Η εισήγηση του Μακ. Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. Χρυσοστόμου στη Διεθνή Διάσκεψη των Αθηνών.
Με αισθήματα ιδιαίτερης συγκίνησης ευρίσκομαι ανάμεσα σε αγαπητούς και εκλεκτούς εν Κυρίω Αδελφούς, σε σεβαστούς θρησκευτικούς Ηγέτες, Χριστιανούς και Μουσουλμάνους, και σε διακεκριμένους Εκπροσώπους τής διεθνούς πολιτικής, πολιτιστικής και Ακαδημαϊκής κοινότητας, προκειμένου να προσφωνήσω τη Διεθνή αυτή Διάσκεψη, που έχει ως θέμα:
«ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΙΚΗ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ»
Το πρόβλημα τού θρησκευτικού και πολιτιστικού πλουραλισμού, το οποίο επί αιώνες πολλούς λειτούργησε άψογα και δημιουργικά στις χώρες τής Μέσης Ανατολής, δυστυχώς, εσχάτως εξελίχτηκε σε μια βαθιά χαίνουσα πληγή, η οποία δημιουργεί στην ψυχοσύνθεσή μας μεγάλες αγωνίες για την αιματοχυσία που παρατηρείται, για την απώλεια τόσων ανθρώπινων ψυχών και για το μέλλον των λαών τής Μέσης Ανατολής.
Θέλουμε να πιστεύουμε, ακράδαντα, ότι μετά από τη Διεθνή αυτή Διάσκεψη, μετά τις εισηγήσεις και τους εποικοδομητικούς διαλόγους που θ’ ακολουθήσουν, θα τεθούν οι βάσεις για τον σεβασμό των πανανθρώπινων αξιών τής ζωής και ιδιαίτερα τού ανθρώπινου προσώπου, του θρησκευτικού και πολιτιστικού πλουραλισμού με τελικό στόχο την ειρηνική και δημιουργική συνύπαρξη των λαών, οι οποίοι έχουν διαφορετικό θρήσκευμα στη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική.
Τέτοια συνέδρια τιμούν, όντως, το Υπουργείο Εξωτερικών, γιατί η Ελλάδα ιστορικά είναι η χώρα που γέννησε από την αρχαιότητα τις πανανθρώπινες ιδέες και οραματισμούς τής ζωής για την ειρήνη, την ελευθερία, τη δικαιοσύνη, την πολυπολιτισμικότητα, την πολυθρησκευτικότητα, και συνεπώς είναι η χώρα που τής αρμόζουν τέτοιες ευγενικές πρωτοβουλίες.
Πέραν τούτων η Ελλάδα, παραδοσιακά, διατηρεί δεσμούς άριστους με όλες τις χώρες τής Μέσης Ανατολής και συνεπώς είναι η χώρα που μπορεί να διαδραματίσει έναν πρωταγωνιστικό και μεσολαβητικό ρόλο για την υπέρβαση των διαφορών, που δυστυχώς εξελίχτηκαν σε αιματηρές. Είναι η μόνη χώρα που μπορεί να βοηθήσει για την παγίωση τής ειρήνης στην περιοχή και κατ’ επέκταση τη δημιουργία συνθηκών για την ειρηνική συνύπαρξη και τη δημιουργική πρόοδο των λαών αυτών.
Για όλους αυτούς τους λόγους, από κέντρου καρδίας, συγχαίρουμε θερμά τον Υπουργό των Εξωτερικών για την αναληφθείσα πρωτοβουλία να συγκαλέσει τη Διεθνή αυτή Διάσκεψη, η οποία κρίνω ότι είναι μεγίστης ιστορικής σημασίας και από την οποία όλοι μας προσδοκούμε να αποτελέσει ιστορικό σταθμό και αφετηρία ταυτόχρονα για μια ειρηνική και δημιουργική πορεία στις σχέσεις των λαών τής Μέσης Ανατολής.
Σήμερα, με το ειρηνικό πνεύμα που καλλιεργήθηκε και καλλιεργείται από της λήξεως τού Β΄ παγκοσμίου πολέμου και εφεξής και κορυφώθηκε με την ίδρυση της Ε. Ε. είναι πρόδηλον ότι κανένας λαός δεν μπορεί, ούτε πολεμικώς, και προπαντός, ούτε ηθικώς να επιβληθεί πάνω σ’ ένα άλλον, καταστρέφοντας τον διαχρονικό του πολιτισμό και επιβάλλοντας, δια της δυνάμεως των όπλων, τη δική του θέληση.
Έχω την πεποίθηση ότι εκφράζομαι βιωματικά. Στη μικρή μου πατρίδα, την Κύπρο, ζήσαμε ειρηνικά και δημιουργικά με το σύνοικο τουρκικό στοιχείο για αιώνες. Μεταξύ μας υπήρχε ένας δημιουργικός αλληλοσεβασμός. Ο σεβασμός αυτός ήταν δεδομένος και λειτουργούσε κατά ένα τρόπο απολύτως φυσιολογικό.
