Με ιδιαίτερη λαμπρότητα και εκκλησιαστική μεγαλοπρέπεια τελέστηκε την Κυριακή 9 Φεβρουαρίου, στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκι στο Πρεσόφ η ενθρόνιση του νέου επικεφαλής της Ορθοδόξου Εκκλησίας Τσεχίας και Σλοβακίας, παρά την αρνητική στάση και τις επιφυλάξεις που εξέφρασε το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως προς την κανονικότητα της εκλογής.
Η τελετή ενθρόνισης διήρκησε περί τις τρεις ώρες, παρουσία εκπροσώπων των εκκλησιών που έσπευσαν να αναγνωρίσουν το νέο Αρχιεπίσκοπο( Αντιοχείας, Ρωσίας και Γεωργίας) εκπροσώπων της κυβέρνησης, καθώς και πρέσβεις και διπλωμάτες, αλλά και πλήθους κληρικών και πιστών.
Ο νέος φερόμενος προς το παρόν ως Προκαθήμενος, της τσλαίπωρης Εκκλησίας της Τσεχίας, μετά το πέρας της ενθρόνισης, μεταξύ άλλων τόνισε: “Αισθάνομαι ιδιαίτερη χαρά, αλλά ταυτόχρονα και μεγάλη ευθύνη για τον σταυρό που θα πάρω στους ώμους μου.”
Σε άλλο σημείο ο κ. Ράστισλαβ ανέφερε ότι θα πραγματοποιήσει επίσκεψη στην Τσεχία και την Πράγα, αμέσως μετά από μια εβδομάδα που θα καθήσει στο Πρέσοφ για να ξεκουραστεί.( Πότε πρόλαβε να κουραστεί ;;Ακόμαδεν πρόλαβε να εκλεγεί).
Απευθυνόμενος προς τους πιστούς, υπογράμμισε ότι θα επικεντρωθεί στη νεολαία, την οικογένεια αλλά και τα φτωχά κοινωνικά στρώματα.
Ο κ. Ράστισλαβ δεν παρέλειψε να αναφερθεί και σε όλους εκείνους που θεωρούν…” αντικανονική” την εκλογή του, και επεσήμανε ότι η Εκκλησία της Τσεχίας και Σλοβακίας, δεν πρέπει να ζήσει ένα σχίσμα!
“Μετά την παραίτηση του Προκατόχου μου Αρχιεπισκόπου κ. Χριστοφόρου η εκκλησία μας πέρασε μία δύσκολη φάση διχασμού και αποσταθεροποίησης. Η παρουσία σήμερα των μελών της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Τσεχίας στέλνει ένα θετικό μήνυμα προς όλους και κυρίως προς αυτούς που μας αμφισβητούν”, σημείωσε ο κ. Ράστισλαβ.
Κλείνοντας τηνομιλία του , πρόσθεσε ότι “κάποιοι αμφισβήτησαν την εκλογή μου, και δεν συμμετείχαν σε αυτή. Ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να βρούμε ένα τρόπο για να έρθουμε σε συμφιλίωση.”
Να αναφερθεί ότι κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, συλλειτούργησαν ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ κ. Ιλαρίωνας (Πατριαρχείο Μόσχας) και ο Αρχιεπίσκοπος Φιλιππουπόλεως Νήφων (Πατριαρχείο Αντιοχείας).