Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἡ πλέον συμβολική κατανυκτική, περιεκτική καί πνευματική περίοδος τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ βίου, προβάλλεται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας ὡς μιά κορυφαία εὐκαιρία ἐπαναπροσέγγισης τοῦ καθενός μας στήν οὐσία καί στίς λεπτομέριες τῆς Ὀρθόδοξης πίστης καί ζωῆς.
Εἶναι ἕνας τρόπος νά βιώσουμε αὐτά τά στοιχεῖα, ἀπό τά ὁποῖα τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς, πνεῦμα ἄρνησης, ἀμφισβήτησης, ἀπαξίωσης ἀρχῶν, ἀξιῶν καί πιστευμάτων, άλλά καί ἡ πολυπλοκότητα στήν ὁποία δρομολογήσαμε τή ζωή καί τά ἔργα μας, μᾶς ἀποστασιοποίησαν.
Καί αὐτά τά στοιχεῖα εἶναι ἡ αὐθεντικότητα τοῦ Ὀρθοδόξου βιώματος καί ἡ άναζήτηση τῆς προσωπικῆς μας αὐτοσυνειδησίας, ὅπως ἐκφράζονται μέσα ἀπό τό ἀσκητικό πνεῦμα, τό ξεχωριστό λατρευτικό τυπικό τῆς περιόδου, ἀλλά καί τά ἐφόδια μέ τά ὁποῖα μᾶς ὅπλισε ἡ Ἐκκλησία μας προκειμένου ν’ ἀνταπεξέλθουμε στίς ἀπαιτήσεις τῆς συμμετοχῆς στό στίβο τοῦ «σταδίου τῶν ἀρετῶν».
Αὐτά τά ἐφόδια παρουσιάζονται καί καταγράφονται, μέ γλαφυρότητα, στόν ὑπέροχο ἐναρκτήριο ὕμνο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πού ψάλλεται στούς Αἴνους τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς:
Τό στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέῳκται,
οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε,
ἀναζωσάμενοι τόν καλόν τῆς νηστείας ἀγῶνα.
Οἱ γάρ νομίμως ἀθλοῦντες δικαίως στεφανοῦντα
καί ἀναλαβόντες τήν πανοπλίαν τοῦ Σταυροῦ
τῷ ἐχθρῷ ἀντιμαχησόμεθα.
Ὡς τεῖχος ἄρρηκτον κατέχοντες τήν πίστην.
Καί ὡς θώρακα τήν προσευχήν.
Καί περικεφαλαίαν τήν ἐλεημοσύνην.
Ἀντί μάχαιρας τήν νηστείαν, ἤτις ἐκτέμνει ἀπό καρδιάς πᾶσαν κακίαν.
Ὁ ποιῶν ταῦτα τόν ἀληθινόν κομίζεται στέφανον παρά τοῦ παμβασιλέως Χριστοῦ
ἐν τῇ ἡμέρα τῆς κρίσεως.
Ποιός μπορεῖ ν’ ἀμφισβητήσει ὅτι διανύουμε μιά ἐποχή κατά τήν ὁποία κυριαρχεῖ ὁ ὀρθολογισμός καί ἡ ἀπολυτοποίηση τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς, μιά ἐποχή πού ὁ ἄνθρωπος καί τά δημιουργήματα του αὐτοανακηρύσσονται τό ἅπαν σ’ αὐτό τόν κόσμο, ἀπομονώνοντας κι ἐξοστρακίζοντας κάθε τι τό μεταφυσικό, τό μυστηριακό, τό ὑπέρλογο;
Ἡ φιλολογία ἑνός νέου, χειρότερου, οὑμανισμοῦ τείνει νά γίνει καθεστώς καί ὁ ἄνθρωπος κινδυνεύει νά ἐγκλωβιστεῖ στά τείχη τῶν ἐπιτευγμάτων του, τά ὁποῖα τελικά, θά τόν συντρίψουν. Φυσικά, μέσα σέ μιά τέτοια ἀρνητική καί ἀπογοητευτική ἀτμόσφαιρα, τό νά μιλᾶ κανείς γιά τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί νά ἐπιχειρεῖ νά κατανοήσει τή θέση πού ἔχει ἤ πού θά ἔπρεπε νά ἔχει στή ζωή τῶν ἀνθρώπων, μοιάζει μέ οὐτοποία.
