Του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Δημητρίου
Προς τούς Σεβασμιωτάτους καί Θεοφιλεστάτους Ἀρχιερεῖς, τούς Εὐλαβεστάτους Ἱερεῖς καί Διακόνους, τούς Μοναχούς καί Μοναχές, τούς Προέδρους καί Μέλη τῶν Κοινοτικῶν Συμβουλίων, τά Ἡμερήσια καί Ἀπογευματινά Σχολεῖα, τίς Φιλοπτώχους Ἀδελφότητες, τήν Νεολαία, τίς Ἑλληνορθόδοξες Ὀργανώσεις καί ὁλόκληρο τό Χριστεπώνυμον πλήρωμα τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς.
Προσφιλεῖς Ἀδελφοί καί Ἀδελφές ἐν Χριστῷ,
Καθώς εἰσερχόμεθα στήν περίοδο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, εἰσερχόμεθα μέ μετάνοια καί προσευχή, σκεπτόμενοι τή σχέση μας μέ τόν Θεό καί τήν κατάσταση τῆς ψυχῆς μας.
Ξεκινοῦμε μία ἐντατική περίοδο λατρείας καί περισυλλογῆς, ἀναζητῶντας τίς εὐλογίες καί τήν χάρη τοῦ Δημιουργοῦ καί Λυτρωτοῦ μας.
Ἀφιερώνουμε τόν χρόνο μας, τήν καρδιά μας καί τόν νοῦ μας σ’ ἕνα ταξίδι τό ὁποῖο θά δυναμώσῃ τήν πίστη μας καί θά μᾶς ὁδηγήσῃ στήν ἄφθονη καί αἰώνια ζωή.
Στό ταξίδι αὐτό οἱ προσευχές καί ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ὁδηγοῦν στό νά σκεφθοῦμε τούς ἀγῶνες καί τίς πνευματικές προκλήσεις.
Καλούμεθα στήν βίωση τῆς ἁγιότητος τῆς λατρείας καί αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά μπορέσουμε νά δοῦμε τίς ἀδυναμίες καί τίς πτυχές ἐκεῖνες τῆς ζωῆς μας οἱ ὁποῖες εἶναι ἀντίθετες μέ τό θεῖο καί λυτρωτικό θέλημά Του.
Παρά ταῦτα, ἡ Τεσσαρακοστή δέν εἶναι περίοδος ἀπογοητεύσεως, ἀπογνώσεως καί ἦττας. Εἶναι περίοδος χάριτος.
Ἀπό τήν ἀρχή τοῦ Τριωδίου, μέ τήν Κυριακή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου, ἕως τήν κορύφωσή της, τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἡ περίοδος αὐτή ἐπιβεβαιώνει τήν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς.
Οἱ ἑορτασμοί, ὕμνοι καί προσευχές ὁδηγοῦν συνεχῶς τήν καρδιά καί τήν διάνοιά μας στήν συγχώρηση καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ πρός ἐμᾶς.
Ἐλπίζοντας στή χάρη Του, ψάλλουμε ὅπως ὁ ἄσωτος υἱός, Τὰς ἀγκάλας σου, Χριστέ, ὑφαπλώσας συμπαθῶς ὑπόδεξαί με, ἀπὸ χώρας μακρᾶς ἁμαρτίας καὶ παθῶν ἐπαναστρέφοντα (Ὄρθρος τῆς Κυριακῆς τοῦ Ἀσώτου).
Ὅπως προσκυνοῦμε τόν Τίμιο Σταυρό, ἀναφωνοῦμε, Λάμψον, ὁ τοῦ Κυρίου Σταυρός, ταῖς φεγγοβόλοις ἀστραπαῖς σου τῆς χάριτος καρδίας τῶν σὲ τιμώντων (Ἑσπερινός τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως).
Ἐπιβεβαιώνοντας ὅτι ὁ Θεός συνίστησιν δέ τήν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς (Ρωμ. 5:8), ἀναγνωρίζουμε ἐπίσης τήν ἀνάγκη πού ἔχουμε τῆς χάριτός Του.
Κατά τήν διάρκεια αὐτῆς τῆς ἱερᾶς περιόδου, διερευνοῦμε τήν πνευματική ζωή μας, τίς πράξεις καί διαθέσεις μας, τούς στόχους καί τίς ἐπιθυμίες μας, καί σκεπτόμεθα τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖον θά μεταβληθεῖ ἡ ζωή μας διά τῆς χάριτος τῆς λυτρωτικῆς δυνάμεώς Του.
Ἡ Τεσσαρακοστή εἶναι ἐπίσης ἱερά περίοδος κατά τήν ὁποίαν τιμοῦμε τήν Θεοτόκο και πολλούς Ἁγίους καί Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι ἦταν πλήρεις χάριτος Θεοῦ καί προσέφεραν ἀληθινή καί ὡραία ὁμολογία τῆς δυνάμεως αὐτῆς τῆς χάριτος.
Ἐκζητοῦμε τίς δεήσεις των, παρακαλώντας τους νά προσευχηθοῦν γιά μᾶς καί γιά τή δωρεά τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ.
Ὅπως βιώνουμε τήν ἀποδέσμευσή μας καί τήν θεραπευτική δύναμη τῆς χάριτός Του, γινόμεθα καί ἐμεῖς ὁμολογητές τῆς πίστεως.
Μέ θεόσδοτη εἰρήνη ἐν μέσῳ τῶν δυσκολιῶν τῆς ζωῆς, δοξολογοῦμε τόν Θεό γιά τήν εὐσπλαγχνία Του. Μέ ἐλπίδα στήν ἄφατη καί ἁγία Ἀνάσταση, ὁμιλοῦμε γιά τήν ὑπέροχη χάρη Του ἀκόμη καί ὅταν ἀντιμετωπίζουμε τόν θάνατο.
Διακηρύσσουμε μέ παρρησία καί ἀσφάλεια ὅτι τίποτε δέν μπορεῖ νά μᾶς χωρίσῃ ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι, ξεκινοῦμε αὐτή τήν εὐλογημένη Τεσσαρακοστή ἀναζητῶντας τήν χάρη τοῦ Θεοῦ μέ μετανοοῦσα καί πρόθυμη καρδιά.
Γιά νά βιώσουμε τήν χάρη Του στήν πληρότητά της, ἀπελευθερώνουμε τόν νοῦ ἀπό τά πάθη, ὁπλίζουμε τό σῶμα μέ ἁγνότητα καί πράξεις εὐσπλαγχνίας, καί πορευόμεθα στίς ὁδούς τῆς διαδόσεως τοῦ Εὐαγγελίου.
Καί μέ πνευματική πειθαρχία καί προσευχή, ἡ χάρη Του θά μᾶς ὁδηγήσει στήν ἔνδοξη νίκη τοῦ φωτός καί τῆς ζωῆς.