Κωνσταντίνου Ι. Βαθιώτη, Αναπληρωτή Καθηγητή Ποινικού Δικαίου Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ.
Το βράδυ της 7ης Απριλίου 2020 η κ. Νίκη Λυμπεράκη, συνεπικουρούμενη από τον έτερο δημοσιογράφο κ. Κώστα Γιαννακίδη, στην πρωτοείσακτη εκπομπή της στο κανάλι Open TV με τον τίτλο “Info-19”, ζήτησε από τον κ. Ευάγγελο Βενιζέλο να τοποθετηθεί ως προς το πόσο μακριά μπορούν να φθάσουν οι απαγορεύσεις για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού. Απομαγνητοφώνησα, λοιπόν, τις ερωτήσεις, απαντήσεις και τα σχόλια τόσο του κ. Βενιζέλου όσο και των δύο δημοσιογράφων και προχώρησα στον σχολιασμό των κρισιμότερων σημείων τους, προκειμένου να αναδειχθούν όλες οι επικίνδυνες ή αν μη τι άλλο παράξενες πτυχές τους για το δημοκρατικό μας πολίτευμα και τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματά μας. Η απαισιόδοξη ερμηνεία τους οδηγεί στο συμπέρασμα ότι κινούμαστε ήδη σε έναν άκρως ολισθηρό δρόμο με τελικό προορισμό μια δυστοπική κοινωνία, δηλ. μια κοινωνία ολοκληρωτική που θα χαρακτηρίζεται από την παρακολούθηση και τον έλεγχο των πολιτών μέσω της εφαρμογής υψηλής ψηφιακής τεχνολογίας και την κατάργηση των ατομικών ελευθεριών. Μάλιστα, ο οδοδείκτης μας είναι γραμμένος όχι μόνο στην ελληνική αλλά και σε μια καινούργια, “παγκόσμια” γλώσσα: αυτήν που θα μιλά ένας παγκόσμιος νομοθέτης και κυβερνήτης. Επιμερίζω τις τοποθετήσεις των συμμετασχόντων στις εξής 7 πληγές:
- Πληγή πρώτη: Περί σωματικής κινήσεως
Ο κ. Βενιζέλος προέβη στην ακόλουθη δήλωση: «Έχουμε προβλήματα σε σχέση με τα δικαιώματα και το κράτος δικαίου και προβλήματα σε σχέση με τη λειτουργία της δημοκρατίας που συνδέονται με τον δημόσιο χώρο. Όταν δεν λειτουργεί ο δημόσιος χώρος, πρέπει να υποκαθίσταται από αυτό που κάνουμε εμείς για παράδειγμα τώρα, από έναν ψηφιακό δημόσιο χώρο, πρέπει όλα τα δικαιώματα που δεν συνδέονται με τη σωματική κίνηση να προστατεύονται και να ασκούνται για να διατηρείται το κλίμα της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου».
Κατ’ αρχάς, επικαλούμενος ο κ. Βενιζέλος την ανάγκη να αξιοποιείται ο ψηφιακός δημόσιος χώρος, αυτός δηλαδή που με τόσο εντυπωσιακή ταχύτητα δημιουργήθηκε ελάχιστες ημέρες μετά την λήψη των περιοριστικών μέτρων ιδίως για τους σκοπούς της τηλεκπαίδευσης, ευλόγησε ένα από τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των δυστοπικών κοινωνιών. Επίσης, η θέση του ότι είναι αναγκαίο να προστατεύονται και να ασκούνται τα μη συνδεδεμένα με την σωματική κίνηση δικαιώματα, προκειμένου υπό τις παρούσες συνθήκες να διατηρείται το κλίμα της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, εγείρει μιαν εύλογη απορία: Άραγε, αρκεί απλώς το “κλίμα”, το οποίο μπορεί να παραπέμπει και σε μια “ψευδεπίγραφη εικόνα”, για να ανθεί και να πραγματώνεται η δημοκρατία, όπως ακριβώς της αξίζει;
Πέραν τούτων, όμως, με την ανωτέρω θέση του ο κ. Βενιζέλος εισάγει μια πρωτόγνωρη και αιρετική για τα συνταγματικά δεδομένα διάκριση των δικαιωμάτων και ελευθεριών: Σε εκείνα που συνδέονται και σε εκείνα που δεν συνδέονται με την σωματική κίνηση, προφανώς νοούμενη ως μετα-κίνηση (μιλώντας ο συνταγματικός νομοθέτης στο άρ. 5 παρ. 4 για ελευθερία κινήσεως, προφανώς δεν εννοεί την κίνηση των μελών, π.χ. χεριών ή ποδιών τού κατά τα λοιπά ακίνητου σώματος, αλλά την κίνηση του σώματος προς κάποια κατεύθυνση). Τέτοια διάκριση δεν απαντά στα συνταγματικά κείμενα, αφού η άσκηση όλων των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και των ελευθεριών προϋποθέτει την σωματική (μετα)κίνηση του φορέα τους. Χωρίς την σωματική (μετα)κίνηση δεν νοείται άσκηση δικαιώματος και ελευθερίας, καθ’ όσον χωρίς σωματική (μετα)κίνηση δεν νοείται ελευθερία. Μπορεί, άραγε, ένας κρατούμενος στις φυλακές να επικαλεσθεί ότι είναι ελεύθερος; Η έννομη τάξη αναγνωρίζει σε αυτόν τα δικαιώματα της ψήφου, της έκφρασης (χαρακτηριστικό και ιστορικό παράδειγμα αυτής της ελευθερίας το “Γράμμα από τη φυλακή για τους Ευρωπαίους” που είχε συγγράψει ο Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης, δημοσιευμένο στις εκδόσεις Ίκαρος, 1974) αλλά και της ατομικής Θείας Λατρείας στο κελί του. Εντούτοις, με την εκ του νόμου επιβληθείσα αποστέρηση της προσωπικής ελευθερίας του και, ειδικότερα, της δυνατότητάς του να μετακινηθεί προς όποιον τόπο επιθυμεί, η άσκηση οποιουδήποτε άλλου δικαιώματός του υποχωρεί και ωχριά, δεδομένου ότι στερείται την κορωνίδα των δικαιωμάτων του και εν ταυτώ την βάση και προϋπόθεση ασκήσεως άλλων δικαιωμάτων, ήτοι την δυνατότητα (σωματικής) μετακίνησής του ως έκφανση της προσωπικής ελευθερίας του.