Εἶναι καιρός, ὅμως καί ἀπόλυτη ἀνάγκη, ν’ ἀφήσουμε πιά αὐτή τήν ἄκαρπη φιλολογία, γιά νά πλησιάσουμε, ὅσο τὀ ἐπιτρέπουν οἱ ἀσθενεῖς μας δυνάμεις, τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί νά δοῦμε ποιός εἶναι ὁ δρόμος πού περνάει κάτω ἀπό τόν ἴσκιο Του, τόν ὁποῖο πρέπειν’ ἀκολουθεῖ ὁ Χριστιανός γιά νά βρεῖ τή λύτρωση καί τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του.
Ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου σ’ αὐτό τόν κόσμο καί δή ἡ ζωή τοῦ πιστοῦ εἶναι σταυρική, εἶναι μία πορεία ἔντονης ἀγωνίας, πολύμοχθου ἀγῶνα, προσπαθειῶν, ἐνστάσεων, πτώσεων καί ἀνατάσεων.
Ὁ βίος μας μοιάζει μέ μιά ἀπέραντη θάλασσα, στά κύματα τῆς ὁποίας κλυδωνλίζεται καθημερινά ὁ προσωπικός κόσμος τοῦ καθενός μας.
Γι’ αὐτό, ἀπόλυτη ἐφαρμογή ἔχει ὁ σοφός λόγος τῆς ἁγίας Συγκλητικῆς, ἡ ὁποία χαρακτηρίζει τό Σταυρό τοῦ Κυρίου «ἱστίο», μέ τό ὁποῖο μονάχα μποροῦμε νά διαπλεύσουμε τό πέλαγος τῆς ζωῆς.
Πραγματικά, δίχως τό Σταυρό, ὁ Χριστιανός δέν θά εἶχε τή δύναμη νά προχωρήσει, ν’ ἀντιπαλέψει σκληρά μέ τούς πειρασμούς, τόν Σατανᾶ, τίς ἀντίθεες δυνάμεις τοῦ κόσμου καί νά νικήσει.
Ἀτενίζοντας κανείς τό μέγιστο αὐτό σύμβολο τῆς θυσίας καί τοῦ πόνου μέ πίστη, μπορεῖ νά δεῖ, μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς καί τῆς καρδιᾶς του, μιά πραγματικότητα πού μόνο συγκλονισμό καί δέος προκαλεῖ.
Βλέπει κρεμασμένο πάνω στό Σταυρό τό Πανάγιο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού τόσα ἐνήργησε σ’ αὐτή τή γῆ καί τόσα ἔπαθε γιά τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἐνῶ ὀ ἄνθρωπος παραλείπει τά περισσότερα γιά τή σωτηρία του.
Βλέπει μιά λογχισμένη καρδιά νά στάζει τό αἷμα τῆς ἀγάπης της καί νά κράζει πρός τόν Πατέρα «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς . . .» , τή στιγμή πού ἐκεῖνος δυσκολεύεται νά συγχωρήσει ὅσους τόν ἔβλαψαν ἤ τόν ἔκαναν νά πονέσει.
Βλέπει τόν τεράστιο ἐκεῖνο καί βαρύ Σταυρό, ἀλλά δυσκολεύεται νά σηκώσει τούς πολύ ἐλαφρύτερους σταυρούς τῶν δυκολιῶν καί τῶν προβλημάτων αὐτῆς τῆς ὀλιγόχρονης διαδρομῆς στή γήϊνη πραγματικότητα.
Μέ ἄλλα λόγια, διαβάζει ἐκεῖ στό Σταυρό τοῦ Κυρίου ὅσα κανένα βιβλίο, κανένα πανεπιστήμιο, ὅσα ἀκόμα καί ὅλη ἡ σοφία αὐτοῦ τοῦ κόσμου δέν μποροῦν νά διδάξουν.
Διαβάζει ὅτι «ὅποιος μᾶς παραδίδει στό Σταυρό, μᾶς ἀποθέτει στήν ἀγκαλιά τῆς Ἁγίας Τριάδος, μᾶς χαρίζει τό εἰσιτήριο γιά τήν αἰώνια μακαριότητα.
Ὅλοι μας, κατά κάποιο τρόπο, εἴμαστε σταυρωτές τοῦ Ἰησοῦ ἤ τοῦ ἀδελφοῦ μας.
Τό ἐρώτημα εἶναι, θά θελήσουμε ἀπό σταυρωτές νά γίνουμε σταυρωμένοι; Ἄν τό θελήσουμε, θά ζήσουμε τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ αἰώνια καί θά τήν κάνουμε γνωστή καί στήν ἐποχή μας καί στό περιβάλλον μας».
