Και πάλι, αδελφοί μου αγαπητοί, εορτή και πανήγυρις.
Και πάλι το εβδομαδιαίο πάσχα μας δίνει την δυνατότητα της θέας του Αναστάντος Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
«Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι προσκυνήσωμεν άγιον Κύριον Ιησούν τον μόνον αναμάρτητον» είναι η προτροπή των θεοφόρων Πατέρων και των ιερών υμνογράφων της Εκκλησίας μας.
Πανήγυρις, ακόμη, ευφρόσυνος και λαμπρά, αφού γιορτάζουμε σήμερα την αναστήλωση των Αγίων Εικόνων και τον θρίαμβο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας κατά πασών των αιρέσεων.
Σαν σήμερα, 11 Μαρτίου του έτους 843 μ.Χ., είχαμε τον τερματισμό των ταραχών που προκλήθηκαν στο σώμα της Εκκλησίας από την ωμή επέμβαση της Πολιτείας στην ζωή της και μάλιστα με την προσπάθεια επιβολής της ερμηνείας της Θείας Αποκαλύψεως με τον δικό της κοσμικό τρόπο.
Θυμόμαστε τους αγώνες των Αγίων Πατέρων μας για την διαφύλαξη της Ορθοδόξου πίστεως, όπως αυτή μας παραδόθηκε εγγράφως και αγράφως και η οποία αποτελεί την εγγύηση της θεραπείας μας και άρα της σωτηρίας μας.
Η Ορθοδοξία, όπως έχει λεχθεί χαρακτηριστικά:1
– Αποτελεί προϋπόθεση αληθινής ζωής.
– Έχει άμεση σχέση με την πνευματική μας προκοπή.
– Είναι το διδασκαλείο, το οποίο έχει διδάσκαλο μόνο τον Χριστό, την διδασκαλία του οποίου κράτησε ανόθευτη και την διαφύλαξε ως κόρη οφθαλμου.
– Σʼ αυτήν υπάρχει ολόκληρη η αλήθεια.
– Αυτή κρατάει σταθερά και ακλόνητα την αποστολική και εκκλησιαστική παράδοση2.
– Αυτή μόνο δικαιούται να ονομάζεται «Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία».
Πέρα απʼ αυτήν δεν υπάρχουν άλλες ονομαζόμενες «εκκλησίες», παρά μόνον ομολογίες και αιρετικά διδασκαλεία, όπως μας παρέδωσαν οι θεοφόροι Πατέρες μας και οι Άγιοί μας.
Γιʼ αυτό και δικαίως χαρακτηρίζεται από τον Άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας ως το αληθινό και ακαπήλευτο ιατρείο3.
Γιατί, όμως αδελφοί μου, η Ορθόδοξη Εκκλησία μας αγωνίσθηκε και αγωνίζεται καθημερινά για την διαφύλαξη της ορθοδόξου πίστεως;
Γιατί επί εκατό και πλέον χρόνια, από το 727 έως το 843, έχουμε σφοδρές και αιματηρές αντιπαραθέσεις με εικονομάχους αυτοκράτορες που είχαν αιρετικά φρονήματα και πεποιθήσεις;
Μελετώντας τα σοφά συγγράμματα του μεγίστου δογματολόγου της Εκκλησίας μας, του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, του υπερμάχου της τιμητικής προσκυνήσεως των Ιερών Εικόνων, καθώς και του Συνοδικού της Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου, τμήματα του οποίου θα αναγνώσουμε κατά την λιτανεία των Ιερών Εικόνων, διαπιστώνουμε:
Πρώτον. Οι εικονομάχοι που θέλησαν να αλώσουν τον ιερό χώρο της πίστεως απορρίπτοντας τις Ιερές Εικόνες, είχαν σαν απώτερο σκοπό την απόρριψη του Μυστηρίου της σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού.
Μη δεχόμενοι την απεικόνιση της θεανδρικής μορφής του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, απέρριπταν στην ουσία την σάρκωσή Του από την Υπεραγία Θεοτόκο.
Υπερμαχώντας η Εκκλησία για τις άγιες εικόνες, δεν αγωνιζόταν μόνο για τον διδακτικό τους προορισμό, ούτε για τον αισθητικό τους χαρακτήρα, αλλά πρωτίστως για το θεμέλιο της σωτηρίας, που είναι το δόγμα της θείας ενανθρωπήσεως, όπως γράφει ένας θεολόγος της Εκκλησίας μας.
