Η παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Ελπιδοφόρου στα εγκαίνια του σπιτιού της Τουρκίας στην Νέα Υόρκη, κόβοντας μάλιστα την κορδέλα μαζί με τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν και τον κατοχικό ηγέτη του ψευδοκράτους Τατάρ δεν προκάλεσε μόνο την εύλογη αντίδραση των Κυπρίων και της ελληνικής ομογένειας αλλά και την δυσφορία της ελληνικής κυβέρνησης και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
Παράλληλα ανέδειξε με τον πιο εμφατικό τρόπο τα σοβαρά προβλήματα και τις δύσκολες ισορροπίες σε μία μεγάλη εκκλησιαστική Επαρχία του Οικουμενικού Θρόνου, στις οποίες εμπλέκονται πρόσωπα και θεσμοί, από το Φανάρι μέχρι και τη Μόσχα, αν και το θέμα πλέον «θεωρείται λήξαν» για την κυβέρνηση, ενώ εκτόνωση υπάρχει και από πλευράς Κύπρου, μετά τη συνάντηση χθες του Νίκου Αναστασιάδη με τον κ.Ελπιδοφόρο.
Πάντως, ακόμα και η αναδίπλωση του Αρχιεπισκόπου Ελπιδοφόρου, με την έκφραση συγνώμης προς τους Ελληνες και Κυπρίους, για το «ατόπημα» του να «νομιμοποιήσει» με την παρουσία του τον ηγέτη του ψευδοκράτους στην προσπάθειά του να εξευμενίσει την ελληνοκυπριακή πλευρά και τον Ελληνα πρωθυπουργό, περιείχε μία φράση που περισσότερο πρόβλημα δημιουργεί παρά το επιλύει. Η αναφορά του σε «έξαρση του κυπριακού τη δεκαετία του 70» αντί της εισβολής του Αττίλα και των κατοχικών στρατευμάτων στην Κύπρο, παραπέμπει στον ρεπούσειο «συνωστισμό» στην Σμύρνη το 1922, όπως παρατηρούσε χαρακτηριστικά κυβερνητικός παράγοντας.
Οι πράξεις και τα γεγονότα όμως θα πρέπει να ξέρουμε ότι εντάσσονται πάντοτε στο πλαίσιο που είναι διαμορφωμένο ως προς το καθεστώς του Οικουμενικού Πατριαρχείου , το οποίο, έχει υποχρέωση να επιδιώκει σχέσεις αλληλοσεβασμού με τις τουρκικές αρχές. Για όσους δεν γνωρίζουν το καθεστώς λειτουργίας της Αρχιεπισκοπής Αμερικής και κυρίως του Οικουμενικού Πατριαρχείου που εδρεύει στην Κωνσταντινούπολη, δηλαδή εντός του τουρκικού εδάφους, όλα αυτά βεβαίως, ηχούν πολύ παράξενα. Για τους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» όμως ήτοι στο Φανάρι, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ενταγμένα σε ένα πλαίσιο, εντός τους οποίου ενίοτε είναι υποχρεωμένοι να κινούνται οι Ιεράρχες του Οικουμενικού Θρόνου. Με απλά λόγια οι σχέσεις με το τουρκικό κράτος είναι συγκεκριμένες , από τη στιγμή που και ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής, όπως άλλωστε και ο Οικουμενικός Πατριάρχης είναι Τούρκοι πολίτες. Η ιδιότητα αυτή, είναι άλλωστε υποχρεωτική από το τουρκικό κράτος προκειμένου να εκλεγεί κάποιος Πατριάρχης και να αποτελέσει μέλος της Ιεράς Συνόδου της Αγίας και Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας στο Φανάρι.
Κύκλοι της Αρχιεπισκοπής Αμερικής υποστηρίζουν ότι ο Αρχιεπίσκοπος αποδέχθηκε την πρόσκληση να παραβρεθεί στην εκδήλωση για το σπίτι της Τουρκίας, «γιατί αυτή είναι και η συνολική προσέγγιση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και ότι ο ίδιος ως Αρχιεπίσκοπος Αμερικής είναι σε ανοιχτή γραμμή με τον Οικουμενικό Πατριάρχη», χωρίς να αποσαφηνίζεται αν για το συγκεκριμένο θέμα είχε συνεννοηθεί ή όχι με τον Οικουμενικό Πατριάρχη.
Όπως όμως επισημαίνουν εκκλησιαστικές πηγές «ο Φαναριώτης δεν μπορεί να εκτίθεται όπως έκανε τώρα ο Ελπιδοφόρος. Ο Αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος δεν έκανε πότε τέτοιες κινήσεις, ούτε βεβαίως και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος που είχαν ξεκάθαρη στάση».
