Η 7η Γενική Ιερατική Σύναξη της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος, για το τρέχον Ιεραποστολικό έτος, πραγματοποιήθηκε σήμερα στο Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλίας.
Κεντρικό θέμα της Συνάξεως ήταν «Η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος», στο πλαίσιο της σπουδής των Κληρικών της Τοπικής μας Εκκλησίας στην ιστορία και στην Θεολογία των Οικουμενικών Συνόδων.
Πρώτος ομιλητής ήταν ο κ. Γεώργιος Γκαβαρδίνας, Επίκουρος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., ο οποίος ανέπτυξε το θέμα «Ιστορία και Θεολογία της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου».
Ο ομιλητής ανέφερε ότι «με το νομοθετικό έργο της Πενθέκτης, που πραγματοποιήθηκε στην Κων/πολη το 691, οι πατέρες της Συνόδου δεν καταπολέμησαν μόνον τα αναζωπυρωθέντα ιουδαϊκά και εθνικά ήθη και έθιμα και τις εμφανισθείσες εκκλησιολογικές διαφοροποιήσεις των επιμέρους Εκκλησιών, αλλά κωδικοποίησαν και όλες τις υπάρχουσες κανονικές διατάξεις της Εκκλησίας.
Έτσι, επικύρωσαν και επισφράγισαν, με τον 2ο κανόνα της Πενθέκτης, παραλλήλως προς το δογματικό και το κανονικό έργο των Οικουμενικών και τοπικών Συνόδων και τους κανόνες των Αγίων Αποστόλων και διαφόρων Πατέρων της Εκκλησίας». Επεσήμανε, επίσης, ότι αν και η Εκκλησία της Ρώμης εκπροσωπήθηκε στην Πενθέκτη, εντούτοις δεν την αναγνώρισε ως Οικουμενική, γεγονός που αποτελεί μέχρι σήμερα «επίσημη θέση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Αντιθέτως, στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία ουδέποτε παρουσιάστηκαν προβλήματα αποδοχής των κανόνων της Πανθέκτης…».
Στη συνέχεια ο κ. Γκαβαρδίνας μίλησε για τα αίτια συγκλίσεως της Συνόδου, που είναι «η αναρχία που επικρατούσε σε θέματα τάξεως της Εκκλησίας και η αναβίωση ελληνικών και ιουδαϊκών δοξασιών και εθίμων».
Ακολούθως παρουσίασε ακροθιγώς το περιεχόμενο των 102 Κανόνων της Συνόδου, που ρυθμίζουν θέματα όπως τα πρεσβεία τιμής του Επισκόπου της Παλαιάς Ρώμης, η επικύρωση και ενίσχυση του αυτοκεφάλου της Εκκλησίας της Κύπρου, η ίδρυση και προαγωγή Επισκοπικών εδρών, η ζωή των κληρικών και των μοναχών, η σιμωνία, το δίκαιο του Γάμου των Κληρικών και των λαϊκών, η προστασία των ιερών χώρων, η προσφορά της Θείας Ευχαριστίας, η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η γονυκλισία κατά τις Κυριακές κ.άλ.
Ο ομιλητής έκλεισε την εισήγησή του επισημαίνοντας ότι «η αξία του νομοθετικού έργου της Πενθέκτης είναι προφανής. Οι 102 κανόνες της Συνόδου διαμόρφωσαν καθοριστικά το κανονικό δίκαιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας και εξακολουθούν, μέχρι και σήμερα, να αποτελούν τις βασικές διατάξεις του, δεδομένου ότι, μετά τη σύγκληση της Πενθέκτης, ελάχιστοι κανόνες έχουν εκδοθεί από τα αρμόδια όργανα της Εκκλησίας».
