Ι.Μ. ΧΙΟΥ: Ευλογημένον τό όνομα τού Πατρός καί τού Υιού καί τού Αγίυ Πνεύματος διότι ηξιώθη ο πιστός λαός τού Θεού νά εορτάση τήν 175ην επέτειον τών εγκαινίων τού Ιερού Ναού Αγίου Μάρκου Βροντάδου Χίου, ιδιαιτέρως δέ επειδή τό σωτήριον έτος 2020 αφιερώθη από τήν Ιεράν Μητρόπολιν Χίου, Ψαρών καί Οινουσσών εις τόν Άγιον ένδοξον πανεύφημον Απόστολον καί Ευαγγελιστήν Μάρκον.
Ο εφετεινός εορτασμός είχεν καί τήν μορφήν Ιεράς Πανηγύρεως διά τήν Ενορίαν, δεδομένου ότι η μνήμη τού αγίου (25 Απριλίου) ετιμήθη λαμπρώς εκκλησιαστικώς, αλλά εις περίοδον μέτρων μή επιτρεπόντων τήν προσέλευσιν τών ενοριτών εις τόν Ιερόν Ναόν των.
Τό εσπέρας τής 29ης Σεπτεμβρίου 2020 ετελέσθη Μέγας Αρχιερατικός Εσπερινός Χοροστατούντος τού μονίμου κατοίκου τής Ενορίας Σεβ. Μητροπολίτου Χίου, Ψαρών καί Οινουσσών κ. Μάρκου, μέ τήν συμμετοχήν ικανού αριθμού Κληρικών καί πιστών.
Τόν θείον λόγον εκήρυξεν ο Αιδεσιμολ. Πρωτοπρεσβύτερος τού Οικουμενικού Θρόνου κ. Δημήτριος Γεόμελος, Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος τής Ιεράς Μητροπόλεως Χίου, Ψαρών καί Οινουσσών, ο οποίος είπεν:
Σεβασμιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,
Μητροπολίτα καί Ποιμενάρχα τής κατά Χίον, Ψαρά καί Οινούσσας Θεοσώστου καί Θεοφρουρήτου Ιεράς Μητροπόλεως.
Αινούμεν, υμνούμεν, ευλογούμεν, προσκυνούμεν καί δοξολογούμεν τόν Τριαδικόν Θεόν, τόν άναρχον Πατέρα καί τόν συνάναρχον Υιόν καί τό συναΐδιον καί ομοούσιον Πνεύμα, διότι, διά τών πρεσβειών τής Υπερευλογημένης Κυρίας Θεοτόκου, “τής τά δευτερεία τής Θεότητος φερούσης”, μάς αξιώνει στήν σημερινή εκ μεταθέσεως λαμπρά εκκλησιαστικώς καί πανσεβάσμιο καί θεοτερπή συνάμα Ιερά Πανήγυρη τής Ιεράς Μνήμης τού Αγίου, ενδόξου Αποστόλου καί Ευαγγελιστού Μάρκου στόν πάνσεπτο καί περίλαμπρο αυτό ομώνυμό του Ιερό Ναό, συνεορταζομένη μετά τής 175ης Επετείου τών σεπτών Εγκαινίων αυτού.
Πάλλονται οι καρδιές, συγκίνησις ιερά συνέχει όλους μας, καθώς αναλογιζόμεθα τούς ιερούς πόθους, τήν πίστη, τήν ευλάβεια καί τόν αγώνα τών πατέρων καί τών πατέρων τών πατέρων σας, τών αειμνήστων κτιτόρων τού Ιερού Ναού τούτου, γιά τήν ανέγερση τού Ιερού τούτου Ναού καί συνάμα τή χαρά καί τήν αγαλλίαση κατά τήν ολοκλήρωση καί τόν εγκαινισμόν του. Τότε ένιωσαν νά αναπαύωνται οι καρδιές τους καί νά ευλογούνται οι υπάρξεις τους, μέ τήν αφιέρωση στόν πρώτο Ευαγγελιστή τής Εκκλησίας μας τού εγκαλωπίσματος τούτου, γιά είναι πρεσβευτής αέναος καί προστάτης θερμότατος τής Ενορίας αυτής ως καί συμπάσης τής Ιεράς Μητροπόλεως Χίου, Ψαρών καί Οινουσσών.