Οι ίδιες πηγές προσθέτουν ότι «ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος χρειάζεται την αποδοχή των Τούρκων όταν και εφόσον ανοίξει θέμα διαδοχής του Οικουμενικού Πατριάρχη θέση για την οποία το όνομα του κ. Ελπιδοφόρου, αναφερόταν μέχρι τώρα ανάμεσα στα τρία επικρατέστερα, μαζί με αυτά του Μητροπολίτη Γέροντος Χαλκηδόνος Εμμανουήλ και του Μητροπολίτη Δημήτριου Πριγκιπονήσσων».
Ο Οικουμενικός ρόλος του Πατριαρχείου και η Ρωσία
Ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής είναι Ιεράρχης του Οικουμενικού Θρόνου και τον εκπροσωπεί στις Ηνωμένες Πολιτείες ως Εξαρχος και όπως είναι γνωστό και όπως είναι γνωστό ο Οικουμενικός ρόλος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως έχει και μεγάλη εθνική σημασία, όταν μάλιστα υπάρχουν ανοιχτά ζητήματα όπως η Αγία Σοφία η Μονή της χώρας και η Θεολογική σχολή της Χάλκης, οποία έθεσε ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος και την ημέρα των εγκαινίων του σπιτιού της Τουρκίας στην Νέα Υόρκη.
Το γεγονός ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο εδρεύει στην Τουρκία έχει κρίσιμη σημασία και καθιστά ακόμα πιο αναγκαία την προστασία του από την ελληνική Πολιτεία. Πολύ περισσότερο, όταν αυτή τη στιγμή υπάρχει αμφισβήτηση από πλευράς Ρωσικής Εκκλησίας, η οποία επιδιώκει να πάρει τα σκήπτρα εντός της Ορθόδοξης Εκκλησίας και βλέπουμε τις σφοδρές πολιτικές επιθέσεις της Ρωσικής κυβέρνησης κατά του Πατριαρχείου και του Οικουμενικού Πατριάρχη, με αφορμή την Αυτοκεφαλία της Ουκρανικής Εκκλησίας.
«Το Φανάρι είναι το υπερκέντρο της Ορθοδοξίας και ως τέτοιο δεν πρέπει να έρχεται σε τέτοιου είδους θέσεις» λένε εκκλησιαστικές πηγές που εκτιμούν ότι «από εδώ και μπρος θα είναι ενωμένοι σα μία γροθιά προκειμένου να ξεπερασθεί η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί μεταξύ του κ. Ελπιδοφόρου και των ομογενών στην Αμερική, θέμα το οποίο επηρεάζει σοβαρά και τον ρόλο του Πατριαρχείου στις ΗΠΑ». Θυμίζουμε ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος έχει προγραμματίσει επίσκεψη στις ΗΠΑ στις 23 Οκτωβρίου, προκειμένου να παραστεί στα θυρανοίξια του Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου στο Σημείο Μηδέν της Νέας Υόρκης, ενώ έχει προγραμματιστεί συνάντηση του κ. Βαρθολομαίου με τον Πρόεδρο Μπάιντεν. Νωρίτερα, στις 4 Οκτωβρίου ο Οικουμενικός Πατριάρχης θα έχει συνάντηση στο Βατικανό με τον Πάπα ως Προκαθήμενος της Ορθόδοξης Εκκλησίας ρόλος που ενοχλεί την Μόσχα.
«Οι κινήσεις της Εκκλησίας είναι αργές» όπως λένε χαρακτηριστικά εκκλησιαστικοί παράγοντες ωστόσο κάποια στιγμή είναι βέβαιο ότι θα ληφθούν αποφάσεις.
Από την πλευρά της η ελληνική Ομογένεια, μερίδα της οποία είχε εκφράσει την επιθυμία ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής να έχει καταγωγή από την Αμερική, δηλαδή να είναι Ελληνοαμερικανός Αρχιεπίσκοπος, δείχνει τώρα τη δυσαρέσκεια της για τον κ. Ελπιδοφόρο, καθιστώντας την παρουσία του πλέον προβληματική, σύμφωνα με κάποιους κύκλους, ενώ δεν έλειψαν και οι φωνές που κάνουν λόγο για Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αμερικής. «Δεν είναι δυνατόν να κάνουμε χατίρια στην Τουρκία» λένε χαρακτηριστικά ενώ κύκλοι της αμερικανικής ομογένειας θυμίζουν τώρα ότι ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος μετά την ενθρόνισή του στην Αμερική αντικατέστησε κα έθεσε σε αργία δύο Μητροπολίτες της Βοστώνης και της Ιερσέης, σε συνεννόηση με τον Οικουμενικό Πατριάρχη.
ΠΗΓΗ: protothema.gr