Μάλιστα, αν υιοθετείτο η λογική του κ. Βενιζέλου, τότε θα καταλήγαμε στο εξής absurdum: H απόφαση ενός ποινικού δικαστηρίου που καταδικάζει έναν φονιά σε ισόβια κάθειρξη θα έπρεπε να γίνει δεκτό ότι πλήττει μόνο την σωματική κίνησή του. Kαι, αντιστοίχως, ο εν λόγω φονιάς θα μπορούσε να πανηγυρίζει για την στέρηση της σωματικής του κίνησης, αφού εν τινι μέτρω τα άλλα δικαιώματά του μπορεί να τα ασκεί, καίτοι ευρισκόμενος υπό καθεστώς υποχρεωτικού εγκλεισμού.
Θα έπρεπε να είναι προφανές ότι για την έκφραση του δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας κάθε πολίτης απαιτείται να έχει την δυνατότητα να προβεί σε συγκεκριμένες δράσεις που απαιτούν σωματική κίνηση. Επί παραδείγματι: Για την άσκηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της ελευθερίας του τύπου, θα πρέπει ο φορέας του να μεταβεί στην εφημερίδα ή στο έντυπο που εργάζεται, ώστε να πραγματώσει το εν λόγω δικαίωμα. Περαιτέρω, για την άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης συνάθροισης, θα πρέπει ο φορέας του να μετακινηθεί σε συγκεκριμένο τόπο, όπου θα λάβει χώρα η συγκέντρωση. Αντιστοίχως, λοιπόν, για την άσκηση του δικαιώματος της Θείας Λατρείας, ο πολίτης-πιστός θα πρέπει να μετακινηθεί προς τον συγκεκριμένο θρησκευτικό χώρο, προκειμένου να πραγματώσει το συνταγματικό του δικαίωμα.
Με την διάκριση των δικαιωμάτων σε εκείνα που απαιτούν και σε εκείνα που δεν απαιτούν σωματική κίνηση (άραγε ποια είναι αυτά;) καλλιεργείται τεχνηέντως στους ανυποψίαστους τηλεθεατές, ακροατές ή αναγνώστες η στρεβλή εντύπωση ότι η δημοκρατία δεν βάλλεται και τα συνταγματικά δικαιώματα δεν πλήττονται από τα μέτρα αναγκαστικού εγκλεισμού, αφού αυτά μπορούν κάλλιστα να ασκηθούν εξ αποστάσεως χωρίς σωματική (μετα)κίνηση. Συνεπώς, ουδέν τάχα πρόβλημα υπάρχει με την παρατεταμένη και επιτηρούμενη παραμονή στα σπίτια μας, φαινόμενο που μελλοντικώς, ανάλογα με τις επανεμφανίσεις γνωστών ή καινούργιων ιών, μπορεί να εξελιχθεί (όπως άλλωστε έχει ήδη προαναγγελθεί και από τον κ. Τσιόδρα) σε καθεστώς εναλλασσόμενων περιόδων εγκλεισμού στα σπίτια μας και απεγκλωβισμού μας από αυτά, αφού θα έχει προηγηθεί το επιτυχημένο πείραμα του εγκλεισμού των πολιτών ένεκα της πανδημίας του κορωνοϊού (“on again / off again”).
Επομένως, και ο κ. Βενιζέλος, επικροτώντας τα κυβερνητικά μέτρα αναγκαστικού εγκλεισμού των πολιτών, τα οποία πλήττουν την σωματική (μετα)κίνηση τους, στην ουσία επιχαίρει με την πρόκληση αθέμιτων προσκομμάτων στην άσκηση των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων τους. Όπως, όμως, οι φυλακισμένοι δεν πανηγυρίζουν με τον εγκλεισμό τους στην φυλακή, έτσι και εμείς οι πολίτες αυτής της (αν μη τι άλλο εν εξελίξει) δυστοπικής κοινωνίας, οι οποίοι παραμένουμε δημοκρατικά ευαισθητοποιημένοι και ενεργοί, αναγνωρίζουμε και αντιλαμβανόμαστε στο έπακρο τους κινδύνους που συνεφέλκεται ο εγκλεισμός μας ως προς την άσκηση και απόλαυση των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών.
- Πληγή δεύτερη: Περιορισμοί versus απαγορεύσεις
Ο κ. Βενιζέλος προέβη στην ακόλουθη δήλωση: «Η μεγάλη διαφορά είναι η διαφορά ανάμεσα στον περιορισμό των δικαιωμάτων και την αναστολή ισχύος των δικαιωμάτων. Οι περιορισμοί είναι θεμιτοί».