Αυτήν την αλήθεια υπογραμμίζει ο ιερός υμνογράφος στην σημερινή Ακολουθία του Όρθρου: «Σαρκός το εκτύπωμα αναστυλούντες σου Κύριε σχετικώς ασπαζόμεθα το μέγα μυστήριον της οικονομίας της σης εκδηλούντες»4.
Τιμώντας τις Ιερές Εικόνες, εκδηλώνουμε την πίστη μας στο μέγα μυστήριο της επίγειας παρουσίας του Κυρίου μας. Εφʼ όσον «ο απερίγραπτος Λόγος του Πατρός περιεγράφη σαρκούμενος»5, άρα και εμείς, τυπώνοντας αυτή την θεανδρική μορφή στην ιερά εικόνα, προσκυνούμε την Γέννηση, τα θαύματα και την Σταύρωση.
Έτσι, «προφητικαίς επόμενοι ρήσεσι και αποστολικαίς παραινέσεσι»6 και με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, η Εκκλησία διά της Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου όρισε την τοποθέτηση των Ιερών Εικόνων στους Ιερούς Ναούς, ώστε με την θέα του εικονιζομένου προσώπου να φανερώνεται με αισθητό τρόπο η αληθινή και πραγματική και όχι φανταστική ενανθρώπιση του Σωτήρος Χριστού.
Δεύτερον. Η Εκκλησία ως σώμα δεν ορίζει μόνο τον στολισμό των Ιερών Ναών διά των Αγίων Εικόνων, ούτε απλώς την θέα τους από τον ευσεβή λαό, αλλά συγχρόνως και την τιμητική προσκύνησή τους.
Προσκυνώντας τις Άγιες Εικόνες δεν προσκυνούμε την ύλη από την οποία είναι φτιαγμένες, αλλά το πρόσωπο που εικονίζεται, αφού «η τιμή της εικόνος επί το πρωτότυπον διαβαίνει», κατά την έκφραση του Μεγάλου Βασιλείου7.
Και επειδή ο Χριστός, ο οποίος έγινε άνθρωπος διά φιλανθρωπίαν, είναι «η απαράλλακτος εικών του Πατρός και χαρακτήρ της αιδιότητος Αυτού»8, η αγία Του μορφή μπορεί να περιγραφεί και να ιστορηθεί στις Ιερές Εικόνες, καθώς επίσης και το πρόσωπο της Παναγίας Μητέρας Του, της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπως και οι μορφές των Αγίων της πίστεώς μας.
Οι Εικόνες, μάλιστα, καθώς αναφέρει χαρακτηριστικά ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, στην διδασκαλία του οποίου στηρίχθηκαν οι Πατέρες της Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου, είναι και τα βιβλία των αγραμμάτων: «Επειδή όμως δεν γνωρίζουν όλοι γράμματα, ούτε καταγίνονται με την ανάγνωση, οι πατέρες απεφάσισαν να παρασταθούν αυτά με εικόνες διά συνοπτική υπενθύμηση, όπως μερικά ανδραγαθήματα. Χωρίς αμφιβολία, ενώ πολλές φορές δεν έχουμε στο νου μας το πάθος του Κυρίου, μόλις δούμε την εικόνα της σταυρώσεως του Χριστού, ενθυμούμεθα το σωτήριο πάθος, πέφτουμε στη γη και προσκυνούμε όχι την ύλη, αλλά τον εικονιζόμενον»9.
Προσκυνώ του Χριστού την εικόνα, λέγει πάλι ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ως σαρκωμένου Θεού, της Θεοτόκου, ως μητέρας του Υιού του Θεού, των Αγίων, ως φίλων του Θεού, οι οποίοι μιμήθηκαν τον Χριστό δίνοντας ακόμη και το αίμα τους.
Δεν καταθέτουμε τα σεβάσματά μας στην ύλη και στα χρώματα, αλλά μέσω αυτών με τα νοερά μας μάτια ατενίζουμε πάντα προς το πρωτότυπο10.
