Μια καταπληκτική ιστορία που δείχνει το μέγεθος της ορθόδοξης αγιοσύνης στο μεγαλύτερο αρχιτεκτονικό της δημιούργημα που χαρακτηρίστηκε σαν ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα του ανθρωπίνου πολιτισμού, στον ναό της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης, έφερε στο φως της δημοσιότητας ο ίδιος ο τουρκικός τύπος, (εφημερίδα Radikal, δημοσιογράφος, Ömer Erbil), καταμαρτυρώντας άλλο ένα ισχυρό σημάδι παρουσίας της Ορθόδοξης αγιοσύνη της στην γειτονική χώρα.
Η ιστορία αναφέρεται στην κλοπή 11 πολύτιμων χριστιανικών εικόνων επενδυμένες με χρυσό από τον ναό της Αγίας Σοφίας πριν από πενήντα πέντε χρόνια και η επιστροφή τους, μετά από ένα μεγάλο συνειδησιακό πόλεμο στον πραγματικό τους κάτοχο, δηλαδή στον μεγαλύτερο σύμβολο της Ορθοδοξίας που και σήμερα δεσπόζει την Βασιλίδα των πόλεων.
Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι μια Αμερικανίδα, η Eliza B Chrystie, η οποία βρέθηκε σαν επισκέπτρια πριν από πενήντα πέντε χρόνια στον ναό της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινούπολης.
Την περίοδο εκείνη γίνονταν μεγάλες εργασίες ανακίνησης του ναού και κάποιες εικόνες βρίσκονταν στο δάπεδο για καταγραφή και επεξεργασία από τους υπεύθυνους της ανακίνησης. Η Eliza B Chrystie βρήκε τότε την ευκαιρία να κλέψει κάποιες εικόνες από τους ανυποψίαστους εργάτες της ανακαίνισης του ναού.
Περίχαρης η Αμερικανίδα τουρίστρια μόλις επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες παρουσίασε στους φίλους της το μεγάλο της «λάφυρο» από τον ιστορικό ναό της Κωνσταντινούπολης.
Καθώς όμως περνούσαν τα χρόνια, η Eliza B Chrystie άρχισε να αισθάνεται ότι οι εικόνες σαν να είχαν φωνή της μιλούσαν και της τόνιζαν πως δεν της ανήκουν και πως πρέπει να τις επιστρέψει στον φυσικό τους χώρο, δηλαδή στην Αγία Σοφία.
Σταδιακά οι φωνές αυτές αυξηθήκαν και η παρουσία αυτών των χριστιανικών εικόνων μετατράπηκε σε εφιάλτη για την Αμερικανίδα τουρίστρια η οποία τώρα μετανοιωμένη όλο και περισσότερο άρχισε να σκέπετε πως θα μπορούσε να τις επιστρέψει πίσω στον ιερό ναό.
Επειδή όμως είχε ήδη γεράσει και δεν μπορούσε να πάει μόνη της στην Κωνσταντινούπολη, ζήτησε την βοήθεια της νεότερης αδελφή της και έτσι μετά από 55 χρόνια μαζί με τα ιερά κλοπιμαία ξαναβρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί όμως προβληματίστηκε με ποιο τρόπο θα γίνονταν η παράδοση των εικόνων χωρίς να δημιουργηθεί πρόβλημα και παράλληλα να ηρεμήσει ψυχικά από όλη αυτή την ιστορία
Οι δυο αδελφές επιστέφτηκαν τότε ένα Τούρκο χρυσοχόο, τον Adil Birsen, δήθεν για να αγοράσουν κοσμήματα. Στον Τούρκο του έκανε εντύπωση ότι έδειχναν πως κάτι τους απασχολούσε αλλά δεν το φανέρωναν.
Την επομένη μέρα ξαναήρθαν στο μαγαζί του και η Αμερικανίδα του ζήτησε να την εξυπηρετήσει σε κάτι το πολύ σοβαρό ενώ καθώς μιλούσε, όπως διηγείται ο Τούρκος χρυσοχόος, άρχισε να κλαίει αφήνοντας άναυδο τον Adil Birsen ο όποιος δεν είχε καταλάβει το τι ακριβώς ήθελε.
Τελικά η Eliza B Chrystie του φανέρωσε τον λόγο της επίσκεψης της και του ζήτησε την βοήθεια του να επιτρέψει στην Αγία Σοφία τις κλεμμένες εικόνες τονίζοντας πως αυτό είναι μια συνειδησιακή ομολογία σαν μια εξομολόγηση για την μεγάλη της αμαρτία.
Φυσικά ο Τούρκος χρυσοχόος δέχτηκε να βοηθήσει τις δυο Αμερικανίδες και τότε η Eliza B Chrystie αφού του παρέδωσε τις εικόνες είπε με μεγάλη συγκίνηση ότι, «Επιτέλους τώρα θα ησυχάσω και θα μπορέσω να πεθάνω ήσυχα αφού επιτέλεσα το καθήκον μου να εξομολογηθώ την μεγάλη μου αμαρτία και να την επανορθώσω με αυτόν τον τρόπο».
Το νέο έγινε ευρέως γνωστό από τον τουρκικό τύπο προκαλώντας πολύ μεγάλη αίσθηση. Χαρακτηριστικό είναι πως ο διευθυντής του Μουσείου της Αγίας Σοφίας, ο Hayrullah Cengiz, επαίνεσε δημόσια την ενέργεια της Αμερικανίδας τονίζοντας πως αποτελεί μια κίνηση ομολογίας και κάθαρσης μιας πράξης που έγινε πριν από 50 χρόνια, ενώ τόνισε πως με τον ίδιο τρόπο θα πρέπει να αποδοθούν στην Αγία Σοφία και άλλα πολύτιμα αντικείμενα που κατά καιρούς έχουν αφαιρεθεί παράνομα από το μεγάλο αυτό χριστιανικό θρησκευτικό σύμβολο.
Το γεγονός αυτό που χαρακτηρίζεται σαν το «θαύμα των αγίων εικόνων» της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινούπολης, είναι άλλο ένα καταπληκτικό μήνυμα πως η Ορθοδοξία παραμένει ζωντανή μέσα στο μεγαλύτερο αρχιτεκτονικό της δημιούργημα στην Βασιλίδα των πόλεων.