Καί τούτο, γιατί ο ναός είναι ο τόπος λατρείας τού Θεού, τό ορατό σημείο τής παρουσίας τού Θεού, ο κατεξοχήν τόπος προσευχής, πού αποτελεί συνάμα καί μικρογραφία τού σύμπαντος, τού νοητού καί τού αισθητού κόσμου καί ο οποίος, επίσημα, μέ καθιέρωση – Εγκαίνια από Επίσκοπον, αποδίδεται στή λατρεία τού Θεού.
Σύμφωνα μέ τίς μαρτυρίες πού έχομε από τούς Πατέρες τής Εκκλησίας, τούς πρώτους τρείς αιώνες, λόγω καί τών φοβερών διωγμών πού υφίστατο η χριστιανική πίστις, δέν έχομε Εγκαίνια ναών. Από τόν τέταρτο αιώνα ξεκινά σταδιακά μιά πρώτη μορφή εγκαινίων μέ τήν τέλεση τής πρώτης Αρχιερατικής Θείας Λειτουργίας στό Ναό αυτό, τήν εκφώνηση τών πανηγυρικών λόγων καί τήν ανάγνωση ευχών καί, πρός τό τέλος τού τετάρτου αιώνα, τήν κατάθεση ιερών λειψάνων κάτω από τήν Αγία Τράπεζα.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός ξεκινά έναν πολύ ωραίο λόγο του, πού αποτελεί αυτολεξεί καί τό περιεχόμενον τών στιχηρών τροπαρίων τού Εσπερινού τής 13ης Σεπτεμβρίου, γιά τήν Επέτειο τών Εγκαινίων τού Πανιέρου Ναού τής Αναστάσεως τών Ιεροσολύμων, αναφερόμενος στήν παλαιά συνήθεια εγκαινισμού τών ναών. Επισημαίνει πώς η ανάμνηση τών εγκαινίων τού ναού κάθε χρόνο, πού ονομάζεται “Φωτοδρόμιο”, βοηθάει ώστε νά μήν χάνωνται τά καλά καί αγαθά έργα. Συνεχίζοντας τόν λόγο του, προτρέπει τους πιστούς νά προσέχουν τούς εαυτούς τους καί νά αποφεύγουν οτιδήποτε μπορεί νά βλάψει τήν ψυχή τους, καθώς, επίσης, καί οτιδήποτε μπορεί νά σταθεί εμπόδιο στή σωτηρία τους. Η μόνη ελπίδα καί η σωτηρία στόν άνθρωπο είναι ο Θεός. Γιά τόν λόγο αυτό προτρέπει όλους τούς ανθρώπους νά στραφούν μέ όλη τους τή δύναμη πρός τόν Θεό, – αυτός πρέπει νά είναι καί σήμερα καί πάντοτε ο πρώτος καί “ού έχομεν χρείαν” σκοπός τής ζωής μας, – νά εφαρμόζουν πιστά τίς εντολές Του καί νά ακούν προσεκτικά τόν λόγο Του. Νά αγαπούν τού συνανθρώπους τους καί νά μήν έχουν μέσα τους φθόνο, μίσος καί εμπάθεια. Τούς συμβουλεύει, ακόμη, νά μήν είναι άπληστοι, νά επιζητούν τά αιώνια καί όχι τά πρόσκαιρα. Νά αποφεύγουν νά είναι υπερήφανοι καί νά μήν είναι φιλήδονοι. Νά χωρίζωνται από κάθε τι πού οδηγεί στόν πνευματικό καί τόν αιώνιο θάνατο. Έτσι εγκαινίζεται ο κάθε χριστιανός, πού είναι ναός-κατοικητήριο τού Αγ. Πνεύματος, “ούτω τιμάται η τών Εγκαινίων ημέρα”.
Ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, διαπρεπής Θεολόγος τού 14ου αιώνος, παραλληλίζει τήν κατά τήν Τελετήν τών Εγκαινίων πλύση τής αγίας τραπέζης μέ ευλογημένο καί αγιασμένο νερό, μέ τό νερό τού μυστηρίου τού Βαπτίσματος. Στή Βάπτιση καθαγιάζεται πρώτα τό νερό καί μετά βαπτίζεται ο κατηχούμενος. Ο ιεράρχης, κατά τόν ίδιο τρόπο, καθαρίζει τήν αγία τράπεζα μέ ευλογημένο νερό, ώστε ο ναός νά παραδοθεί καθαρός γιά νά δοξάζεται τό όνομα τού Θεού. Μετά κάνει λόγο γιά τό ροδόσταγμα, πού είναι η προσφορά τού ανθρώπου στόν Θεό, ενώ τό άγιο μύρο φέρει στό ναό τή Χάρη τού Θεού. Η Αγία Τράπεζα χρίεται μέ τό άγιο μύρο, γιατί αυτό μεταδίδει τά χαρίσματα τού Αγίου Πνεύματος, είναι τό εργαστήριο τών δωρημάτων τού Αγίου Πνεύματος, ο θρόνος τής δόξας τού Θεού, τό μνήμα, ο τάφος καί η ανάσταση τού Χριστού. Επάνω στήν Αγία Τράπεζα τελείται τό μυστήριο τών μυστηρίων, τής Θείας Ευχαριστίας, πού εξαγγέλει τήν διά τής θυσίας τού Χριστού θριαμβευτική καί οριστική νίκη επί τού θανάτου καί τήν εμπειρία τής χαράς τής αναστάσεως καί τής αιωνίου ζωής καί μακαριότητος (αυτό άλλωστε είναι τό μήνυμα τού καινοδιαθηκικού Ναού), ως καί όλες οι αγιαστικές τελετές καί οι Χειροτονίες τών Κληρικών.
Προτύπωση τών Εγκαινίων έχομε στό Βιβλίο τής Γενέσεως, μέ τήν πράξη τού Πατριάρχου Ιακώβ, ο οποίος έλαβε τήν πέτρα, πού εχρησιμοποίησε ως προσκέφαλο κατά τόν ύπνο του, τήν έστησε όρθια καί έρριξε λάδι στό επάνω μέρος της, φανερώνοντας ότι αυτή η πέτρα δέν ήταν κάτι τό συνηθισμένο, αλλά κάτι τό ιερό καί αγιασμένο.
Η κατάθεση ιερών λειψάνων αγίων μαρτύρων κατά τήν τελετή τών εγκαινίων ενός νέου ναού παγιώθηκε καί καθιερώθηκε μέχρι σήμερα μετά τήν απόφαση τής Ζ Οικουμενικής Συνόδου. Η αγία Τράπεζα καθιερώνεται καί ο ναός θεωρείται εγκαινιασμένος μόνον εάν κατατεθούν στό θυσιαστήριο λείψανα αγίων μαρτύρων. Ο κανόνας αυτός τηρείται από τόν Η αι. μέχρι καί σήμερα καί όλοι οι ναοί οφείλουν νά είναι εγκαινιασμένοι μέ λείψανα αγίων μαρτύρων, σύμφωνα μέ συγκεκριμένη ακολουθία. Η αρχική αποκλειστικότητα εγκαινιασμού θυσιαστηρίου μέ τή χρήση λειψάνων μαρτύρων σταδιακά επεκτείνεται, καθώς καθίσταται δυνατή η χρήση λειψάνων άλλων αγίων, κατά προτεραιότητα οσίων ασκητών ή δικαίων. Τούτο βασίζεται στήν εξίσωση τών μοναχών πρός τούς μάρτυρες, καθότι καί αυτοί υπέστησαν εκουσίως τό «μαρτύριο τής συνειδήσεως» – δηλαδή τής χριστιανικής άσκησης – αντί τού «μαρτυρίου τού αίματος».