Μπροστά σʼ αυτές τις Ιερές Εικόνες, που μοιάζουν σαν μία άλλη Ιερά Πρόθεση, ανοίγουμε εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί την καρδιά μας.
Εναποθέτουμε τα αιτήματά μας και τους προβληματισμούς μας, τους κόπους και τους μόχθους μας και ικετεύουμε τα εικονιζόμενα πρόσωπα να τα μεταφέρουν όλα αυτά στον Θρόνο της Θείας Μεγαλωσύνης.
Με την Εικόνα της Παναγίας συνομιλούσε καθημερινά ο θεοφόρος Δαμασκηνός.
Αυτήν κρατούσε ως πολύτιμο θησαυρό στα χέρια του ο Άγιος Γεράσιμος της Κεφαλληνίας.
Σ΄ αυτήν άφηνε τις θλίψεις και τις δοκιμασίες ο θαυματοβρύτης Άγιος Νεκτάριος. Μέχρι και τα χρώματα της εικόνος έχουν αλλοιωθεί από τους συνεχείς ασπασμούς του και τα δάκρυα.
Σ΄ αυτήν ενατένιζε ο θαυματουργός Άγιος Λουκάς, ζητώντας την βοήθειά της, προκειμένου να εγχειρήσει τους ασθενείς.
Μπροστά στην Εικόνα της άναβε πολλά κεριά ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, καθώς και ακοίμητη κανδήλα σύμφωνα με την παράδοσή μας η
Ασκήτρια της Κλεισούρας Οσία Σοφία.
Αυτή είναι η παράδοσή μας.
Και με αυτήν έζησαν οι Άγιοί μας.
Και με αυτήν πρέπει να ζήσουμε κι εμείς.
Και με αυτήν θα φύγουμε από τον κόσμο αυτόν για την αιωνιότητα.
Αδελφοί μου, η εικονομαχία κάποτε σταμάτησε. Η νοοτροπία της όμως και ο εμπαιγμός των Ιερών Κειμηλίων της πίστεώς μας συνεχίζεται μέχρι σήμερα αμείωτος.
Πολλοί είναι εκείνοι, οι οποίοι πολεμούν και σήμερα την Εκκλησία. Πολλά ιδεολογικά ρεύματα πυργώνουν και πάλι την πολεμική τους εναντίον της Ορθοδόξου Παραδόσεώς μας, της Λατρείας μας και της ζωής της Εκκλησίας.
Όλοι αυτοί θα πρέπει να γνωρίζουν το αήττητο και το ακλόνητο της Εκκλησίας μας, όπως το περιγράφει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Τέτοιο μεγαλείο έχει η Εκκλησία: Όταν την πολεμούν, νικάει· όταν την επιβουλεύονται, θριαμβεύει· όταν την βρίζουν, γίνεται λαμπρότερη· δέχεται τραύματα και δεν πέφτει από τις πληγές· κλυδωνίζεται, αλλά δεν καταποντίζεται· δοκιμάζεται από τρικυμίες, αλλά δεν υφίσταται ναυάγιο· παλεύει, αλλά μένει αήττητη· αγωνίζεται, αλλά δεν νικιέται»11.
«Πόσοι τύραννοι θέλησαν να νικήσουν την Εκκλησία; Πόσα τηγάνια χρησιμοποιήθηκαν γι΄ αυτό; Πόσα καμίνια; Δόντια θηρίων, ακονισμένα ξίφη; Και παρόλα αυτά δεν νίκησαν. Πού είναι όσοι πολέμησαν την Εκκλησία; Δεν γίνεται πλέον λόγος γι΄ αυτούς και έχουν λησμονηθεί. Πού είναι δε η Εκκλησία; Λάμπει περισσότερο από τον ήλιο»12.
Και το χρέος μας, το δικό μας χρέος: Να φυλάξουμε με όλη την δύναμη της ψυχής μας αυτόν τον θησαυρό της πίστεως, αυτήν την ζωογόνο Παράδοσή μας.
Έτσι θα μπορέσουμε να επιζήσουμε και ως Γένος και ως Έθνος. Έτσι θα βοηθήσουμε τον εαυτό μας και την πατρίδα μας και θα διαφυλάξουμε τον πολιτισμό μας.
Ευχέτης προς τον Δομήτορα της Εκκλησίας
Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Σ Σ Α Σ
Ο ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