄψη του ἦταν ἐντελῶς διαφορετική ἀπό ὅ,τι ἦταν συνήθως, σάν νά ἔβλεπε κάτι ἄλλο, σάν νά κατήρχετο ἀπό τό Θαβώρειο ὄρος. Καί αὐτή τήν ἔνθεη ἀλλαγή καί τήν ἀλλοίωση τοῦ Παναγίου Πνεύματος ζοῦσε ὁ ὅσιος, ὁ ὁποῖος ὁμολογοῦσε μερι­κές φορές, ὄχι γιά νά καυχηθεῖ, ἀλλά ἀπό ταπείνωση, γιά νά μήν καρπωθεῖ τόν ἔπαινο τῶν ἀνθρώ­πων γιά τό ἔργο του, ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα κινοῦσε τό χέρι του, γι᾽ αὐτό καί δέν ἔκανε ποτέ λάθη καί δέν διόρθωνε τίποτε ἀπό ὅσα ἔγρα­φε.

Ὅλα αὐτά ἀποδεικνύουν πόσο μεγάλος πλοῦτος εἶναι ἡ ὑμνογρα­φία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά καί πόσο μεγάλο πλοῦτο καλούμεθα, ἱερεῖς καί ἱεροψάλτες, νά διαχειρι­σθοῦμε. Δέν πρέπει νά τόν ἀντιμε­τω­πί­ζουμε ὡς ἕνα μουσειακό εἶδος, τό ὁποῖο μπορεῖ καί νά μήν κατα­νο­οῦμε, ἀλλά ὡς ἕνα ζωντανό θησαυρό, ὡς μία δωρεά τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ὡς μία ἱερή παρακα­τα­θήκη, τήν ὁποία καλούμεθα νά χρη­σιμοποιοῦμε μέ συναίσθηση τῆς ἀξίας καί τοῦ ρόλου της, μέ προσοχή καί προσευχή, μέ ταπεί­νω­ση καί μέ τή διάθεση νά συμ­βάλουμε καί ἐμεῖς στό μέτρο τῶν δυνάμεών μας στήν ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ, τόν ὁποῖο ὑπηρετεῖ ἡ Ὑμνογραφία στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, καί δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τή σωτηρία τῶν ἀνθρώ­πων.

Γιά ὅλους ἐμᾶς, κληρικούς καί ἱεροψάλτες, πού ψάλλουμε ἤ καί διαβάζουμε αὐτούς τούς θεσπέσι­ους ὕμνους, ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ Κυρίου πρός τούς μαθητές του, τόν ὁποῖο ἀκούσαμε τήν περασμένη Κυριακή στό εὐαγγελικό ἀνάγνω­σμα.

Τί λέγει ὁ Χριστός; «Ἄλλοι κεκο­πιάκασι καί ὑμεῖς εἰς τόν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε». Ἄλλοι κο­πία­σαν, τούς λέγει, καί σεῖς εἰσήλ­θατε στόν κόπο τους, εἰσήλθατε σέ αὐτά πού οἱ προηγούμενοι ἐπέτυ­χαν καί ἔκαναν.

Αὐτό ἀκριβῶς κάνουμε καί ἐμεῖς. Ἔχουμε αὐτόν τόν θησαυρό τῶν ὕμνων τῆς Ἐκκλησίας μας στή διάθεσή μας, γιά τόν ὁποῖο ἑκατο­ντά­δες ὑμνογράφοι ἀνά τούς αἰῶ­νες ἐργάσθηκαν, ἐκοπίασαν, προ­σευ­χήθηκαν, ἀλλά καί ἔγιναν ὄρ­γανα τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί σάλπιγγες εὔηχοι, γιά νά συμβά­λουν στή σωτηρία μας.

Ἄς σκεφτόμαστε, λοιπόν, κάθε φορά, πρίν νά ἀνεβοῦμε στό ἱερό ἀναλόγιο, πρίν νά ψάλουμε ἕναν ὕμνο, πῶς τόν ψάλλουμε, πῶς πρέ­πει νά τόν ψάλλουμε. Ἐάν ἔχου­με πίστη καί φόβο Θεοῦ, ὅπως πρέπει νά ἔχουμε γιά νά ἐπιτελοῦμε αὐτή τή διακονία, τότε θά πρέπει νά ψάλλουμε καί ἀνάλογα. Ὄχι μέ διάθεση νά ἐπιδειχθοῦμε καί νά ἐπιδείξουμε τίς μουσικές μας γνώ­σεις καί τίς φωνητικές μας ἱκανό­τητες, ἀλλά οὔτε καί μέ βιασύνη ἤ ἀδιαφορία, μέ ἀποτέλεσμα οἱ ἀδελ­φοί μας νά μήν κατανοοῦν ὅσα ψάλλουμε καί νά μήν ὠφελοῦνται. Γιά ὅλα ὑπάρχει μέτρο, ὑπάρχει ὁ σωστός χρόνος καί τρόπος τῆς ψαλμωδίας, πού δέν κουράζει τούς ἀνθρώπους, ἀλλά ἀντίθετα τούς βοηθᾶ νά προσευχηθοῦν καί νά ὠφεληθοῦν ἀπό τή συμμετοχή τους στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκ­κλησίας μας.

