Του Σωτήρη Μ. Τζούμα
Λέει συχνά σε εθνικού περιεχομένου ομιλίες του ο Σεβ.Γέροντας Μητροπολίτης Κονίτσης κ. Ανδρέας:
«…Ο προκάτοχός μου μακαριστός Σεβαστιανός ήταν γίγαντας, εγώ μπροστά του είμαι ένας νάνος!».
Και παρ’ όλο το αγωνιστικό φρόνημά του –είδαμε δείγματα γραφής στην πρόσφατη ΔΙΣ- έχει την ταπείνωση να μην συγκρίνει τον εαυτό του με τον Σεβαστιανό, ο οποίος με τους αγώνες του ανέδειξε το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα. Αυτό σε απλά ελληνικά, λέγεται αυτογνωσία.
Ωστόσο, όλοι οι ιεράρχες μας δυστυχώς δεν διαθέτουν την ταπείνωση του Σεβ. Κονίτσης. Και επειδή φέρουν μια μίτρα, μια πατερίτσα κι έναν τίτλο μιας πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Μητροπόλεως της Μητρός Εκκλησίας, νομίζουν ότι μπορούν να συγκρίνουν τους εαυτούς τους με τα αναστήματα πού έχουν περάσει από το Φανάρι και να νομίζουν πως είναι αυτοί!
.Όχι Άγιοι δεν έχετε καμία σχέση με τους παλαιούς Αρχιερείς.Εκεινοι ήταν μεγάλα αναστήματα και ήταν πλασμένοι από άλλη στόφα!
Τί σχέση μπορεί να έχει κάποιος σύγχρονος Φαναριώτης με έναν Δέρκων Ιάκωβο ή έναν Ικονίου Ιάκωβο ή έναν Σταυρουπόλεως Μάξιμο ή έναν Πέργης Ευάγγελο ή τον Άγιο Θεοδωρουπόλεως Γερμανό; Ό,τι σχέση μπορεί να έχει ένας λέων με έναν μυρμηκολέοντα, ένας λέων με έναν χαμαιλέοντα!
Ο Βαρθολομαίος τα είχε όλα αλλά του έλειπε το οργανωτικό πνεύμα. Δεν τα πήγαινε καλά με την διοίκηση και τη λειτουργία της ανάθεσης.
Ήταν και παραμένει τολμηρός και θεληματικός, με πολλή φαντασία, πρωτοποριακός σε ρυθμό που δυσκολεύονται και οι προοδευτικοί ακόμα να παρακολουθήσουν. Γιαυτό συχνά βρίσκεται μόνος του στους δρόμους τους οποίους χαράζει. Η μοίρα των πρωτοπόρων. Διαφορετικά, δεν θα ήταν πρωτοπόρος.
Αλλά δυστυχώς , γιαυτόν δεν έχει το χάρισμα να εμπνέει και να συντάσσει πέριξ αυτού τους καλύτερους. Η επιλογή σωστών συνεργατών είναι το πρώτο χάρισμα που πρέπει να διαθέτει ένας ηγέτης και μάλιστα εκκλησιαστικός.
Δυστυχώς ο Πατριάρχης αντί να έχει δίπλα του εκλεκτούς, φλογερούς, πιστούς και ακέραιους συνεργάτες, πλαισιώνεται από μετριότητες, με πολλά και διάφορα προβλήματα και κουσούρια.
Ασφαλώς υπάρχουν και οι εξαιρέσεις.Αλλά δεν τις επιστρατεύει συχνά. Προτιμά να έχει κοντά του άτομα που λένε πάντα ναι! Που δεν αντιδρούν σε ο,τι και αν ακούσουν. Που τα ελέγχει ! Νομίζει ότι τα ελέγχει.
Όταν έστειλε για τις διαβουλεύσεις με την ελληνική πολιτεία και τον τότε Υπουργό Παιδείας κ. Γαβρόγλου τον Πριγκηποννήσων Δημήτριο, μύρισε η Ελλάδα Φανάρι και λιβάνι! Και είναι ένας από τους λίγους με αυτό το θεολογικό και ηγετικό ταπεραμέντο που διαθέτει το Φανάρι.
Την ίδια ακριβώς εικόνα έχω και το θυμάμαι όταν ερχόταν ο Βαρθολομαίος στην Ελλάδα ως Φιλαδελφείας ή ως Χαλκηδόνος. Τον θυμάμαι αγέρωχο στη διένεξη που δημιουργήθηκε στην ΔΕΘ με τον μακαριστό Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα Χρυσοφάκη όταν ήλθε ως απεσταλμένος του Φαναρίου ( ήταν τότε που έκανε το Φανάρι πρόβα τζενεράλε για το πως θα επιβληθεί στην Εκκλησία της Ελλάδος για τις Νέες Χώρες). Και ο Βαρθολομαίος παρά την δύσκολη στιγμή που έζησε συμπεριφέρθηκε ως εκκλησιαστικός ηγέτης και μάλιστα λιβανομυρισμένος! Ποιος άλλος μετά τον Βαρθολομαίο και μετά τον Δημήτριο; Θλιβερή η διαπίστωση.
Ευχής έργο θα ήταν πάντως να υπήρχαν περισσότερες τέτοιες επιλογές ώστε να δινόταν η δυνατότητα στον παναγιώτατο Πατριάρχη να τις χρησιμοποιεί για τα καλώς νοούμενα συμφέροντα του θεσμού.
Το Φανάρι έχει ιστορία λάμψης και δόξης αιώνων. Όποιος όμως σήμερα φέρει τον βαρύ τίτλο του Φαναριώτη Ιεράρχη δεν σημαίνει ότι είναι και αντάξιος συνεχιστής του Φαναρίου των 17 αιώνων!Αναγκαίο κακό είναι μερικοί από δαύτους. οι οποίοι μάλιστα έχουν χάσει την ρότα τους και λοξοδρόμησαν από την πορεία που έχουν χαράξει οι παλαιότεροι. Και είναι κρίμα. Είναι λυπηρό αλλά είναι και επικίνδυνο.
Είναι καιρός οι άγιοι Φαναριώτες Ιεράρχες και λοιποί εγκαταβιούντες στο ένδοξο Φανάρι να σταματήσουν την Ντόλτσε βίτα και τις άλλες «δραστηριότητες»(ξέρουν αυτοί) και να εντρυφήσουν περισσότερο στην ένδοξη ιστορία τους αλλά και να αναθεωρήσουν κάποιες απόψεις, ώστε το Φανάρι να ξαναβρεί την παλαιά του αίγλη προς δόξα Θεού και ωφέλεια της καθολικής Ορθοδοξίας.
Αν δεν συμβεί αυτό τότε οι καμπάνες του Πατριαρχικού ναού θα ηχούν πια περισσότερο πένθιμα παρά χαρμόσυνα και δεν είναι απαραίτητο να πρόκειται περί εξοδίου ακολουθίας.