Δεύτερος ομιλητής ήταν ο Αρχιμ. Γρηγόριος Παπαθωμάς, Ιεροκήρυκας της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών, ο οποίος μίλησε με θέμα «Η ανάγκη συστηματοποίησης και εκσυγχρονισμού του κανονικού και εκκλησιαστικού μας δικαίου και το αίτημα της ορθής εφαρμογής του, αφενός στην οργάνωση και τη λειτουργία της εκκλησιαστικής ζωής και αφετέρου στην ποιμαντική της πράξη».
Ο π. Γρηγόριος απέρριψε την διαδεδομένη άποψη ότι οι Κανόνες είναι για την Εκκλησία ό,τι είναι οι νόμοι για την Πολιτεία, δεδομένου ότι τους νόμους ορίζει ο θεσμός του συνταγματικού νομοθέτη σε κάθε Πολιτεία. Από την άλλη μεριά, οι Κανόνες ορίζονται από τις Οικουμενικές Συνόδους, που δεν συνιστούν θεσμό, αλλά ένα εξαιρετικό γεγονός, που δε μπορεί να προβλεφθεί, γιατί έχει Θεανθρώπινη και όχι ανθρώπινη διάσταση. Χαρακτήρισε δε τους κανόνες «έκφραση της Δογματικής Θεολογίας της Εκκλησίας, που βοηθούν στην διαποίμανση του λαού».
Κατά τον ομιλητή, η Πενθέκτη διόρθωσε το λάθος της μη έκδοσης Κανόνων των δύο προηγούμενων Οικουμενικών Συνόδων, Ε΄ και Στ΄, οι Πατέρες των οποίων υπήκουσαν στην επιθυμία του Αυτοκράτορα για την μη έκδοση κανόνων, δεδομένης της πρόθεσής του να εκδώσει εκείνος σειρά νομοθετημάτων σχετικών με την Εκκλησία. Επρόκειτο για λάθος, όπως επεσήμανε ο ομιλητής, γιατί τα της Εκκλησίας δε μπορούν να ρυθμίζονται με νόμους του κράτους.
Η μεγάλη συμβολή της Πενθέκτης, κατά τον π. Γρηγόριο, είναι ότι, με τον 2ο Κανόνα, απομάκρυνε το νομικό πνεύμα από τους Κανόνες και ξεκαθάρισε τους γνήσιους από τους ψευδότιτλους.
Ως προς τους Αποστολικούς όρισε ποιοι είναι Ορθόδοξοι και απέρριψε τους μη Ορθόδοξους, ως προς τους Πατερικούς, εντόπισε κείμενα στην διδασκαλία των Πατέρων με ενδιαφέρον για την διαποίμανση της Εκκλησίας και έδωσε σ’ αυτά Κανονική μορφή, ενώ ως προς τους Κανόνες των Τοπικών Συνόδων, όρισε ποιοι απ’ αυτούς είναι πραγματικοί Κανόνες.
Ο ομιλητής τόνισε εμφαντικά, στη συνέχεια, ότι οι Κανόνες της Εκκλησίας δεν έχουν στόχο νομικό, ούτε αποσκοπούν στην βελτίωση των συνθηκών της κοινωνικής ζωής, αν και παραδόξως το πράττουν. «Αν τους περιορίσουμε σ’ αυτό τον στόχο», τόνισε, «διολισθαίνουμε στον νομικισμό της Δύσης. Ο νομικισμός είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που ταλάνισε και ταλανίζει την Εκκλησία στους αιώνες. Οι Κανόνες είναι οδοδείκτες ζωής και όχι νομικά πλαίσια».
Τέλος, επεσήμανε ότι η Πενθέκτη επετέλεσε τετραπλό, πολύτιμο έργο ως προς τους Κανόνες: Ερμήνευσε τους Κανόνες των προηγούμενων Οικουμενικών Συνόδων, τροποποίησε Κανόνες, κατήργησε Κανόνες και ανανέωσε Κανόνες.
Ακλούθησε ενδιαφέρουσα και εκτεταμένη συζήτηση, ενώ την σύνοψη των συμπερασμάτων έκανε ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος.