Μέσα στον «τάφο» της καρδιάς μας, διατηρείται πάντοτε ζωντανή η μνήμη ενός ξεχωριστού ανθρώπου, που σημάδεψε τη ζωή μας.Και αυτό δεν ισχύει για ένα μόνο πρόσωπο αλλά για κάθε πρόσωπο που πέρασε από τη ζωή μας και για κάποιο λόγο άγγιξε την ψυχή μας.
Δύο χρόνια έχουν περάσει από την Κοίμηση του Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου Προκοπίου, ο οποίος μία ημέρα του θέρους άφησε την τελευταία του πνοή μέσα στην θάλασσα στην παραλία που βρίσκεται μπροστά από το Επισκοπείο στην όμορφη Θάσο.
Έχουν γραφτεί και δημοσιευθεί πολλά επαινετικά λόγια και επιμνημόσυνα για τον προ διετίας κοιμηθέντα μεγάλο αυτό Ιεράρχη ο οποίος έφυγε άδοξα για τους ουρανούς.
Το γεγονός του θανάτου του σκορπίζει μέχρι και σήμερα θλίψη καί συγκίνηση πρωτίστως σ’ όλους εκείνους που τον γνώρισαν και τον έζησαν αλλά σε όλη την Εκκλησία μας!
Οι φτωχές αυτές σκέψεις ας αποτελέσουν την δική μου θύμηση στην απώλειά του και συνάμα ταπεινό μνημόσυνο σ’ένα λαμπρό δεσπότη, μα προπαντός, σ’ έναν φίλο καρδιάς, μια φωτεινή προσωπικότητα της Εκκλησίας μας που σημάδεψε τη ζωή της.
Τον μακαριστό Μητροπολίτη Φιλίππων Προκόπιο, τόν γνώρισα όταν ήμουν μαθητής δημοτικού σχολείου και εκείνος Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Κορίνθου, με Μητροπολίτη Κορίνθου τον αείμνηστο Μεγάλο Παντελεήμονα (Καρανικόλα).
Λόγω της πνευματικής σχέσης που είχε ο Μακαριστός Κορίνθου Παντελεήμων με την Χίο ερχόταν συχνά στο νησί ως επικεφαλής ιεραποδημιών με πιστούς με πούλμαν από την επαρχία του. Σήμερα προσπαθούμε να τονώσουμε τον θρησκευτικό τουρισμό αλλά στη δεκαετία του 1970-1980 εκινείτο από μόνος του και δεν υπήρχαν τα σημερινά μέσα. Υπήρχε όμως ο ένθεος ζήλος και η προσήλωση στις παραδόσεις μας.
Ο Προκόπιος ερχόταν στη Χίο ως συνεργάτης του Μακαριστού Κορίνθου. Έτσι τον γνώρισα!Και μολονότι μαθητής εγώ ακόμα, ανέπτυξα μαζί του μια πολύ καλή επικοινωνία και φιλία.
Μετά από λίγο, το 1974, πληροφορήθηκα την ανάδειξή του σε Μητροπολίτη Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου.
Η επικοινωνία μου από τότε μαζί του υπήρξε πηγαία , εικικρινής και άμεση. Μπορεί να περιορίζετο σε τηλεφωνήματα και ἐπιστολές αλλά ήταν συχνή και όχι κάθε Πάσχα και Λαμπρή που λέει ο λαός μας .
Το έτος 1975 αξιώθηκα να επισκεφθώ με τους γονείς μου την πανέμορφη Καβάλα, για να δούμε εκεί κάοιους συγγενείς μας . Και το ταξίδι αυτό το έκανε ομορφότερο η επικοινωνία μου με τον Προκόπιο και οι πρώτες συζητήσεις μου μαζί του για το μέλλον της Εκκλησίας μας.Επηρεασμένος καθώς ήμουν από τον μεγάλο Χριστόδουλο αντάλλαξα μαζί του σκέψεις και ιδέες για την επόμενη μέρα στην Εκκλησία μας! Είχα χαρεί που η Εκκλησία μας είχε τότε τόσο νέους Ιεράρχες με δροσερές ιδέες και αντιλήψεις, πολλά υποσχόμενους για το μέλλον της.Και αποδείχθηκε αυτό!
Αν και το ταξίδι αυτό ήταν για οικογενειακούς λόγους ο Προκόπιος μου φέρθηκε ως αληθινός πατέρας και φιλόξενος οικοδεσπότης. Και ήταν πάντα το ίδιο απλός και ευπροσήγορος με την ίδια αγάπη όπως και τότε στην Κόρινθο , κι ας είχε γίνει δεσπότης και μάλιστα σε επίζηλη Μητρόπολη.
