Πολλές φορές έγραψα για το πάρσιμο της Πόλις όπως θα έλεγε προσφυώς και ο πολύς Κόντογλους! Κάθε φορά όμως είναι ξέχωρη όταν ανατέλλει μια συγκεκριμένη ημερομηνία στο ημερολόγιο που γράφει 29 Μαΐου!
Ήταν λοιπόν σαν σήμερα, ημέρα Τρίτη ξημερώματα της 29ης Μαΐου του 1453, όταν ο Θεός αποφάσισε να σβηστεί από το χάρτη ολάκερη αυτοκρατορία που μέτρησε πάνω από χίλιους χρόνους ζωής και παρουσίας στην ανθρώπινη ιστορία. Εκείνο το ξημέρωμα, το τελευταίο για την Αυτοκρατορία της Κωνσταντινουπόλεως, ήταν το πιο θλιβερό απ’ όσα ξημερώματα είχε ζήσει αυτή η μοναδική στον κόσμο μεταξύ Δύσης και Ανατολής Πόλη. Χιλιάδες αγαρηνοί έξω απ’ τα πελώρια τειχιά της έκρουαν τα τύμπανα του πολέμου σαν τα κοράκια που κράζουν μπροστά στο ετοιμοθάνατο σώμα που σε λίγο θα γίνει βορά τους.
Μέσα από τα τείχη, άντρες, γυναίκες και παιδιά, όσοι απόμειναν μέσα στην Πόλη και δεν την εγκατέλειψαν όταν μπορούσαν, στέκουνταν απέναντι στα αγαρηνά φουσάτα, αυτοί οι λίγοι, απέναντι στους χιλιάδες, σαν να τους έλεγαν, ”κοπιάστε, ελάτε να πάρετε ότι απόμεινε από μια ιστορία αιώνων, κοπιάστε να πάρετε στο λαιμό σας τις αρές και τις κατάρες όλων όσων έρθουν πάνω στη γης μετά από μας για το αφανισμό μιας αυτοκρατορίας…”
Έξω από τα τείχη, τα φουσάτα! Οι ορδές των βαρβάρων που τα μάτια τους γυάλιζαν στο ξημέρωμα εκείνης της μέρας! Είχαν ακούσει με χαρά τον Πορθητή, να τους λέει πως θα διαγούμιζαν την Πόλη για τρεις ολάκερες μέρες αν κατάφεραν να την πατήσουν! Τρεις μέρες για τις οποίες τελικά μετάνιωσε πρώτος ο ίδιος ο Μωάμεθ ο Πορθητής, όταν μπήκε μέσα καβαλάρης και είδε τι έγκλημα απέναντι στην ιστορία είχε επιτελεστεί… Δεν είναι τυχαίο πως φτάνοντας στην Μεγάλη Εκκλησία, στην Αγιά Σοφιά, πριν μπει μέσα, έδωσε εντολή να σκοτώσουν έναν που προσπαθούσε να ξηλώσει τα μάρμαρα… Συγκλονίστηκε ο ίδιος ο Πορθητής βλέποντας πως το πάρσιμο της Πόλης τελικά ήταν ένα διαγούμισμα ενός θησαυρού που δεν ανήκε σε έναν αλλά στον κόσμο!
Καμιά φορά διαβάζοντας ξανά και ξανά τα σχετικά με το πάρσιμο της Πόλης, βλέπεις πως τελικά αυτό ήταν το θέλημα του Θεού, να σβηστεί από το χάρτη της παγκόσμιας ιστορίας. Βέβαια, είναι αλήθεια, προσπάθησε ο ίδιος ο πορθητής να μην σβήσει την αίγλη της θεοφρούρητης Αυτοκρατορίας! Θέλησε, ανεπιτυχώς όπως και οι επόμενοι μετά από αυτόν, να διατηρήσει κάποια στοιχεία από την παλαιά Αυτοκρατορία. Πως μπορούσε όμως να γίνει αυτό; Και οι Βυζαντινοί είχαν ακατάλληλα πρόσωπα που γίναν αυτοκράτορες, όπως και οι Οθωμανοί μετέπειτα ακατάλληλα πρόσωπα που γίνανε Σουλτάνοι. Όμως, ο χειρότερος βυζαντινός αυτοκράτορας μπορούσε να συγκριθεί μόνον με τον καλύτερο Οθωμανό Σουλτάνο!
Σήμερα, στην Κωνσταντινούπολη του 21ου αιώνα, πολλά θυμίζουν την ημέρα εκείνη την φοβερά! Βλέπεις και οι Τούρκοι χωρίς να το θέλουν το υπενθυμίζουν με φιέστες που συμβολίζουν το έγκλημα κατά της ιστορίας που συνέβει εκείνη την μέρα. Τα παλιά τειχιά, όσα απέμειναν, μαρτυρούν σιωπηλά όσα ζήσαν. Κυκλώνουν την Μεγάλη αιχμάλωτη από τους μιναρέδες Εκκλησιά, προσπαθώντας να την παρηγορήσουν για το ναμάζι που την απειλούν ξανά να δεχτεί στα σπλάχνα Της!
Σίγουρα κάπου εκεί μέσα στα χώματα αυτής της Πόλις, είναι σπαρμένο και το ακέφαλο κορμί του τελευταίου Αυτοκράτορα της Πόλεως του Κωνσταντίνου Δραγάση- Παλαιολόγου. Άλλοι λένε πως είναι στο Ναό της Αγίας Θεοδοσίας που γιόρταζε εκείνη την ημέρα και χάριν των τριανταφύλλων που την στόλιζαν την ονόμασαν από τότε ”Γκιούλ τζαμί”!
Ο μεγάλος Σκιαθίτης λογοτέχνης Αλέξαντρος Μωραϊτίδης πάντως, στο οδοιπορικό του στην Πόλη των νεότερων χρόνων, μαρτυρά πως ίσως βρίσκεται στην περιοχή του Βεφά. Έτσι θα κλείσω λοιπόν το μνημούρι της Αλώσεως σήμερα, δανειζόμενος την γραφή του Μοναχού Ανδρονίκου σε μια αποτύπωση εικόνων μιας άλλης εποχής όχι πολύ μακρυά από την δική μας. ” Ο τύμβος ήτο ευπρεπισμένος και καθαρός, κανδήλα δε έφεγγεν ημέραν και νύκτα επάνω εις το πολύτιμον χώμα εκείνο, υπό το οποίον ανεπαύετω ο τελευταίος των Ελλήνων μονάρχης. Η εξουσία εφρόντιζε περί της διατηρήσεως του τάφου και ο Σουλτάνος αυτός παρεχώρει το έλαιον της κανδήλας, τιμών τον βασιλέα, τον οποίον ετίμησε πρεπόντως, κατά την ιστορίαν, και ο μέγας μελαμψός νικητής του, θαυμάσας την ανδρείαν του. Αλλά τους τελευταίους χρόνους γείτων αγάς, φανατικός μουσουλμάνος, αφηνιάσας μίαν ημέραν από την δριμείαν του ούζου επήρειαν, εκρήμνισε το μνημείον, κατέστρεψε τα κάγκελλα και έσβυσε και έθραυσε την κανδήλαν, ήτις έκτοτε δεν ανήφθη πλέον, αλλ’ ουδέ θ’ αναφθή… Τις οίδε!….
π. Θωμάς Ανδρέου