Ενώ, όμως, η επίμαχη ΚΥΑ φέρει τον τίτλο “Επιβολή του μέτρου του προσωρινού περιορισμού της κυκλοφορίας των πολιτών προς αντιμετώπιση του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19”, ερωτάται για ποιον λόγο οι περισσότεροι –και ιδίως οι εκπρόσωποι της Πολιτείας στην καθημερινή τους ενημέρωση– συνηθίζουν να ομιλούν περί απαγορεύσεως της κυκλοφορίας (ο ίδιος όρος χρησιμοποιήθηκε και από τον κ. Βενιζέλο· βλ. κατωτέρω υπό την πληγή έκτη). Μήπως γιατί τελικά πρέπει να καλλιεργηθεί στους πολίτες το κλίμα της απαγόρευσης, το οποίο θα οδηγήσει σε “εξοικείωση των υποδοχέων” τους;
Ειδικοί δεν είναι μόνο οι ιατροί, αλλά και όλοι εκείνοι που, όπως ο κ. Βενιζέλος, υπηρετούν την νομική επιστήμη ως συνταγματολόγοι, ποινικολόγοι κ.λπ., δηλ. όλοι εκείνοι που είναι οι κατ’ εξοχήν θεματοφύλακες της προστασίας της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Κι όταν δεν ακούγεται η γνώμη και αυτών των ειδικών, τότε υπάρχει κίνδυνος να αρχίσουν οι “ειδικοί” να εκφέρουν άποψη για πράγματα που δεν εμπίπτουν στην δική του ειδικότητα. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι ακούμε συχνά τον κ. Τσιόδρα να εκφέρει άποψη επί ζητημάτων που αφορούν την προστασία των προσωπικών δεδομένων, ένα κατ’ εξοχήν τεχνικό νομικό αντικείμενο, επί του οποίου θα έπρεπε να τοποθετούνται αποκλειστικά και μόνο οι εφαρμοστές και ερμηνευτές του Δικαίου. Χρήσιμη εν προκειμένω είναι η λατινική ρήση “ne sutor ultra crepidam”, ελληνιστί “μη κρίνεις, παπουτσή, πέρα από το σανδάλι”. Με την φράση αυτή, την οποία λέγεται ότι είπε ο ζωγράφος Απελλής σε έναν παπουτσή που, εκτός από την κρίση του για τα απεικονιζόμενα στον πίνακα σανδάλια, αποπειράθηκε να εκφράσει την άποψή του και για τον υπόλοιπο πίνακα, υποδηλώνεται ότι δεν πρέπει κάποιος να εκφέρει γνώμη για πράγματα που δεν ανήκουν στην ειδικότητά του και άρα για τα οποία “δεν του πέφτει λόγος” (βλ. και Ρ. Μπέρτον, Η ανατομία της μελαγχολίας, Τόμ. Ι, μτφ. Π. Χοροζίδη, εκδ. Ηριδανός, Αθήνα 2007, σ. 73: «ου πέρα εμβάδος ο σκυτεύς»).
Περαιτέρω, ας μην υποκρινόμαστε: Για ποιον λόγο, με δεδομένη την εξέλιξη της επιδημίας στην Κίνα από τα τέλη Δεκεμβρίου 2019, δεν ενημερώθηκαν εξ αρχής οι πολίτες για το πρόδηλο, δηλ. ότι όλα τα αποφασισθέντα περιοριστικά μέτρα, όπως το κλείσιμο των σχολείων, των βιβλιοπωλείων, ο περιορισμός της ελεύθερης κίνησης κ.λπ. δεν ήταν δυνατόν να διαρκέσουν μόνο 14 ημέρες; Γιατί δεν υπήρξε μια έντιμη ενημέρωση, αφ’ ης στιγμής όλοι οι εκπρόσωποι της Πολιτείας τονίζουν ότι ήδη έχουν σχεδόν έτοιμο και το πλάνο άρσης των περιορισμών; Μήπως υιοθετήθηκε η περιγραφόμενη στο βιβλίο του Ελβετού συγγραφέως και φιλοσόφου Ολιβιέ Κλερκ λογική του “συνδρόμου του βραστού βατράχου”; Κατά την αλληγορία του εν λόγω συγγραφέως, ένα βατραχάκι που κολυμπά ανυποψίαστο σε μια κατσαρόλα με κρύο νερό μπορεί να παραμείνει σε αυτήν επί πολλή ώρα, αν ο χειριστής της κατσαρόλας ανεβάσει σταδιακά την θερμοκρασία του νερού: Στο χλιαρό νερό το βατραχάκι θα συνεχίζει να κολυμπά αμέριμνο και χαρούμενο, στο ζεστό νερό θα νιώσει κούραση αλλά όχι φόβο και έτσι θα συνεχίσει να κολυμπά χαρούμενο, όταν όμως το νερό γίνει καυτό, το βατραχάκι όντας εξουθενωμένο θα συνεχίσει το κολυμπά χωρίς να έχει δυνάμεις να αντιδράσει, ώσπου τελικά θα πεθάνει βράζοντας εγκλωβισμένο μέσα στην κατσαρόλα.
