🔺Δολοφονήθηκαν από τους Τούρκους 50.000, αιχμαλωτίσθηκαν 52.000, διέφυγαν και σώθηκαν 20.000 και επέζησαν περίπου μόνο 2000…
🔹Θεοφάνης Μαλκίδης* |> Η έκρηξη της Επανάστασης βρήκε το πολυπληθές ελληνικό στοιχείο τής Χίου να ευημερεί (123.000 έναντι 3.000 Οθωμανών Τούρκων ). Με τον στόλο τους, την ικανότητά τους στο εμπόριο και τη διπλωματία τους, οι Έλληνες της Χίου κυριαρχούσαν στον Εύξεινο Πόντο, το Αιγαίο και τη Μεσόγειο.
Στις 10 Μαρτίου 1822 ο Σάμιος Επαναστάτης Λυκούργος Λογοθέτης, με την προτροπή του Χιώτη Αντωνίου Μπουρνιά, αποβιβάστηκε στο νησί με 1.500 άνδρες και πέτυχε να συνεγείρει τους ντόπιους και ειδικότερα τους κατοίκους της υπαίθρου. Οι 3.000 Τούρκοι του νησιού πρόλαβαν να κλειστούν στο Κάστρο της πρωτεύουσας, η πολιορκία τους όμως δεν έφερε κάποιο σημαντικό αποτέλεσμα, καθώς οι άνδρες του Λογοθέτη ήταν ανεπαρκώς εξοπλισμένοι.
Μόλις έφθασε η είδηση της εξέγερσης ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ διέταξε αμέσως να φυλακιστούν όλοι οι Χιώτες της Κωνσταντινούπολης και εξήντα από αυτούς να αποκεφαλιστούν. Στη συνέχεια έδωσε την εντολή στον αντιναύαρχο Καρά-Αλή πασά να καταπλεύσει στον νησί και να τιμωρήσει παραδειγματικά τους εξεγερθέντες.
Η διαταγή του Σουλτάνου ήταν να σφάξουν βρέφη έως τριών ετών, αγόρια και άνδρες άνω των δώδεκα ετών, γυναίκες άνω των σαράντα, να αιχμαλωτίσουν κορίτσια και γυναίκες από τρία έως σαράντα ετών και αγόρια από τρία έως δώδεκα ετών !
Στις 30 Μαρτίου 1822 και μετά από ισχυρό κανονιοβολισμό, ο Καρά-Αλή αποβίβασε 7.000 άνδρες και με τη συνδρομή της τουρκικής φρουράς της Χίου κατέστειλε την εξέγερση.
“Η Σφαγή της Χίου” του Ευγένιου Ντελακρουά (“Le massacre de Chios” Eugène Delacroix 1798 – 1863)
Στη συνέχεια πυρπόλησε όλα τα περίχωρα και την πρωτεύουσα του νησιού και επιδόθηκε σε ανήκουστες σφαγές. Από τις 124.000 Ελληνίδες και Έλληνες του νησιού δολοφονήθηκαν 50.000, αιχμαλωτίσθηκαν 52.000, διέφυγαν και σώθηκαν 20.000 και επέζησαν στη Χίο μόνο 1800- 2000 !
Ο τότε τοποτηρητής της Χίου Βαχίτ πασά, αναφέρει ότι «τους μεν ηλικιωμένους επέρασαν (οι μουσουλμάνοι) γενναιότατα εν στόματι μαχαίρας, παρομοίως και τας ηλικιωμένας γραίας, την δε κινητήν περιουσίαν αυτών ελεηλάτησαν … τας δε ωραίας κόρας των και τους τρυφερούς νεανίσκους των ηχμαλώτισαν. Το αίμα έρρευσε ποταμηδόν …». Όταν ο ίδιος απέστειλε στην Κωνσταντινούπολη αναφορά για την ανακατάληψη του νησιού, απέστειλε μαζί και πέντε φορτία με κομμένα κεφάλια και δύο φορτία κομμένα αυτιά. Καταμετρώντας τους νεκρούς αναφέρει κεφάλια ιερέων, προεστών και ανταρτών 1.109, «τελειωθέντες εν στόματι μαχαίρας» 25.000, σκλαβωμένα αγόρια και κορίτσια 5.
Ο Ολλανδός διπλωμάτης στην Κωνσταντινούπολη Gaspar Testa έγραψε προς τον υπουργό του των Εξωτερικών: «Το πιο σπαρακτικό θέαμα είναι τα σκλαβωμένα γυναικόπαιδα που έφεραν από τη Χίο … Αγόρια και κορίτσια σέρνονται στους δρόμους δεμένα το ένα με το άλλο και οδηγούνται στα σκλαβοπάζαρα».
Στην εφημερίδα Courrier Francais της 10-7-1822 αναφέρεται ότι μουσουλμάνοι αγόραζαν το θύμα τους για τριάντα γρόσια και το έσφαζαν για να κερδίσουν μια θέση στον παράδεισο. Πολλές γυναίκες αυτοκτόνησαν κατά την μεταφορά και άλλες πέθαναν από απεργία πείνας για να γλυτώσουν τον εξευτελισμό.
Στην Allgemeine Zeitung δημοσιεύτηκε η είδηση ότι μικρά παιδιά κάτω των 7 ετών που ήταν ακατάλληλα για το εμπόριο δένονταν και ρίχνονταν στη θάλασσα.
Το σκηνικό του δουλεμπορίου περιγράφει και ο ιερέας της αγγλικής πρεσβείας R. Walsh αναφέροντας ότι από την 1η Μαΐου 1822 εκδόθηκαν 41.000 έγγραφα ιδιοκτησίας δούλων και ότι 5.000 πουλήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη.
Κατά την εφημερίδα της Σμύρνης Spectateur Oriental, έως την 10-5-1822 στο τελωνείο της Σμύρνης είχαν καταβληθεί δασμοί για 40.000 σκλάβους.
Τα παιδιά οδηγούνταν κατά ομάδες για εξισλαμισμό. Ο Άγγλος κληρικός Walsh γράφει ότι «μέσα σε μια μέρα έγιναν περισσότεροι προσηλυτισμοί από το Ευαγγέλιο στο Κοράνι απ’ όσοι απ’ το Κοράνιο στο Ευαγγέλιο σε έναν αιώνα».
Οι αγοραπωλησίες σταμάτησαν στις 19 Ιουνίου 1822 ύστερα από επέμβαση της αδελφής του σουλτάνου, στην οποία ανήκε η Χίος ως φέουδο.
🔺(*) Ο κ. Θ. Μαλκίδης είναι δρ Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών, μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών