Ὅπως κάθε χρόνο, ὁ ἑορτασμὸς τῆς Πεντηκοστῆς στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης σφραγίστηκε ἀπὸ τὴν ἐτήσια προσκυνηματικὴ ἐπίσκεψη τῶν ἀποφοίτων αὐτῆς μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν Πρόεδρο τῆς ἐν Ἀθήναις Ἑστίας Θεολόγων της Ἐντιμολ. κ. Νικόλαο Ξεξάκη, ὁμότιμο καθηγητῆ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου τῶν Ἀθηνῶν.
Τῆς πανηγυρικῆς Θ. Λειτουργίας προέστη ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Προύσης κ. Ἐλπιδοφόρος, ἡγούμενος τῆς Μονῆς, ὁ ὁποῖος, μὲ τὴν ἄδεια τοῦ Πατριάρχου ἐτέλεσε καὶ τὴν εἰς πρεσβύτερο χειροτονία τοῦ ἐκ τῶν πατέρων τῆς Μονῆς πατρὸς Ἰωαννικίου Γρηγοριάδου, προοριζομένου γιὰ τὴν θέση τοῦ μονίμου ἐφημερίου τοῦ Καθολικοῦ.
Ὁ ἡγούμενος στὴν προσφώνησή του πρὸς τὸν νέο ἱερέα, ἀναλύοντας τὴν εὐαγγελικὴ καὶ τὴν ἀποστολικὴ περικοπή, εἶπε μεταξὺ ἄλλων τὰ ἑξῆς:
- Εἶναι, ὅμως, Πεντηκοστὴ σήμερα καὶ γιὰ σένα, ἀγαπητὲ πάτερ Ἰωαννίκιε. Ὄχι «προσωπική» Πεντηκοστή, ὅπως συνηθίζεται νὰ λέγεται. Ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι πάντοτε ἕνα ἐκκλησιαστικὸ γεγονὸς καὶ ποτὲ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι προσωπικὴ ὑπόθεση. Πράγματι, σήμερα εἶναι ἡ δική σου ἡμέρα τῆς χειροτονίας, καὶ δὴ εἰς πρεσβύτερον. Παρὰ ταῦτα, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὅπως καὶ στὴν Πεντηκοστὴ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ἔτσι καὶ σήμερα, ἔτσι καὶ κάθε φορά, ὅταν πνέει εἶναι ἦχος ἐξ οὐρανοῦ, εἶναι πνοὴ βιαία φερομένη, ἡ ὁποία τραντάζει τὸν τόπο καὶ γεμίζει τὸν χῶρο, προσελκύει τοὺς εὐσεβεῖς καὶ τοὺς κάνει ἕνα σῶμα, τοὺς κάνει Ἐκκλησία.
- Γίνεσαι ἱερεὺς καὶ ἐφημέριος τῆς καθ’ ἡμᾶς ἱερᾶς αὐτῆς Μονῆς καὶ ἐπωμίζεσαι εὐθύνη καὶ χρέος μεγάλο καὶ ἱστορικό. Διότι πρόκειται γιὰ τὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος Χάλκης, τὴν ἱδρυθεῖσα ὑπὸ τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Φωτίου τοῦ Μεγάλου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Ὁμολογητοῦ, τὴν (Μονή) τὴν περιβεβλημένη μὲ Πατριαρχικὴ καὶ Σταυροπηγιακὴ ἀξία. Θὰ ἱερουργεῖς στὸ θυσιαστήριο αὐτό, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου γενεὲς γενεῶν ἱεροσπουδαστῶν κατέθεσαν τὰ δάκρυα τῆς προσευχῆς τους, τὴν ἀγωνία τῆς ψυχῆς τους, τὴν ἐλπίδα τῆς ἐκκλησιαστικῆς τους διακονίας, ἐκεῖ ποὺ ἐναπέθεσαν τὴ ζωή τους ὅλη, τὴ νιότη καὶ τὸ γῆρας τους. Καὶ ὅπου καὶ ἐὰν ἀπεδήμησαν στὸν κόσμο, σημεῖο ἀναφορᾶς τους, ὅπως ἡ πυξίδα στὸ βορρᾶ, παρέμεινε ἡ Ἱερὰ αὐτὴ Θεολογικὴ Σχολή, ἡ μήτρα ἡ πολύτεκνος καὶ ἡ καλλίτεκνος τῶν στελεχῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
Ὁ νεοχειροτονηθεὶς Ἱερομόναχος Ἰωαννίκιος στὴ σύντομη ὁμιλία του ἀναφέρθηκε στοὺς λόγους τοῦ Πατριάρχη κατὰ τὴν εἰς διάκονο χειροτονία του, οἱ ὁποῖοι προκάλεσαν ἐντός του «μια εκρηκτική διαστολή του ψυχολογικού μεγέθους του ναϋδρίου τούτου και, συνεπώς, μια σχεδόν καθηλωτική συνειδητοποίηση του βάρους της ευθύνης που καλούμαι να επωμιστώ ενώπιον του Θεού, της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας και της Ιστορίας του Γένους».
Καὶ συνέχισε λέγοντας:
«Σήμερα, όμως, την ημέρα της Πεντηκοστής, φωτίζεται ο νους μου υπό του Πνεύματος του Αγίου και ενθυμούμενος ότι ο Θεός άνοιξε «τὸ στόμα τῆς ὄνου του Βαλαάμ» (Αριθμ. 22, 28), γεμίζω με ελπίδα ότι η παντοδυναμία Του θα πράξει το ίδιο και για εμένα».
Ἀφοῦ ἐξέφρασε τὶς εὐχαριστίες του πρὸς τὸν Θεό, πρὸς τὸν Παναγιώτατο Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, πρὸς τὸν Ἡγούμενο καὶ τοὺς συμμοναστές του πατέρες κατέληξε διὰ τῶν ἑξῆς:
«Παύω, λοιπόν, ομιλία μου, ελπίζοντας ότι σιωπώντας και πάλι θα μπορέσω τις στιγμές που ακολουθούν να σταθώ με δέος ενώπιον του Θεού, κατάσταση η οποία συνιστά την ανώτερη μορφή προσευχής κατά τον Άγιο Ισαάκ τον Σύρο».