Τα χρόνια της γνωριμίας μου μαζί του διέκρινα τον ψυχικό πλούτο του μεγάλου Ιεράρχη, ενός Ιεράρχη ο οποίος συνδύαζε τέλεια την αμεσότητα, την απλότητα και την κοινωνικότητα με την τυπικότητα, την αυστηρότητα και την πειθαρχία, στοιχεία που διέκριναν τους ιεράρχες της «παλαιάς φρουράς» της Εκκλησίας και για τα οποία, ποτέ δεν ζήμιωσε ο ίδιος ή η Μητρόπολη που του ανέθεσε η Εκκλησία να διαποιμάνει. Τουναντίον, τα χαρίσματα αυτά απετέλεσαν και το «μυστικό» της επιτυχίας των ποιμαντικών του αγώνων και της ακάματης αρχιερατικής του διακονίας και προσφοράς μέχρι το τέλος της επίγειας ζωῆς του.
Τους ιερείς δεν έπαυσε να τους βλέπει σαν παιδιά του με άοκνο ενδιαφέρον για τα προβλήματά τους χωρίς όμως ποτέ να εκμηδενίζει τις αποστάσεις που επιβάλλει ο σεβασμός και η αυτοσυνειδησία του αρχιερατικού υπουργήματος ενώ συχνά δεν έπαυε να τους υπομιμνήσκει την ανάγκη προσήλωσης και ολοκληρωτικής αφοσίωσης στον βωμό του ιερατικού καθήκοντος.
Υπήρξε Ιεράρχης αυστηρός, όχι όμως άδικος. Επιτιμητικός όπου και όταν έπρεπε, με γνώμονα πάντοτε την παράδοση της Αγίας Εκκλησίας.
Ο εσωτερικός του πλούτος, όμως, φαινόταν μέσα από την αρετή της αφιλαργυρίας, που στόλιζε την ψυχή του. Μολονότι χαρακτήρας κοινωνικός και καταδεχτικός, ουδέποτε εισέπραξε δραχμή από τις διάφορες Ιεροτελεστίες, Ιερά Μυστήρια, Κηδείες, Μνημόσυνα κ.λπ. στα οποία προϊστατο.
Αντ’ αυτού, με προσωπική του απόφαση, τα προσφερόμενα χρήματα κατατίθεντο σε ειδικό ταμείο το οποίο είχε συστήσει με σκοπό την ενίσχυση απόρων φοιτητών και σπουδαστών. Και εδώ ακριβώς ξετυλίγεται ακόμη μία πτυχή της πολύπλευρης φωτεινής του προσωπικότητας: Η αγάπη πρός τα νειάτα, τη χρυσή ελπίδα του αύριο . Αγάπη έμπρακτη, χωρίς πολλά λόγια, ειλικρινής και ανυπόκριτη.
Ως άνθρωπος, ο Προκόπιος είχε ακόμα μία μεγάλη αγάπη: Τη θάλασσα. Την γαλανή, καθάρια Ελληνική Θάλασσα. Και, λές και ο Κύριος, ο ετάζων καρδίας και νεφρούς, γνωρίζοντας τη μεγάλη αδυναμία του για τη θάλασσα, τον ανέδειξε Επίσκοπο πόλεως παραθαλασσίας, μίας πανέμορφης Μητρόπολης, η οποία, εκτός από την Αποστολική καθέδρα της περιλαμβάνει και την πανέμορφη Θάσο, χαρίζοντάς της έτσι ένα ιδιαίτερο θαλασσινό – νησιωτικό αέρα και καθιστώντας την μία από τις πλέον ζηλευτές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Άπειρες, αμέτρητες φορές «έκλεβε» χρόνο από τον πολύτιμο χρόνο των πολλαπλών του καθηκόντων, έτσι, για να ηρεμήσει περπατώντας σε μια ήσυχη ακροθαλασσιά, να σκεφτεί, να προσευχηθεί, ή ακόμη, να βρεθεί μέσα στα ήρεμα καθάρια νερά της, ως απλός άνθρωπος, σαν ένας από εμάς, αναζητώντας τη δροσιά, την αρμύρα, το υγιεινό της αγέρι.
Και δεν είναι τυχαίο που ο Κύριος επέτρεψε, η αναχώρησή του για τον ουρανό να γίνει μέσα από την αγκαλιά της θάλασσας που τόσο πολύ αγάπησε. Εκεί εκοιμήθη, ήρεμα, αθόρυβα, ταπεινά, χωρίς να ταλαιπωρήσει κανέναν στις τελευταίες στιγμές της επίγειας ζωής του, κοντά στο ποίμνιό του για το οποίο μόχθησε, θυσιάστηκε, προσέφερε και από το οποίο πολύ αγαπήθηκε.
Σήμερα επί τη συμπλήρωση δύο ετών από την Κοίμησή του, τελέσθηκε Μνημόσυνο επί του τάφου του, εκεί στον Αγιο Σίλα απο τον Σεβ. Φιλίππων Στέφανο και ιερείς της Μητροπόλεως. << Και είναι σαν να έφυγε μόλις εχθές προχθές! Για όσους τον αγάπησαν δεν έφυγε ποτέ>>!
Ας είναι αιώνια η μνήμη του!