Ο συνεορτασμός, λοιπόν, αυτός, τόν οποίον ενεπνεύσθητε καί ευλογήσατε, Σεβασμιώτατε, τής Επετείου τών Εγκαινίων τού Ιερού τούτου Ναού μετά τής εκ μεταθέσεως Ιεράς Μνήμης τού Αποστόλου καί Ευαγγελιστού Μάρκου, πρός τόν οποίον είναι αφιερωμένος, ως καί τό σωτήριον έτος 2020 δι’ όλην τήν Ιεράν Μητρόπολιν Χίου, Ψαρών καί Οινουσσών, αποτελεί θεοτερπή καί απολύτως σύμφωνον πρός τήν εκκλησιαστικήν ιστορίαν καί παράδοσιν πράξιν, τοσούτον μάλιστα καθ’ όσον στήν οικία τής Μαρίας, τής μητρός τού Αποστόλου Μάρκου, ετέλεσεν ο Κύριος τόν Μυστικόν Δείπνον, ήταν συγκεντρωμένοι οι Απόστολοι κι εκεί “κεκλεισμένων τών θυρών” δέχθηκαν τήν επίσκεψη τού Αναστάντος Χριστού, έγινε η επιφοίτηση τού Αγίου Πνεύματος καί απετέλεσε η οικία αυτή τήν πρώτη “κατ’ οίκον” εκκλησία, τόν πρώτο Ναό γιά τή συνάθροιση τών χριστιανών, τήν τέλεση τής Θ. Λειτουργίας καί τήν Θ. Κοινωνίαν τών πιστών.
Δεηθήτε, Σεβασμιώτατε, ώστε νά αποκτήσωμε καρπόν πνευματικόν εκ τού συνεορτασμού τούτου, νά θελήσωμε νά παλέψωμε προκειμένου νά ζούμε φωτιστικά καί μεταμορφωτικά στή ζωή μας, εγκαινιζόμενοι καί ανακαινιζόμενοι τόν έσω τής καρδίας άνθρωπον μέ τήν μετάνοια, τήν ταπείνωση καί τήν μελέτη τού ιερού Ευαγγελίου. Καί πρό παντός μέ τήν εφαρμογή του. Αυτό μάς ζητά ο Ευαγγελιστής Μάρκος. Γιατί κοινωνία χωρίς Ευαγγέλιο είναι κοινωνία χωρίς αλήθεια, δηλαδή κοινωνία απάτης. Κοινωνία χωρίς Ευαγγέλιο είναι κοινωνία χωρίς αγάπη, δηλαδή κοινωνία μίσους καί αλληλοεξοντώσεως. Καί αυτό σημαίνει ότι καί τώρα μόνο μέ τό Ευαγγέλιο θά προοδεύση καί θά σωθή καί η Πατρίδα μας. ΑΜΗΝ!
Τήν κυριώνυμον ημέραν 30ήν Σεπτεμβρίου 2020 ετελέσθη δισαρχιερατική Θεία Λειτουργία συνιερουργούντων τού Σεβ. Μητροπολίτου Χίου, Ψαρών καί Οινουσσών κ. Μάρκου καί τού Σεβ. Αρχιεπισκόπου Αβήλων κ. Δωροθέου (Πατριαρχείου Ιεροσολύμων) μέ τήν συμμετοχήν αρκετών Κληρικών καί τού Αρχιδιακόνου π. Αποστόλου Λάρδα, ικανού αριθμού πιστών, αντιπροσωπειών τών μαθητών τού Γ΄ Δημοτικού Σχολείου Αγίου Μάρκου Βροντάδου, τών σπουδαστών τών ΑΕΝ Πλοιάρχων Οινουσσών καί Μηχανικών Χίου, τών φοιτητών τού Πανεπιστημίου Αιγαίου, τών παιδιών τής Κατασκηνώσεως τής Ιεράς Μητροπόλεως Χίου «ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ», τών τοπικών αρχών κ.ά.
Τόν θείον λόγον εκήρυξε ο Σεβ. Χίου, ο οποίος προέβη εις βιβλικήν ερμηνείαν καί θεολογικήν ανάλυσιν τής περικοπής τού κατά Μάρκον Ευαγγελίου Κεφ. ιδ΄, στίχοι 51-52: «καί είς τις νεανίσκος ηκολούθησεν αυτώ περιβεβλημένος σινδόνα επί γυμνού καί κρατούσιν αυτόν οι νεανίσκοι. Ο δέ καταλιπών τήν σινδόνα γυμνός έφυγεν απ αυτών», τονίσας τήν ερμηνείαν τού Θεοφυλάκτου «ούτος ο νεανίσκος εικός ότι εκ τής οικίας εκείνης ήν, έφαγον τό Πάσχα».