Για μας τους Χριστιανούς η φωνή τού Χότζια, πεντάκις τής ημέρας, ήταν μια προσευχή προς τον Αλλάχ και δεν μας ενοχλούσε καθόλου. Αντίθετα, υποσυνειδήτως, παρωθούσε και μας σε μια εσωτερική προσευχή προς τον Ιησού Χριστό. Το ίδιο σεβαστό ήταν για μας και το Ραμαζάνι τους.
Το ίδιο ίσχυε και για τους Τουρκοκυπρίους. Τα Χριστούγεννα, η κατανυκτική Αγία Εβδομάδα και η χαρά της Αναστάσεως τού Κυρίου ήταν και για κείνους γιορτές σεβαστές στην ψυχοσύνθεσή τους. Οσάκις τύχαινε να είχαμε κοινή τράπεζα υπήρχε πάντοτε ένας αμοιβαίος σεβασμός στη στη τήρηση των θρησκευτικών μας παραδόσεων. Γνωρίζαμε τα έθιμά τους και εκείνοι τα δικά μας. Τα πάντα κυλούσαν μέσα σ’ ένα κλίμα αλληλοκατανόησης και αλληλοσεβασμού.
Το 1974 έγινε η εισβολή τής Τουρκίας, η οποία διχοτόμησε το νησί στα δύο. Χύθηκε αίμα και στήθηκαν ψευδοσύνορα με την ισχύ των όπλων.
Ούτε οι Τουρκοκύπριο έγιναν ευτυχέστεροι με τη μετακίνησή τους στα μέρη τής κατακτηθείσας πατρίδας μας και φυσικά ούτε και οι 180 χιλιάδες των ελληνοκυπρίων που εξεδιώχθησαν «βίᾳ, πυρί και μαχαίρᾳ» από τις πατρογονικές τους εστίες.
Αντίθετα κλαυθμοί και οδυρμοί και πόνος ανείπωτος βασίλευσε στην άλλοτε «μακαρία» Γη μας.
Και έκτοτε ο πόθος τής επανένωσης του νησιού μας, της ειρηνικής συνύπαρξης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων είναι εφετός εκατέρωθεν.
Διότι όλοι βιώνουμε την ιστορική τούτη αλήθεια. Θα ζήσουμε ευτυχέστεροι μόνο μέσα στα πλαίσια του αλληλοσεβασμού, της αλληλοκατανόησης και της συνεργασίας. Η δύναμη των όπλων μόνο πόνο και δυστυχία επέφερε και επιφέρει.
Στις συχνές επαφές που έχω με τον Μουφτή των Τουρκοκυπρίων αυτά λέμε και είμαστε απόλυτα σύμφωνοι.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία τής Κύπρου αγωνίζεται συνεχώς για μια ειρηνική επίλυση τού κυπριακού προβλήματος, η οποία να στηρίζεται πάνω σ’ αυτές τις διαχρονικές αρχές.
Η ίδια ακριβώς κατάσταση επικρατούσε για αιώνες και στη γειτονική μας Συρία.
Η Αντιόχεια είναι από τις πρώτες «εθνικές» πόλεις που δέχτηκαν και αφομοίωσαν το χριστιανικό πνεύμα, χάρις σε πλειάδα Αποστόλων που έδρασαν εκεί.
Τον έβδομο αιώνα Αραβικά φύλα κατέκτησαν τη Μέση Ανατολή, ότε και άρχισε να λειτουργεί η έννοια τού θρησκευτικού πλουραλισμού.
Με την πάροδο τού χρόνου, Χριστιανισμός και Ισλάμ επί αιώνες πολλούς συνυπήρξαν και συμβίωσαν αρμονικά και δημιουργικά.
Και είμαστε βέβαιοι ότι αυτή η συνύπαρξη των θρησκειών, μπορεί να συνεχιστεί και στο μέλλον, αρκεί να εδρασθεί πάνω στον αλληλοσεβασμό.
Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται η δέουσα παιδευτική αγωγή και η κατάλληλη διαμόρφωση πολιτικών προϋποθέσεων.
Καίτοι το πρόβλημα στηρίζεται στη βάση και στη νοοτροπία των λαών, εν τούτοις πιστεύουμε ότι οι Ηγέτες είναι εκείνοι, οι οποίοι θα διαμορφώσουν με τη σοφή τους καθοδήγηση τον λαό προς τον αλληλοσεβασμό, την ειρηνική συνύπαρξη και τη δημιουργική πρόοδο.
Και εδώ έγκειται ο υψηλός και χρεωστικός ρόλος τον οποίο έχουν να διαδραματίσουν οι Ηγέτες τού Ισλάμ.
Στους ευγενικούς αυτούς οραματισμούς, η βία, ο φανατισμός και η επιβολή τής δικής μου ιδεολογίας πάνω σ’ έναν άλλο λαό, ασφαλέστατα, δεν έχουν θέση.
Διότι τέτοιες νοοτροπίες αποτελούν πηγή προστριβών, οι οποίες οδηγούν σε εμφύλιες συρράξεις.