Στό κατώφλι τοῦ 21ου αἰώνα, σ’ αὐτό τό ἱστορικό μεταίχμιο, πού φαντάζει βασασνιστικό καί τρομακτικό μπροστά στό ἄγνωστο τῆς τρίτης χιλιετίας, ὁ ἄνθρωπος μοιάζει ἀνήμπορος ν’ ἀνταπεξέλθει στίς προκλήσεις τῶν καιρῶν.
Κατά τό παρελθόν, ἀναζήτησε ποικίλα στηρίγματα, προσπαθώντας νά γαντζωθεῖ καί ν’ αὐτοεπιβεβαιωθεῖ.
Ἡ φιλοσοφία, οἱ τέχνες, ὁ πολιτισμός, ὁ ἀθλητισμός, ἡ πολιτική, τό χρῆμα, ἦταν οἱ κατά καιρούς «θεοί» πού μάγεψαν τόν ταλαίπωρο διαβάτη τῆς ἱστορίας, ἰκανοποιώντας, ὅμως, μόνο πρός στιγμήν τούς πόθους καί τά ὄνειρά του γιά κάτι ἀνώτερο, γιά κάτι ποιοτικότερο.
Στήν ἐποχή μας αὐτοί οἱ «θεοί» ἔχουν ἀλλάξει καί τή θέση τους πῆραν τά τεχνολογικά ἐπιτεύγματα, ἡ ἠλεκτρονική τεχνολογία, ἡ ἐξερεύνηση τοῦ διαστήματος, πού μετατράπηκαν σέ αὐτοσκοπό.
Οἱ καταστάσεις αὐτές, ὅμως, ἀντί τελικά ν’ ἀνοίξουν νέες προοπτικές καί νά δημιουργήσουν διεξόδους, ἐπιβάρυναν τήν πνευματική ἀποχαύνωσή του καί τόν ἀποξένωσαν ἀκόμα πιό πολύ ἀπο τό περιεχόμενο τῆς οὐσίας του, πού ξεφεύγει ἀπ’ αὐτά τά περιορισμένα στεγανά, στά ὁποῖα ἔχει δεσμεύσει τόν ἑαυτό του.
Ὁ Κύριος δέχτηκε νά κρεμαστεῖ τό πανάγιο Σῶμα Του πάνω στό Σταυρό, ἐταπείνωσε ἑαυτόν, γιά νά δώσει διέξοδο στ’ ἀδιέξοδα πού γνώριζε ὅτι πάντα θά ταλαιπωροῦν τό πλάσμα Του.
Μέ τή σταυρική Του θυσία μᾶς κάλεσε ὅλους ν’ ἀποθέσουμε πάνω στό σύμβολό της τή ζωή καί τά ἔργα μας, νά στηρίξουμε ἐκεῖ τίς ἐλπίδες καί τίς προσδοκίες μας, νά σταυρώσουμε τά πάθη καί τήν ἁμαρτωλότητά μας, θέλοντας νά μᾶς κάνει νά κατανοήσουμε ὅτι ἡ σημασία τοῦ Σταυροῦ ἔγκειται στήν προοπτική τῆς Ἀνάστασης πού τόν ἀκολουθεῖ, ὅτι, ἄν στηρίξουμε τή ζωή μας στό Σταυρό Του, τήν ὁδηγοῦμε σέ κανάλια ἀναστάσιμα, πού μόνο μέσα στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, μακριά ἀπό τίς προκλήσεις καί τά δέλεαρ τοῦ κόσμου, μπορεῖ κανείς νά γευτεῖ καί νά βιώσει.
Σέ λίγο θά βρεθοῦμε καί πάλι ἐνώπιος ἐνωπίῳ μέ τόν Ἐσταυρωμένο Ναζωραῖο καί θά ἀκουμπήσουμε στό σύμβολο τῆς θυσίας Του, τίς χαρές καί τίς λύπες μας, τή ζωή μας ὅλη.
Θά ἀντικρίσουμε στό πρόσωπό Του τήν ἀπόλυτη ἀγάπη, τήν ἄκρα ταπείνωση, τήν ἔσχατη κένωση.
Καί ἴσως, νιώθοντας τό ἔλλειμμα τῆς εἰλικρίνειάς μας ἤ καί τόν ἔλεγχο τῆς προσποιητῆς, πολλές φορές, εὐσεβειάς μας, ἀκούσουμε τό δίκαιο παράπονό Του, ὅπως θ’ ἀκουστεῖ τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης στίς Ἐκκλησίες μας : «Λαός μου, τί ἐποίησά σοι ἤ τί σοι παρηνώχλησα; Τούς τυφλούς σου ἐφώτισα, τούς λεπρούς σου ἐκαθάρισα, ἄνδρα ὄντα ἐπί κλίνης ἠνωρθωσάμην. Λαός μου, τί ἐποίησά σοι καί τί μοι ἀνταπέδωκας; Ἀντί τοῦ μάννα χολήν, ἀντί τοῦ ὕδατος ὄξος, ἀντί τοῦ ἀγαπᾶν με, σταυρῷ μέ προσηλώσατε . . .».