Καί εν συνεχεία ο Σεβασμιώτατος Χίου είπεν: «Δεχόμενοι ότι η οικία τού Μυστικού Δείπνου ήτο εκείνη τής Μαρίας, μητρός τού Μάρκου, δυνάμεθα νά εξηγήσωμεν διατί παρεισήχθη εις τό δεύτερον Ευαγγέλιον, καί εις μόνον τούτο, η αφήγησις ασημάντου τινος επεισοδίου, ουδεμίαν ουσιώδη σχέσιν πρός τήν σύλληψιν τού Κυρίου έχοντος, καί η αποφυγή τής κατονομασίας τού νεανίσκου κατά τόν Παν. Τρεμπέλαν. Ο νεανίσκος αυτός ήτο ο Άγιος Μάρκος. Εις τούτο συνηγορεί καί γραφή τών αλεξανδρινών κωδίκων συνηκολούθει αυτώ (αντί ηκολούθησεν αυτώ), η οποία ερμηνεύει ότι εξ αρχής τής εξόδου τού Ιησού μετά τών μαθητών Του από τήν οικίαν τής μητρός τού Αγίου Μάρκου ο νεανίσκος τούς ηκολούθει».
Ο Ιερός Ναός ευρίσκεται εις θέσιν καθ ήν τόν 16ο αιώνα ευρίσκετο γενουάτικη έπαυλις μέ ναΰδριον τού Αγίου Μάρκου.
Μέ τήν αποχώρησιν τών Γενουατών από τήν Χίον, ο Ναός περιέρχεται εις τούς Ορθόδοξους καί εις τά τέλη τού 18ου αιώνος είναι δίκλιτος μέ παράβημα τού Αγίου Κωνσταντίνου.
Κατεστράφη κατά τήν σφαγήν τής Χίου τό 1822 καί, εν συνεχεία, ανηγέρθη νέος Ιερός Ναός τρίκλιτος μέ νέον παράβημα τού Αγίου Νικολάου καί εγκαινιάζεται τήν 30ήν Σεπτεμβρίου 1845 από τόν Μητροπολίτην Χίου Σωφρόνιον (είτα Πατριάρχην Αλεξανδρείας).
Υπέστη φοβεράς ζημίας κατά τόν σεισμόν τού 1881 καί ανεκαινίσθη καί ενεκαινιάσθη τήν 25ην Απριλίου 1889.
Εις τόν Ιερόν Ναόν φυλάσσεται τεμάχιον υφάσματος μέ αίμα τού Νεομάρτυρος Αγίου Αγγελή τού Αργείου, ο οποίος πρό τού μαρτυρίου του διήλθεν από τήν Ενορίαν.
Ο Ιερός Ναός Αγίου Μάρκου εδέχθη προσφάτως τάς ευλογητάς επισκέψεις τού Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου (2015) καί τού Αρχιεπισκόπου Αθηνών καί Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου (2013), καθώς καί τού πρ. Πρωθυπουργού κ. Αντωνίου Σαμαρά, τού πρ. Πρυτάνεως τού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γεωργίου Μπαμπινιώτη, Καθηγητού Γλωσσολογίας, καί τού πρ. Αρχηγού ΓΕΝ Ναυάρχου κ. Κοσμά Χρηστίδη.
Εις τήν ενορίαν λειτουργεί Ίδρυμα μέ τήν επωνυμίαν «Ίδρυμα Πνευματικόν καί Πολιτιστικόν Κέντρον Ιερού Ναού Αγίου Μάρκου Βροντάδου ο Ευαγγελιστής Μάρκος». Χορωδία Κυριών μέ Χοράρχην τόν κ. Σταύρον Στείρον, Καθηγητήν Μουσικής, καί διδασκαλία μαθημάτων παραδοσιακής πηλοποιΐας από τήν κ. Μαρίαν Χρυσούλη.