Την περασμένη Κυριακή 5 Μαρτίου που ήταν η Κυριακή της Ορθοδοξίας, ο νεοεκλεγείς Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Γεώργιος επισκέφθηκε το Οικουμενικό Πατριαρχείο πραγματοποιώντας την ειρηνική του επίσκεψη κατά τα κρατούντα θέσμια και ειωθότα, όπως λέγεται στην εκκλησιαστική γλώσσα. Συλλειτούργησε με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο και τα μέλη της περί αυτόν Συνόδου, πράγμα το οποίο συνιστά φανέρωση της ενότητας των δύο Εκκλησιών Κύπρου και Κωνσταντινουπόλεως εν τη Θεία Ευχαριστία.
Την ίδια μέρα, ο Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφάνιος πραγματοποίησε τη δική του ειρηνική επίσκεψη στο Δευτερόθρονο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, συλλειτούργησε με τον Πατριάρχη Θεόδωρο και την περί αυτόν Σύνοδο και κατεδείχθη Ευχαριστιακώς η ενότητα της Εκκλησίας Αλεξανδρείας με την Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας.
Αμφότερες οι επισκέψεις και οι συλλειτουργίες συνιστούν γεγονότα μείζονος εκκλησιαστικής σημασίας, όχι απλώς συμβολικώς αλλά και οντολογικώς, διότι εκείνο το οποίο συνιστά την Χριστοκεντρικότητα της Εκκλησίας είναι το χάρισμα της αλήθειας και της ενότητάς της και η μετοχή και συμμετοχή στο Πασχάλιο Δείπνο του Χριστού και εν τω κοινώ Ποτηρίω.
Ολα αυτά καλά και ευλογημένα και σύμφωνα με τα εκκλησιολογικά και κανονικά θέσμια της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, πλην όμως οφείλουμε να παραδεχθούμε πως εξακολουθεί να διέπει τις σχέσεις των Ορθόδοξων Εκκλησιών ένα πνεύμα και καθεστώς διαιρετικό αναφορικά με το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο, το οποίο έχει δημιουργήσει ένα υπενάντιο «τόξο» απομόνωσης του Οικουμενικού Πατριαρχείου δυστυχώς. Εκτός από τις τρεις Ελληνόφωνες Εκκλησίες της Ελλάδος, της Κύπρου και της Αλεξάνδρειας, οι υπόλοιπες κατά τόπους Σλαβόφωνες Εκκλησίες αλλά και δύο Ελληνόφωνες της Αλβανίας και των Ιεροσολύμων κρατούν στάση «αναμονής» αναφορικά με την αναγνώριση του Ουκρανικού Αυτοκέφαλου, ενώ δεν διαφαίνεται κάποια διάθεση να εξομαλυνθεί αυτή η εναντίωση.
Βέβαια το παρήγορο και ενθαρρυντικό είναι ότι οι προαναφερθείσες «ενιστάμενες» Εκκλησίες, πλην της Ρωσίας, δεν έχουν διακόψει την Ευχαριστιακή κοινωνία και τη μνημόνευση του Οικουμενικού Πατριάρχη. Ευτυχώς διότι το αντίθετο θα ήταν όχι απλώς τραγικό, αλλά καταστροφικό για την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Δεν λανθάνουν της γνώσης μου τα παίγνια στα οποία επιδίδεται το Πατριαρχείο της Μόσχας και την επιρροή που ασκεί στις Σλαβικές Εκκλησίες με τρόπους και μέσα «εκκλησιολογικού ιμπεριαλισμού» για να μην πω γκανγκστερισμού όπως προκύπτει από την «εισβολή» στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας με τη δημιουργία εκεί Εξαρχίας. Μια κίνηση τιμωρητική επειδή ο Θεόδωρος αναγνώρισε το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο. Πρωτόγνωρες Μοσχοβίτικες συμπεριφορές άκριτου πολιτικαντισμού και χουλιγκανισμού.
Για να μη μακρηγορούμε όμως είναι εναργές ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα κατακερματισμού και διαίρεσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας, πληγή χαίνουσα η οποία χρήζει άμεσης ίασης διότι λιμός επερχόμενος αφού οι καιροί μας βοούν.
Και κάτι άλλο ακόμα, η κατάσταση θα επιδεινωθεί ακόμα πιο πολύ αν ο Βαρθολομαίος τελικά ενδώσει στις εισηγήσεις που δέχεται από μερικά μέλη της Αυλής του και χορηγήσει στα Σκόπια Αυτοκεφαλία. Μέχρι τώρα κρατά μία στάση αναμονής του είδους να περιμένουμε να δούμε πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα, δεν βιαζόμαστε. Αν τελικά προβεί σε χορήγηση Αυτοκεφαλίας στα Σκόπια θα σημάνει και την περαιτέρω διεύρυνση της διαίρεσης στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά και την επιπλέον αμαύρωση της υστεροφημίας του έπειτα από μία τριακονταετή ευκλεή γενικώς Πατριαρχία, κι είναι κρίμα. Αλήθεια τί Ορθόδοξη Εκκλησία θέλει να αφήσει πίσω του;
Να πούμε και τούτο: Πέρα από το δημιουργηθέν γενικό κλίμα ανά την Ορθοδοξία, είναι και τα καθ’ ημάς τοπικά και εσωτερικά οδυνηρά. Με την ευκαιρία της αναφοράς μας στο θέμα της υστεροφημίας να υπενθυμίσουμε ότι η παταγώδης ατελεσφορία και η ολιγότητα που αποδείχθηκε αυτά τα περασμένα τέσσερα χρόνια με τον Ελπιδοφόρο στην Αμερική, έχουν αντίκτυπο στο γόητρο του Πατριάρχη και κατ’ επέκταση δυστυχώς και στο σεπτό Κέντρο της Ορθοδοξίας.