Μᾶς ἔδωσε τά πάντα καί πρό τῆς ἐνανθρώπισής Του καί κατά τή διάρκεια τῆς ἐπί γῆς ζωῆς Του καί μετά τήν Ἀνάληψή Του.
Μᾶς ἔδωσε τή ζωή, τό πολυτιμότερο ἀγαθό, καί τήν πλούτισε μέ πνεῦμα ἀνώτερο, ὑψηλότερο, ξεχωρίζοντάς μας ἀπό τήν ὑπόλοιπη δημιουργία καί καθιστῶντας μας ἄρχοντες τοῦ κόσμου.
Μᾶς χάρισε ἀθάνατη ψυχή, δεῖγμα τοῦ προορισμοῦ μας, πού καμία σχέση δέν ἔχει μέ τά στενᾶ καί πεπερασμένα ὅρια αὐτῆς τῆς ζωῆς.
Μᾶς χάρισε τάλαντα καί μᾶς ζήτησε νά τά ἀναπτύξουμε, νά τά καλλιεργήσουμε γιά νά δώσουμε χρῶμα, ποιότητα καί ὀμορφιά στή ζωή μας, ἐλάχιστη ἔνδειξη εὐχαριστίας.
Μᾶς χάρισε ὁλόκληρη τήν πλάση γιά νά κατοικίσουμε σ’ αὐτή, νά ζήσουμε ἀπό τόν πλοῦτο της, νά χαιρόμαστε τήν ὀμορφιά της
Μᾶς στήριξε σέ δύσκολες στιγμές, σέ στιγμές κλονισμοῦ καί πτώσης, σέ ἐποχές ἀγώνων, θυμίζοντας ὅτι εἶναι ἐδῶ, παρών, ἀρωγός καί συμπαραστάτης στόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς καί τῆς ἐπικράτησης τοῦ δικαίου.
Μᾶς ἔδωσε ἀγάπη πού ξεπερνᾶ τήν ἀνθρώπινη λογική, μιά ἀγάπη πού τόν ἔκανε νά φορέσει τό ἀνθρώπινο σαρκίο, νά ὑποβιβαστεῖ δηλ. στό ἐπιπεδό μας, ἐπειδή ἀγωνιοῦσε γιά τό κατάντημά μας, ἐπειδή πονοῦσε γιά τήν τραγική πορεία μας.
Μᾶς ἔδωσε τή διδασκαλίαΤου, μιά διδασκαλία πού ὅμοιάτης δέ γνώρισε ὁ κόσμος,πού στάζει ἀπό τό μέλι τῆς ἀγάπης Του καί θεμελιώνται στίς ἀρχές τῆς συγγνώμης, τῆς εἰρήνης, τῆς καταλλαγῆς, τῆς ἀποδοχῆς τοῦ ἄλλου ὡς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ.
Μᾶς ἔδωσε τό αἷμα Του, γιατί τά λάθη καί οἱ πτώσεις μας ἦταν τόσο μεγάλες πού τίποτα ἄλλο δέν θά μποροῦσε νά ἐξαγοράσει τή σωτηρία καί τήν ἐπιστροφή μας.
Μᾶς ἔδωσε τήν Ἐκκλησία Του, αὐτή τή Θεανθρώπινη πραγματικότητα, ὅπου τό θεϊκό καί ἀνθρώπινο στοιχεῖο συμπλέκονται καί συνυπάρχουν μέ τρόπο θαυμαστό, μέ σκοπό τήν καταξίωση, τήν καλλιέργεια τῶν ἀρρετῶν, τή βίωση, ἀπό αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο, τοῦ κάλλους καί τῆς πληρότητας τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Μᾶς ἐκανε βασιλεῖς στή θέση Του, διδασκάλους τοῦ κηρύγματός του, Θεούς, κατά χάριν, δυνάμει μετόχους τῆς δικῆς Του δόξας. Κι ἐμεῖς; Τοῦ προσφέραμε καί Τοῦ προσφέρουμε τά πάθη καί τόν ἐγωϊσμό μας.