Επίσης, τίθεται το εξής ερώτημα: Η προστασία της δημόσιας υγείας και της ζωής πρέπει να παρέχεται πάση θυσία; Και ποίων άραγε την υγεία και τη ζωή πρέπει να προστατεύει το κράτος; Μόνο των ευπαθών ομάδων, αλλ’ όχι και των ευαίσθητων; Δηλαδή όχι και εκείνων που ακόμη δεν έχουν μεν νοσήσει από τον κορωνοϊό, αλλά ενδέχεται να νοσήσουν ψυχικά ή να τερματίσουν τη ζωή τους εξαιτίας του “φαρμάκου” –επικινδυνωδέστερου ίσως έναντι της ίδιας της ασθένειας– που επελέγη άνευ δημοσίου διαλόγου για την αντιμετώπιση της πανδημίας; Πλανάται δε και το ακόλουθο ερώτημα: Οψέποτε λήξει η επιβληθείσα καραντίνα, οι πολίτες που θα ξεχυθούν στους δρόμους μήπως θα είναι ιδιαιτέρως ευάλωτοι σε μικρόβια και ιούς, ακόμη δε και σε αυτόν τούτον τον κορωνοϊό, ο οποίος θα βρίσκεται μεν σε ύφεση, αλλά δεν θα έχει εξαφανισθεί; Όλα αυτά τα ερωτήματα καταδεικνύουν την μονομερή τοποθέτηση του κ. Βενιζέλου αλλά και άλλων ένθερμων υποστηρικτών των εφαρμοσθέντων περιοριστικών μέτρων, οι οποίοι επικαλούνται μονότονα, διαρκώς, γενικώς και αορίστως την γνώμη των ειδικών ιατρών, χωρίς να μπαίνουν στον κόπο να προβληματισθούν βαθύτερα;
- Πληγή τέταρτη: Περί μη (;) παρεμποδίσεως της λατρείας
Ο κ. Βενιζέλος προέβη στην ακόλουθη δήλωση: «Δεν χρειάζεται να αναστείλεις την ισχύ του Συντάγματος ή να αναστείλεις την ισχύ της ΕΣΔΑ για να το πετύχεις αυτό [ενν.: την προστασία της δημόσιας υγείας και της ζωής των πολιτών]. Παρ’ όλα αυτά, βλέπουμε ότι σε αναστολή προχωρούν πάρα πολλές χώρες, είμαστε λοιπόν πιο προστατευμένοι, πιο ώριμοι, πιο σώφρονες, όσο κι αν αυτό ξενίζει. Τώρα, σε σχέση με την εκκλησία, σε σχέση με την συμμετοχή στις εκκλησίες και γενικά στην λατρεία, πρέπει να σας πω ότι δεν παρεμποδίζεται η λατρεία, δεν θίγεται το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, παρεμποδίζεται η σωματική κίνηση και το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, άρα και του συνέρχεσθαι για θρησκευτικούς λόγους των πολιτών που βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια, όχι των πιστών. Ο πιστός είναι και πολίτης».
Αφήνοντας κατά μέρος την θέση του κ. Βενιζέλου ότι η μη αναστολή της ισχύος του Συντάγματος ξενίζει, θέση που γεννά την εύλογη απορία αν υπάρχουν κάποιοι ή αν ο ίδιος γνωρίζει κάποιους που θα ανέμεναν να προχωρήσει η Ελλάδα σε τέτοια αναστολή, απαιτείται μετ’ επιτάσεως η αντίκρουση της άποψής του ότι από τα ληφθέντα περιοριστικά μέτρα δεν παρεμποδίζεται η λατρεία και δεν θίγεται το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Δυστυχώς, όχι μόνο θίγεται το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αλλά πολύ περισσότερο διακωμωδείται. Διότι απουσιάζουν τα ακόλουθα sine qua non στοιχεία: Πρώτον, ο Χριστός ως η κεφαλή, δεύτερον οι πιστοί ως το σώμα αυτού και γ) το Άγιο Πνεύμα, το οποίο απουσιάζει από τους ιερούς ναούς, καθ’ όσον απουσιάζει και το σώμα, δηλ. οι πιστοί. Ως γνωστόν, η θρησκευτική ελευθερία διακρίνεται: α) στην ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και β) στην ελευθερία της λατρείας (βλ. π.χ. Κονιδάρη/Ανδρουτσόπουλο, εις: Σπυρόπουλου / Κοντιάδη / Ανθόπουλου / Γεραπετρίτη (επιστ. διεύθ.), Σύνταγμα, Κατ’ άρθρο ερμηνεία, 2017, αριθμ. περ. 21), η οποία συνίσταται στην άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων με τελετουργική μορφή (Χρυσόγονου/Βλαχόπουλου, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, 4η έκδ., 2017, σελ. 323).
Όταν, λοιπόν, με την αποτροπή των πιστών να μετάσχουν στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας παρεμποδίζεται η άσκηση της Θείας Λατρείας, στην πραγματικότητα καταπνίγεται η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και τίθεται εκποδών η θρησκευτική ελευθερία, αφού τούτη είναι αδιανόητη χωρίς ελευθερία της Θείας Λατρείας, όπως αυτή μάλιστα κατοχυρώνεται στα συνταγματικά και διεθνή κείμενα.
Τέλος, για ποιον λόγο, άραγε, έπρεπε να απαγορευθεί με τις “ευλογίες” δυστυχώς της Ιεράς Συνόδου, η εκ των μεγαφώνων μετάδοση των ακολουθιών την Εβδομάδα των Παθών, αλλά και οι συνήθεις κατ’ αυτήν κωδωνοκρουσίες με τις μικρές εξαιρέσεις της Μεγάλης Παρασκευής και της Αναστάσεως, όταν μάλιστα ο ιμάμης της Κομοτηνής, απ’ όπου γράφονται οι γραμμές αυτές, καλεί τους πιστούς καθημερινά σε προσευχή και η φωνή του αντηχεί σε όλη την πόλη, όπως θα έπρεπε να αντηχούν και οι κωδωνοκρουσίες της Ορθοδοξίας; Αν τούτο δεν συνιστά μωρία, ασφαλώς συνιστά ιατρικήν πονηρίας.