Καί ἄς φροντίζουμε ἀκόμη νά προετοιμαζόμαστε κατάλληλα, πρίν νά ψάλλουμε, ὥστε νά γνωρί­ζου­με τί ψάλλουμε καί τί διαβά­ζουμε, γιά νά μήν κάνουμε λάθη εἴτε στά λόγια καί τή μουσική τῶν ὕμνων εἴτε στό Τυπικό τῆς Ἐκκλη­σίας μας.

Ὅλα αὐτά εἶναι θέματα σημα­ντι­κά, τά ὁποῖα πρέπει νά γνωρίζουμε. Καί αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τοῦ Ὑμνογραφικοῦ Συνεδρίου τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως, πού πραγ­μα­τοποιοῦμε σήμερα στό πλαίσιο τῶν Λ´ Παυλείων στό Μη­τροπολιτικό Κέντρο Πολιτισμοῦ «Παντάνασσα», τό ὁποῖο ἀποτελεῖ καί τήν ἕδρα τῆς Σχολῆς Βυζαντι­νῆς Μουσικῆς τῆς Ἱερᾶς μας Μη­τροπόλεως.

Τά ἐνδιαφέροντα αὐτά θέματα θά πραγματευθοῦν καί οἱ σημερινοί, ἐκλεκτοί ὁμιλητές μας, τούς ὁποί­ους μέ πολλή χαρά καλωσορίζω στήν πόλη μας, στήν ἡρωική πόλη τῆς Ναούσης καί τήν Ἱερά Μη­τρό­πολή μας, καί τούς εύχαριστῶ θερμά γιά τή θετική ἀνταπόκρισή τους στήν πρόσκλησή μας.

Εὐχαριστῶ ἀπό καρδίας τούς δύο εἰσηγητές τῆς πρώτης συνεδρίας, τόν ἀναπληρωτή καθηγητή τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. κ. Δημοσθένη Κακλαμάνο καί τόν ἀνα­πληρωτή καθηγητή τοῦ Τμή­μα­τος Μουσικῶν Σπουδῶν τοῦ Α.Π.Θ. κ. Ἐμμανουήλ Γιαννόπου­λο, ἀλλά καί τούς εἰσηγητές-ὑμνογράφους, οἱ ὁποῖοι μετέχουν στή στρογγυλή τράπεζα πού θά πραγματοποιηθεῖ στή δεύτερη συνε­δρία: τόν κ. Φώτιο Τσελέπη, ὑμνογράφο, θεολόγο καί λειτουρ­γιο­λόγο, τόν κ. Χαράλαμπο Μπού­σια, διδάκτορα καί ὑμνογράφο, τόν π. Στυλιανό Μακρῆ, πρωτοπρε­σβύτερο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρό­νου, διδάκτορα τῆς Θεολογικῆς καί ὑμνογράφο, τόν πρωτοπρεσβύτερο καί Διευθυντή τῆς Σχολῆς Βυζα­ντινῆς Μουσικῆς τῆς Ἀρχιεπισκο­πῆς Θυατείρων π. Ἰωσήφ Παλιού­ρα, τόν ἱερομόναχο Ἐφραίμ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἁγίου Διονυσίου τοῦ ἐν Ὀλύμπῳ, ὑμνογράφο, καί τόν π. Χρυσόστομο Παπαδάκη, ἀρχιμανδρίτη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, Ἱεροκήρυκα τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως καί ὑμνογράφο.

Τελευταῖον ἄφησα τόν Σεβασμιώ­τατο Μητροπολίτη Κίτρους, Κατε­ρί­νης καί Πλαταμῶνος κ. Γεώργιο, ἀναπληρωτή καθηγητή τῆς Θεο­λο­γικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ., ὁ ὁποῖος θά συντονίσει τή συζήτηση τῆς στρογγυλῆς τραπέζης, τόν ὁποῖο εὐχαριστῶ θερμότατα.

Εὐχαριστῶ ἀκόμη ἀπό καρδίας καί τόν Σεβασμιώτατο Μητροπο­λίτη Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου κ. Πρόδρομο, ὁ ὁποῖος τιμᾶ μέ τήν παρουσία του τό Συνέδριό μας καί τόν πρωτοκορυφαῖο ἀπόστολο Παῦ­λο.

Εὐχαριστῶ καί ὅλους τούς παρι­σταμένους ἱερεῖς καί ἱεροψάλ­τες πού συμμετέχουν στό Ὑμνο­γρα­φικό Συνέδριο τῆς Ἱερᾶς μας Μη­τρο­πόλεως πρός τιμήν τοῦ ἱδρυ­­τοῦ τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλη­σίας, μεγί­στου άποστόλου Παύλου, ἀλλά καί τοῦ ὁσίου Γερασίμου τοῦ Ὑμνο­γράφου.

Μέ αὐτές τίς ταπεινές σκέψεις κηρύσσω τήν ἔναρξη τοῦ Ὑμνογραφικοῦ Συνεδρίου.

ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