Δυστυχώς, μια τέτοια ιδεολογία έκανε την εμφάνισή της τα τελευταία χρόνια και απέβη όντως, πηγή αιματοχυσίας, εκπατρισμού των λαών, πόνου και δυστυχίας. Η ιδεολογία αυτή μάς είναι γνωστή με το όνομα τσιχαντισμός.
Είναι η έννοια που μας προκαλεί πόνο και οδύνη. Γιατί ταυτίστηκε με τον πόλεμο, τις θηριωδίες και τις καταστροφές των πολιτιστικών μνημείων τής ανθρωπότητας.
Στη δική μας συνείδηση, που μεγαλώσαμε με τα μηνύματα τού Ναζωραίου και τα οποία συνίστανται στους κόσμους τής Αγάπης, της Ειρήνης, της Ελευθερίας, της Αλληλεγγύης, και της Φιλανθρωπίας, η έννοια τού πολέμου και της αιματοχυσίας είναι όχι μόνο απορριπτέα αλλά και βδελυκτή.
Γιατί απλούστατα δεν μπορεί να είναι συμβατή με την υψηλή έννοια τού Ανθρώπου, ο οποίος είναι το τελειότερο δημιούργημα τού Θεού.
Λυπούμαι να παρατηρήσω ότι η Δημοκρατική Ευρώπη και η Αμερική ενώ παρουσιάζονται ως υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην περίπτωση αυτή, και χρηματοδότησαν και εξόπλισαν τους εξτρεμιστές, ιδιαίτερα στη Συρία, και με απάθεια παρακολουθούν εκ του μακρόθεν την όλη απαράδεκτη κατάσταση. Και όλα αυτά, δυστυχώς, εν ονόματι των Δημοκρατικών αρχών.
Το ίδιο συνέβη και με την Αίγυπτο. Εν ονόματι αυτών των αρχών οι αδελφοί Μουσουλμάνοι, που αποτελούν και την πλειοψηφία εξέλεξαν πρόεδρο τής αρεσκείας τους.
Εκπροσωπούσε μεν την πλειοψηφία, αλλά εργαζόταν υπέρ τού συμφέροντος του Αιγυπτιακού λαού;
Και χρειάστηκε να επέμβει ο στρατός για να εκλεγεί επί τέλους ένας προοδευτικός Ηγέτης, ο οποίος εργάζεται για το καλώς νοούμενο συμφέρον του Αιγυπτιακού λαού.
Αυτούς τους Ηγέτες χρειάζεται η Μέση Ανατολή. Τους ειρηνοποιούς και προοδευτικούς.
Εγείρω – επομένως- ως Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κύπρου, κραυγή διαμαρτυρίας και πόνου για τον απαράδεκτο και βδελυκτό διωγμό των μειονοτήτων, Μουσουλμάνων και Χριστιανών, της Συρίας και των άλλων χωρών τής Μέσης Ανατολής.
Και καλώ, από τα βάθη της ψυχής μου τους Ηγέτες των ισχυρών τής Γης να ασκήσουν την επιρροή τους για μια ειρηνική επίλυση των διαφορών, με στόχο μια δημιουργική συνεργασία για το καλό όλων και τον σεβασμό των θρησκευτικών ελευθεριών και των ανθρώπινων δικαιωμάτων των λαών τής Μέσης Ανατολής.
Εμείς, λαμβάνουμε μέρος σ’ αυτή τη Διεθνή Διάσκεψη με πλήρη επίγνωση ότι εκπροσωπούμε όλες εκείνες τις πνευματικές αξίες τής ζωής που κομίζουν τα μεγάλα μηνύματα τής αγάπης, της ειρήνης, της δημιουργίας και της χαράς.
Και έχουμε ύψιστο χρέος και αποστολή να μεταφέρουμε αυτά τα ουράνια μηνύματα σε κάθε ανθρώπινη ψυχή.
Έχουμε όλοι μας χρέος ιερό να συμβάλουμε με όλες μας τις δυνάμεις, ώστε στη Μέση Ανατολή, ο υπάρχων ήδη θρησκευτικός και πολιτιστικός πλουραλισμός να λειτουργήσει μέσα στα πλαίσια μιας αληθινής ειρήνης, η οποία ν’ αποβεί παράγοντας συνεργασίας, προόδου, ευημερίας και ευτυχίας των λαών αυτών.
Με αυτές τις σκέψεις χαιρετίζω τη Διεθνή αυτή Διάσκεψη και εύχομαι όπως τα πορίσματα αυτής συμβάλουν θετικά στον θρησκευτικό και πολιτιστικό πλουραλισμό και δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για μια ειρηνική και δημιουργική ζωή, χάριν των οποίων συνήλθαμε όλοι εδώ, με την ευγενική πρόσκληση τού Υπουργού των Εξωτερικών κυρίου Νικολάου Κοτζιά.
Πιστεύουμε ότι αυτό είναι και το θέλημα τού πανάγαθου Θεού.