Και μία ακόμη μεγίστη αντίφασις: Πώς είναι δυνατόν να επιτρέπεται σε δημάρχους να μεριμνούν φρονίμως για την σίτιση εκατοντάδων οικογενειών με την λεγόμενη “βοήθεια στο σπίτι”, αλλά από την άλλη πλευρά να απαγορεύεται στους ίδιους η μεταφορά του Αγίου Φωτός στο σπίτι όσων πιστών θα το επιθυμούσαν με τον ίδιο τρόπο και με τα ίδια μέτρα ασφαλείας που μεταφέρεται το εκάστοτε συσσίτιο; Προσοχή: Την μεταφορά αυτή πρόθυμοι και εξυπηρετικοί κονδυλοφόροι έσπευσαν προπετώς μεν και ασεβώς έναντι των πιστών, ασμένως δε και ευτυχείς να την χαρακτηρίσουν ως “delivery”!
- Πληγή πέμπτη: Περί συνεχίσεως (;) της λατρείας
Ο κ. Βενιζέλος προέβη στην ακόλουθη δήλωση: «Για λόγους σεβασμού της ζωής και της υγείας των μελών της κοινωνίας όποιος υπόκειται σε σωματικούς περιορισμούς, περιορισμούς της ελευθερίας της κίνησης, δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να μετάσχει σε μια λατρευτική σύναξη, αλλά η λατρεία συνεχίζεται».
Η ανωτέρω θέση του κ. Βενιζέλου είναι εκτεθειμένη στις ακόλουθες σοβαρές ενστάσεις:
Πρώτη ένσταση: Αν την ώρα που θέλω να ανάψω το καντήλι και να προσευχηθώ μπροστά στην αγαπημένη μου εικόνα της Παναγίας, εμφανισθεί ένας τρίτος που θέλει να επέμβει “για το καλό μου” (ή έστω και για το καλό των άλλων) και με δέσει σε μια καρέκλα, ώστε να με αποτρέψει από το να αγγίξω μια μολυσμένη επιφάνεια, είναι πλέον ή πρόδηλο τούτο:
Ο τρίτος έχει άμεσο δόλο α΄ βαθμού σε ό,τι αφορά την προσβολή της προσωπικής μου ελευθερίας υπό την μορφή της ελευθερίας κινήσεως μέσα στον χώρο. Ως εκ τούτου τελεί παράνομη κατακράτηση! Έτερον ζήτημα, βεβαίως, αν ο τρίτος δύναται να επικαλεσθεί κατάσταση ανάγκης.
Ταυτοχρόνως, όμως, ο τρίτος ενεργεί με άμεσο δόλο β΄ βαθμού ή ορθότερα με αναγκαίο δόλο σε ό,τι αφορά την στέρηση της δυνατότητας να ασκήσω το δικαίωμά μου στην ατομική προσευχή: εδώ θίγεται δηλαδή η προσωπική ελευθερία υπό την μορφή της ελευθερίας πραγματώσεως της βούλησης ενός προσώπου να υλοποιήσει την ενέργεια που επιθυμεί. Ως εκ τούτου, ο τρίτος τελεί εκτός από το έγκλημα της παράνομης κατακράτησης και το έγκλημα της παράνομης βίας (επ’ αυτού πρβλ. Βαθιώτη, Εμβάθυνση σε Ειδικά Ζητήματα Ποινικού Δικαίου, Από την πράξη στη θεωρία, εκδ. Σάκκουλα Θεσ/κης, 2014, σελ. 193).
Συνεπώς, ο ανωτέρω ισχυρισμός του κ. Βενιζέλου, ότι δηλαδή από τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα πλήττεται η σωματική κίνηση αλλά όχι η λατρεία των πολιτών και ότι τα μέτρα απευθύνονται σε πολίτες και όχι σε πιστούς είναι εν πολλοίς ταχυδακτυλουργικός, ενώ η πραγματικότητα είναι κατά τα προεκτεθέντα διαφορετική.
Και όποιος γνωρίζει στοιχειωδώς τις διακρίσεις των επιμέρους μορφών του δόλου (βλ. π.χ. Βαθιώτη, Δόλος: Θεμελίωση και αποκλεισμός του στο Ποινκό Δίκαιο, εκδ. Δίκαιο & Οικονομία, Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2014, αριθμ. περιθ. 38 επ.), θα αντιληφθεί αμέσως ότι τα σκληρά περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν από την ελληνική κυβέρνηση πλήττουν το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας δευτερογενώς μεν (δηλ. στο πλαίσιο μιας ανακλαστικής επίδρασης), πλην όμως σε απόλυτο βαθμό.
Δεύτερη ένσταση: Πώς είναι δυνατόν να θεωρεί ο κ. Βενιζέλος ότι συνεχίζεται εξ αποστάσεως η λατρεία, όταν ο πιστός Χριστιανός δεν μπορεί να μεταβεί στον ιερό ναό και να ασκήσει την λατρεία του βιώνοντας τα sine qua non στοιχεία που προϋποτίθενται ως ελάχιστοι αναγκαίοι και επαρκείς όροι για την άσκηση της εν λόγω λατρείας; Ένας τέτοιος ελάχιστος αναγκαίος μεν πλην όμως ουχί επαρκής όρος είναι η ατομική προσευχή κάτω από το εικονοστάσι του σπιτιού μας.
