«Φεύγει η Μητέρα του Κυρίου μας από τόν κόσμο αυτόν, αλλά δέν τόν ἐγκαταλείπει»
Εὐλαβέστατοι κληρικοί καί Χριστιανοί μου Ἀγαπητοί,
Μέσα στήν ὄμορφη καλοκαιρινή ἀτμόσφαιρα ὁ Δεκαπενταύγουστος μέ τίς λειτουργίες, τίς ἱερές παρακλήσεις, τή νηστεία καί τήν κατάνυξη μᾶς προετοιμάζει νά γιορτάσουμε τό μικρό Πάσχα του Καλοκαιριοῦ. Νά πανηγυρίσουμε, δηλαδή, τήν Κοίμηση καί τήν ἔνδοξη στούς οὐρανούς Μετάσταση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Τό γεγονός αὐτό δέ μοιάζει καθόλου μέ ὅσα συμβαίνουν στήν κοίμηση τῶν ἀνθρώπων. Δέν ταιριάζουν δάκρυα, θλίψεις καί πένθη. Πανηγυρίζουμε ἕναν θάνατο, τόν θάνατο τῆς Παναγίας μας, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ δόξα καί τό μεγαλεῖο της. Γιορτάζουμε τήν κοίμηση τοῦ προσώπου τῆς Θεομήτορος, τοῦ μοναδικοῦ πλάσματος μέσα σέ ὅλη τήν κτίση πού ἔφθασε στήν πληρότητα τοῦ σκοποῦ τῆς Δημιουργίας, στήν πληρέστερη δυνατή ἑνότητα μέ τόν Θεό, στήν πληρέστερη πραγμάτωση τῶν δυνατοτήτων τῆς ζωῆς. Πλέον ἡ ἁγία της ψυχή βρίσκεται στά χέρια τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ της.
Στά δικά της ἀνθρώπινα χέρια κράτησε τόν Χριστό στή σάρκωση, τότε πού ἦταν ἀδύναμο βρέφος καί νήπιο καί Τοῦ προσέφερε τίς μητρικές ἐξυπηρετήσεις μέ ὅλη της τήν καρδιά. Στά δικά Του παντοδύναμα χέρια παραδίδει τήν ἁγία ψυχή της, «ἡ μόνη ἄμωμος ἐν γυναιξί καί καλή», «ἡ τιμιωτέρα τῶν Χερουβίμ καί ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ», γιά νά τιμηθεῖ στή λαμπρότητα τῆς αἰώνιας Βασιλείας Του.
Ἕνα τροπάριο τῆς ἑορτῆς λέει χαρακτηριστικά: «Ἐξίσταντο ἀγγέλων αἱ δυνάμεις ἐν τῇ Σιών σκοπούμεναι τόν οἰκεῖον Δεσπότην, γυναικείαν ψυχήν χειριζόμενον». Ἔμειναν, δηλαδή, κατάπληκτες οἱ Δυνάμεις τῶν ἐπουρανίων ἀγγέλων βλέποντας στά χέρια τοῦ Δεσπότη τους καί παντοκράτορα Θεοῦ τήν ψυχή μιᾶς γυναίκας, τήν ὁποία ἔβαλε στήν ἀγκαλιά του καί τήν ἀνέβασε στόν οὐρανό μέ δόξα.
Φεύγει ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου μας ἀπό τόν κόσμο αὐτόν, ἀλλά δέν τόν ἐγκαταλείπει. Ἐκεί στόν οὐρανό, κοντά στόν Υἱό της πρεσβεύει καί παρακαλεῖ γιά τούς πιστούς πού ἀγαποῦν τόν Σωτῆρα Κύριό μας καί τήν τιμοῦν ἐπαξίως. Παράλληλα, οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοί ἀπευθύνονται στόν Υἱό Της καί Σωτῆρα τοῦ κόσμου καί παρακαλοῦν θερμά «ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ, σῶσον ἡμᾶς».
Ἡ γιορτή, λοιπόν, τῆς ἔνδοξης Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου εἶναι μέρα χαρᾶς καί ἀνάστασης, νίκης καί θριάμβου τῆς ἀνθρώπινης φύσης κατά τοῦ θανάτου. Ὁ θάνατος τῆς Παναγίας μας ἔγινε «διαβατήριον ζωῆς» καί «κλίμαξ πρός οὐρανόν». Μέ τήν Κοίμησή της ἔγινε μητέρα τῆς ζωῆς, ἀρχή τῆς ἀφθαρσίας. Νίκησε ὅπως ὁ Κύριός μας τόν θάνατο. Γι΄αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας προσκυνᾶ τήν ἄχραντη εἰκόνα της καί ψάλλει μέ ἀναστάσιμη χαρά «Κεχαριτωμένη, χαῖρε, μετά Σοῦ ὁ Κύριος». Ὅλες οἱ γενιές τῶν ἀνθρώπων σέ δοξολογοῦμε καί σέ εὐγνωμονοῦμε, Ἐσένα πού εἶσαι Μητέρα τοῦ Φωτός καί τῆς Ζωῆς.
Νά ἐπικαλούμαστε, ἀδελφοί μου, τήν Παναγία μας καί νά τήν τιμοῦμε. Ὅμως ταυτόχρονα νά τή μιμούμαστε στίς σκέψεις, στήν καρδιά, στά καθημερινά μας ἔργα, διότι αὐτό εἶναι ἡ μεγαλύτερη τιμή καί δόξα γιά τή θεομήτορα καί ἡ μεγαλύτερη ὠφέλεια γιά μᾶς.
Θερμός εὐχέτης Σας πρός τή Θεοτόκο
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