Τοῦ λέμε ὅτι δέ χωρᾶ πιά στή ζωή μας, γιατί εἴμαστε αὐτάρκεις, ἱκανοί νά προχωρήσουμε μόνοι, ὅτι δέ μᾶς ἐμπνέει πιά γιατί μόνοι μας κατακτήσαμε τά πάντα καί δέν ἔχουμε ἀνάγκη, πλέον, ἀπό τή βοήθειά Του, μποροῦμε νά γινόμαστε «θεοί» στή θέση Του, μποροῦμε μόνοι μας νά στέλνουμε χιλιάδες ἀγέννητα βρέφη στά σκουπίδια κάθε χρόνο, γιατί θέλουμε νά ἀπολαμβάνουμε τή ζωή δίχως δεσμεύσεις καί περιορισμούς, μποροῦμε μόνοι μας ν’ ἀποφασίζουμε πότε θά δώσουμε τέλος στή ζωή, ὅταν δέν τήν ἀντέχουμε ἄλλο, γιατί ἐμεῖς εἴμαστε οἱ κυρίαρχοι τοῦ παιχνιδιοῦ κι ὄχι Ἐκεῖνος.
Τοῦ προσφέρουμε τά ἀποτελέσματα τῆς ἐγωπάθειας καί τῆς κομπορρημοσύνης μας. Ἀρρώστιες ἀνίατες, πού στέλνουν στό θάνατο χιλιάδες.
Τοῦ προσφέρουμε τά 2/3 τοῦ παγκόσμιου πληθυσμοῦ σέ κατάσταση φτώχειας καί δυστυχίας, γιατί θέλουμε ἐμεῖς νά ζοῦμε καλά, ἔτσι ἀπλά καί λογαριασμό δέ δίνουμε σέ κανένα.
Τοῦ προσφέρουμε, στίς ἀρχές τοῦ 21ου αἰῶνα, πολέμους καί καταστροφές, ἐκατόμβες νεκρῶν, χιλιάδες δολοφονίες ἀγέννητων παιδιῶν μέ τίς φριχτές ἐκτρώσεις, θύματα τῆς ἀνθρώπινης μισαλλοδοξίας, λησμονώντας τά δράματα τοῦ παρελθόντος, τά ὁποῖα πολύ εὔκολα καταδικάζαμε καί τώρα ἐξίσου εὔκολα ἐπαναλαμβάνουμε.
Τοῦ προσφέρουμε ἕναν κόσμο πού ἀπό στολίδι τόν μετατρέψαμε σέ μιά ἀπέραντη χωματερή, ἕναν κόσμο ἄκοσμο, ἄσχημο, χωρίς πνεύμονες ζωῆς, πού φθίνει καθημερινά, αἰχμάλωτος τοῦ κέρδους πού δέν ἔχει ἦθος καί ἀναστολές.
Τοῦ προσφέρουμε μιά νεολαία βουτηγμένη στά ναρκωτικά καί τίς ἐκφυλιστικές πρακτικές, πού δέν τήν ἀφήνουμε νά μεγαλουργήσει, νά διαπρέψει, νά ὁραματιστεῖ, νά πιστέψει.
Τοῦ προσφέρουμε τήν ἀπαξίωση, βγάζοντάς Τον ἀπό τήν ταυτότητά μας, ἀπό τίς ἀρχές πού ἐνέπνεαν τά ἤθη καί τήν πολιτεία μας τόσους αἰῶνες, γιατί δέν μᾶς ταιριάζει δῆθεν πλέον, πρέπει νά πᾶμε μπροστά καί Ἐκεῖνος εἶναι ἐμπόδιο στήν ἐξέλιξή μας, ἀποτελεῖ τροχοπέδη στά σχέδιά μας, μᾶς γυρίζει πίσω ἡ πίστη στό Εὐαγγέλιό Του.
Τό δικό μας Εὐαγγέλιο εἶναι τώρα τό χρῆμα, ἡ παγκοσμιοποίηση, τά συμφέροντά μας, ἡ εὐρωπαϊκή καί παγκόσμια καταξίωσή μας.
Κι Ἐκεῖνος; Ἐκεῖνος θά ξαναπεῖ πάνω ἀπό τό Σταυρό «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι», γιατί περιμένει κι ἐλπίζει ὅτι ἡ Ἀνάστασή Του θά σημάνει, ἐπιτέλους καί τήν ἀνάσταση τῶν χαμένων συνειδήσεων μας.
Καλὴ καὶ εὐλογημένη ἡἉγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή!
Καλό στάδιο πνευματικοῦ ἀγῶνος!
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