Nota bene: Όπως η μετάβαση σε ένα σούπερ-μάρκετ είναι αναγκαία, ώστε ο καταναλωτής να επιλέξει με τα ίδια του τα χέρια ανάμεσα σε περισσότερα προϊόντα και να υλοποιήσει τον τελικό ανεφοδιασμό του με τα απαραίτητα τρόφιμα, έτσι και ο πιστός είναι αναγκαίο να μεταβεί στον ιερό ναό για να υλοποιήσει τον πνευματικό και ψυχικό ανεφοδιασμό του. Άλλωστε, η ίδια η λέξη “εκκλησία” είναι εννοιολογικά αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την συγκέντρωση πλήθους!
- Πληγή έκτη: Γλωσσικά ολισθήματα και μικροτσίπς
Ο δημοσιογράφος της εκπομπής κ. Γιαννακίδης υπέβαλε στον κ. Βενιζέλο το ακόλουθο ερώτημα: «Ας υποθέσουμε ότι οι λοιμωξιολόγοι εισηγούνται στην κυβέρνηση να υιοθετήσουμε και να εφαρμόσουμε μεθοδολογία Κίνας (έστω ότι με χρήση θερμικών καμερών διαπιστώνεται από την ιχνηλάτηση του στίγματος του τηλεφώνου ότι ο Χ έχει έρθει σε επαφή με ένα κρούσμα, κατεβαίνει ο υπάλληλος του μετρό με την στολή του αστροναύτη, του λέει “είσαι θετικός, θα μείνεις σε έναν ειδικό χώρο, και θα μεταφερθείς στο σπίτι σου με ένα βραχιολάκι μέσω του οποίου θα παρακολουθώ τις ζωτικές λειτουργίες και τις κινήσεις σου”). Αυτό δεν είναι επιστημονική φαντασία, είναι τεχνολογία Κίνας. Αυτό θα μπορούσε να επιβληθεί με μια ΠΝΠ;».
Στο ερώτημα αυτό ο κ. Βενιζέλος αντέδρασε ως εξής: «Γιατί επικαλείστε το παράδειγμα της Κίνας και δεν επικαλείστε την πρόταση του Μπιλ Γκέιτς να υπάρξει ένα μικροτσίπς, το οποίο να το φέρει κάθε άνθρωπος και έτσι να έχουμε βιομετρικά δεδομένα σε σχέση με τον ιό;».
Σε αυτό το σημείο πήρε τον λόγο ο κ. Γιαννακίδης κάνοντας την εξής διευκρίνιση: «Ο Μπιλ Γκέιτς κάνει μια πρόταση η οποία θα υλοποιείτο σε πλαίσιο κανονικότητας. Εδώ μιλάμε για μια έκτακτη ανάγκη. Είναι σε αυτό το πλαίσιο συνταγματικά συμβατό να επιβληθεί παρακολούθηση των πολιτών με βραχιολάκι;».
Μετά την διευκρίνιση αυτή, ο κ. Βενιζέλος έδωσε την εξής απάντηση: «Οι λοιμωξιολόγοι έχουν πει, και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει πει, ότι απαιτείται κοινωνική αποστασιοποίηση, μην κυκλοφορείτε, μείνετε σπίτια σας. Αν αρθεί το μέτρο αυτό της απαγόρευσης κυκλοφορίας και οι ειδικοί εισηγηθούν κάποιους περιορισμούς στα προσωπικά δεδομένα (παρακολούθηση, επεξεργασία προσωπικών δεδομένων υγείας τα οποία είναι ευαίσθητα), πράγματι θα βρεθούμε μπροστά σε μια νέα γενιά προβλημάτων και μάλιστα προβλημάτων που απασχολούν και την ΕΣΔΑ, δηλαδή και το δικαστήριο του Στρασβούργου, το Ευρωπαϊκό δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, και την ΕΕ. Μπορεί να τεθούν προβλήματα τέτοια, τα οποία να αφορούν τα προσωπικά δεδομένα. Άρα πρέπει εκεί να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στο τι θα θεωρήσουμε ευαίσθητο προσωπικό δεδομένο που δεν είναι δεκτικό παραβίασης και επεξεργασίας και τι μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι πληροφορία επιδημιολογικού χαρακτήρα που αφορά την κοινωνία και την δημόσια υγεία και άρα μπορεί να την συλλέγει. Από κει και πέρα, κάθε πολίτευμα και κάθε πολιτικό σύστημα μεταχειρίζεται τα θέματα αυτά ανάλογα με τον πολιτισμό του και την εμπειρία του, την ιστορία του και την ευαισθησία του. Και κάθε κοινωνία των πολιτών πρέπει να εκφράζει και την δική της ευαισθησία και την δική της συμμετοχή στο πρόβλημα, ώστε να μη φθάσουμε πράγματι στην απειλή της ιδιωτικότητας και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, που είναι ένα θέμα πάρα πολύ σοβαρό, γιατί θα αλλάξει συνολικά και παγκόσμια η αντίληψη για την δημόσια υγεία, και αυτό μπορεί να θέσει σε δοκιμασία και τα δικαιώματα και τη δημοκρατία. Άρα πρέπει να είμαστε αποτελεσματικοί, προνοητικοί, αλλά και ευαίσθητοι και να βρούμε το σημείο ισορροπίας. Θα το βρει η Ευρώπη, θα το βρει η παγκόσμια κοινωνία και ιδίως η δυτική κοινωνία».
Κατ’ αρχάς προκαλεί κατάπληξη το γεγονός ότι ο κ. Βενιζέλος, καίτοι ογκόλιθος της ρητορικής τέχνης και βαθύς γνώστης των λεπτών διακρίσεων του Συνταγματικού Δικαίου, μολονότι προηγουμένως είχε μιλήσει ορθώς για περιορισμό, στην πιο πάνω αποστροφή του λόγου του μίλησε για απαγόρευση κυκλοφορίας! Άραγε, πρόκειται απλώς για ένα lapsus linguae ή μήπως χρησιμοποίησε γλώσσα λανθάνουσα λέγουσα τ’ αληθή; Αλλά και σε ό,τι αφορά τα προσωπικά δεδομένα, απορία γεννά η εκ μέρους του κ. Βενιζέλου χρήση του όρου “περιορισμοί στα προσωπικά δεδομένα”. Μήπως και εδώ πρόκειται για ένα γλωσσικό ολίσθημα, δεδομένου ότι ο κ. Βενιζέλος στην επόμενη αποστροφή του λόγου του μιλά για παραβίαση των προσωπικών δεδομένων; Σε κάθε περίπτωση, όμως, εκείνο που προκαλεί ανησυχία είναι η δεκτικότητα του κ. Βενιζέλου σε μια σχετικοποίηση του απαραβιάστου των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων στο όνομα της προστασίας της δημόσιας υγείας.
Περαιτέρω, ο κ. Βενιζέλος δεν απάντησε ευθέως στο κρίσιμο ερώτημα του δημοσιογράφου αν θα μπορούσε στην Ελλάδα να υιοθετηθεί το παράδειγμα της Κίνας. Από τα λεγόμενά του, όμως, προκύπτει εμμέσως ότι με την κατάλληλη ερμηνευτική προσέγγιση, το παράδειγμα αυτό, και δη η παρακολούθηση των πολιτών με βραχιολάκι, δεν μπορεί να θεωρηθεί εκ προοιμίου αποκεκλεισμένη εκδοχή.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι, καίτοι ο δημοσιογράφος ρώτησε τον κ. Βενιζέλο για το βραχιολάκι και το θεμιτόν της εφαρμογής ενός τέτοιου μέσου, ο δεύτερος εισήγαγε αυτοβούλως στην συζήτηση την πρόταση του κ. Γκέιτς για χρήση μικροτσίπς σε κάθε πολίτη, ώστε να παράγονται βιομετρικά δεδομένα σε σχέση με τον ιό. Άραγε, σημαίνει τούτο ότι ο κ. Βενιζέλος δεν νιώθει καμία αμηχανία να συζητά δημοσίως το σενάριο αυτό και έτσι να το ακούν, εν είδει προθέρμανσης-εξοικείωσης με τα μελλούμενα, οι Έλληνες πολίτες;
Σχολιασμού χρήζει και ένα άλλο στοιχείο: Ο κ. Βενιζέλος, μέσα από τις συχνές δημόσιες τοποθετήσεις του φαίνεται να συμπλέει με την γραμμή όλων εκείνων που τον τελευταίο καιρό επικαλούνται την ανάγκη μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι στην συζήτηση που διοργάνωσε ο “Κύκλος Ιδεών” στις 2 Απριλίου 2020 με θέμα “Πανδημία, Θεμελιώδη δικαιώματα και Δημοκρατία” και την οποία διηύθυνε ο κ. Βενιζέλος ακούστηκε ο όρος “παγκόσμιος νομοθέτης”. Ως εκ τούτου τίθεται αμείλικτο το ακόλουθο ερώτημα: Οδεύουμε, λοιπόν, προς την απεμπόληση όχι μόνο της ιδιωτικότητας, αλλά αυτής ταύτης της εθνικής μας ταυτότητας; Διότι, αν φύγουμε από το εθνικό “εγώ” και αναχθούμε στο παγκόσμιο “εμείς” –πρβλ. την φράση που χρησιμοποίησε η ΠτΔ επ’ ευκαιρία της εθνικής επετείου της 25ης Μαρτίου: «για να θωρακίσουμε το “εμείς” και να κρατήσουμε την πατρίδα όρθια, καλούμαστε να παραμερίσουμε το “εγώ”» και την οποία αναπαρήγαγαν επιδοκιμαστικώς οι εισηγητές της προαναφερθείσας δημόσιας συζήτησης–, τότε πατρίδα μας δεν θα έχουμε την Ελλάδα, η οποία θα πάψει πλέον να υφίσταται ως χώρα και θα καταντήσει χώρος, αλλά ένα παγκόσμιο σύστημα, το οποίο φυσικά θα μας ελέγχει παντοδύναμα και συνακόλουθα ολοκληρωτικά, κάνοντας χρήση κάθε εξελιγμένου τεχνολογικού μέσου, π.χ. βραχιολάκια, κινητά τηλέφωνα, τσιπάκια κ.λπ.
Nota bene: Η προτροπή της ΠτΔ να θωρακίσουμε το “εμείς” παραμερίζοντας το “εγώ” θυμίζει μεν, πλην όμως ουδόλως ταυτίζεται με τα λόγια του στρατηγού Μακρυγιάννη, ο οποίος ως Έλλην πατριώτης και όχι ως νεοπατριώτης (πρβλ. και πάλι την δήλωση της ΠτΔ ότι «η ατομική ευθύνη, η συνεργασία και η αλληλεγγύη βρίσκονται στην καρδιά του νέου πατριωτισμού που έχουμε ανάγκη»!) έγραφε: «όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε “εμείς”. Είμαστε εις το “εμείς” κι όχι εις το “εγώ”».
Επ’ αφορμή της αναφοράς στην δημόσια συζήτηση που διοργάνωσε προ ημερών ο “Κύκλος Ιδεών”, είναι αναγκαίο να αναδειχθεί η θέση του κ. Βενιζέλου ως προς την υποχρέωση του πολίτη να βεβαιώνει τον λόγο της μετακίνησής του. Ο κ. Βενιζέλος, ο οποίος διακρίνεται για την βαθιά νομική κατάρτιση και εγκράτειά του, την δικαιολόγησε με το εξής σκεπτικό: «Το SMS και η δήλωση σε χαρτί που γράφεις ο ίδιος, στην πραγματικότητα είναι μια πρόσκληση που σου απευθύνει η Πολιτεία να έχεις συνείδηση του τι κάνεις, να ξέρεις ότι πρέπει να προσέχεις για τον εαυτό σου, την οικογένειά σου και για τους συνανθρώπους σου. Πιστεύω ότι είναι περισσότερο μια επισήμανση, ένα κουδούνι κινδύνου για την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Νομίζω ότι αυτή είναι η βασική λειτουργία αυτών των μηχανισμών».
Εντούτοις, εντελώς διαφορετική είναι η τοποθέτηση άλλων συνταγματολόγων, προεξάρχοντος του Αριστόβουλου Μάνεση, δασκάλου του κ. Βενιζέλου, ο οποίος στις πανεπιστημιακές παραδόσεις του για τις “Ατομικές Ελευθερίες” (δ΄ έκδ., εκδ. οίκος Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1982, σελ. 134) τόνιζε: «Η εν γένει διακίνηση και κυκλοφορία στο εσωτερικό της χώρας μπορεί να ρυθμισθεί ή και περιορισθεί με νόμο ή βάσει νόμου. Βασικά όμως είναι ελεύθερη: δεν υπόκειται σε απαγορεύσεις ούτε εξαρτάται από σχετική άδεια ούτε απαιτείται, έστω, υποβολή σχετικής δήλωσης (γνωστοποίησης) προς τις αρχές εκ μέρους των πολιτών».
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι ένα σχολικό παράδειγμα αντισυνταγματικότητας επιχειρείται να εμφανισθεί ως δικαιολογημένο “προληπτικό καμπανάκι” για τον κίνδυνο αυτοδιακινδύνευσης ή ετεροδιακινδύνευσης των πολιτών. Στην πραγματικότητα, όμως, οι πολίτες πρέπει να ακούσουν προσεκτικά ένα “άλλο καμπανάκι” που κτυπά: της απόπειρας ολοκληρωτικού ελέγχου τους!
- Πληγή εβδόμη: Ολοκληρωτισμός και απειλή ως δυνατότητα ελέγχου
Βαίνοντας η ανωτέρω συζήτηση με τον κ. Βενιζέλο και τους δύο δημοσιογράφους προς την ολοκλήρωσή της, ο κ. Γιαννακίδης “άρπαξε την ευκαιρία από τα μαλλιά” και μετά την τοποθέτηση του κ. Βενιζέλου προέβη σε δύο διαπιστώσεις και μία πρόβλεψη.
α) Οι δύο διαπιστώσεις
Ιδού η πρώτη διαπίστωση του δημοσιογράφου: «οι πανδημίες αντιμετωπίζονται καλύτερα με ολοκληρωτισμό».
Εύγε σας, κ. Γιαννακίδη! Μήπως υπονοείτε ότι πρέπει να ετοιμαζόμαστε για ολοκληρωτικό καθεστώς, αφού μας ενδιαφέρει πρωτίστως το βέλτιστο αποτέλεσμα;
Ιδού η δεύτερη διαπίστωση του δημοσιογράφου: «Τελικά, μπορείς να ελέγξεις πάρα πολύ εύκολα μια κοινωνία, αρκεί να έχεις την κατάλληλη απειλή, τον σωστό κίνδυνο, και η τεχνολογία βοηθάει σε αυτό πάρα πολύ».
Και πάλι εύγε σας, κ. Γιαννακίδη! Ερωτάται: Ποιος ελέγχει την ταυτότητα, το μέγεθος και την αλήθεια της απειλής; Ποιος ελέγχει τους ελέγχοντες; Quis custodiet ipsos custodes? Μήπως κάτι άλλο παγκόσμιο; Μήπως σε ορατό επίπεδο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας; Άραγε, στο αόρατο πεδίο (για να μην ξεχνάμε και την ορολογία-καραμέλα περί “αοράτου εχθρού” [sic]), τις έστιν ούτος ο… παγκόσμιος;
β) Η πρόβλεψη
Ιδού τώρα η ανατριχιαστική πρόβλεψη του δημοσιογράφου: «Κι εγώ πιστεύω ότι το τσιπάκι του Μπιλ Γκέιτς που ανέφερε ο κ. Πρόεδρος, είναι κάτι το οποίο θα γίνει, και μάλιστα θα το δεχθούν οι κοινωνίες πολύ θετικά για έναν πολύ απλό λόγο: γιατί όποιος είναι τσιπαρισμένος θα έχει πολύ περισσότερες παροχές, ασφαλιστικές, υγειονομικές κ.λπ.»!
Αμέσως μετά την τοποθέτηση αυτή, η δημοσιογράφος κ. Λυμπεράκη έκλεισε την συζήτηση με την ακόλουθη φράση: «Λοιπόν, εντάξει. Για κάποιους είναι το μέλλον, σε κάποιους άλλους όλα αυτά θυμίζουν ένα δυστοπικό σίριαλ που βλέπουμε στο Νέτφλιξ, από τα πολλά που βλέπουμε αυτές τις μέρες».