You are currently viewing Η ΣΤΙΓΜΗ, ΑΥΤΗ Η ΚΑΤΑΙΓΙΣΤΙΚΗ ΥΠΟΨΙΑ ΤΗΣ ΣΤΙΓΜΗΣ…

Η ΣΤΙΓΜΗ, ΑΥΤΗ Η ΚΑΤΑΙΓΙΣΤΙΚΗ ΥΠΟΨΙΑ ΤΗΣ ΣΤΙΓΜΗΣ…

  • Reading time:1 mins read

Οσον και αν φαίνεται παράδοξο, ο ανθρώπινος βίος δεν είναι παρά περιπλανήσεις πέριξ του τάφου. Τόσον, που δεν είναι υπερβολή η προστακτική “Ζήσε την κάθε στιγμή, σαν να είναι η τελευταία σου”. Διότι, η μόνη βεβαιότητα του ανθρώπου, εφόσον γεννήθηκε, είναι ο θάνατος, που βέβαιος αβέβαιος, όσον αφορά τον χρόνο της έλευσής του. Γνωρίζει ο άνθρωπος ότι θα πεθάνει, αλλά δεν γνωρίζει πότε και πως θα πεθάνει. Γι’ αυτό και η τραγική αντινομία. Ενώ όλοι οι άνθρωποι γεννώνται με κλάματα, κανείς ωστόσο δεν πεθαίνει με γέλια…

Είναι δε τρομερό να σκέπτεται κανείς πόσο περιορισμένος είναι ο χρόνος της ζωής, όταν για παράδειγμα ένας άνθρωπος 70 περίπου χρόνων, έχει περάσει από αυτά τα 29 χρόνια στο κρεβάτι, αν υποτεθεί ότι κοιμάται 8 ώρες το 24ωρο, κατά μέσον όρο. Και 9 περίπου χρόνια τρώγοντας, αν υποτεθεί ότι διαθέτει καθημερινώς ένα 3ωρο για φαγητό, κατά μέον όρο. Ητοι δηλαδή 38 χρόνια από τα 70 της όλης ζωής του,πλέον του ημίσεος, θεωρούνται “χαμένα”. Από τα υπόλοιπα 32 περίπου χρόνια, τα 10 χρόνια τουλάχιστον διατίθενται για σπουδές.

Ετσι, όλη η ζωή, νοουμένη ως κίνηση και δράση, περιορίζεται από τα 70 στα 24 μόλις χρόνια. Και αν αφαιρεθεί από αυτά η βρεφική ηλικία και το….γήρας, τότε τι απομένει;

Μπροστά σ’ αυτή τη σκληρή πραγματικότητα, το συμπέρασμα είναι ότι η ζωή μας είναι πάρα πολύ μικρή, για να καταγίνεται κανείς με μικροπράγματα και μικρότητες γενικότερα. Είναι προυπόθεση όλων των άλλων αγαθών και φυσικά το πρώτο αγαθό, αλλά όχι και το ύψιστο. Διότι “Ούκ επ’ άρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος”. Γι’αυτό η μεγαλύτερη “έγνοια” του ανθρώπου είναι πως θα ζήσει περισσότερο και καλύτερα. Εξ’ αυτού και ο κανόνας: ” Τον βίον οικονόμει”, δηλαδή μη σπαταλάς άδικα τη ζωή σου.

Εξάλλου, ο θάνατος ως σκιά της ζωής και πραγματικότητα αντικειμενική, όχι μόνo δεν επιδέχεται επανόρθωση, όπως όλα τα πράγματα στη ζωή ή σχεδόν όλα, αλλά είναι και ο μόνος που εξισώνει όλους. Η δε παραδοξότητα του έγκειται στο ότι δεν είναι βίωμα του αποθανόντος, αλλά εκείνων οι οποίοι συνόδευσαν τον νεκρό κατά την πορεία προς τον τάφο, όπου οι αδιάφοροι αρχίζουν τη συζήτηση και το “κουτσομπουλιό”,ενώ οι άλλοι θλιμμένοι παύουν να τους ακούν και τους αποχωρίζονται. Υπό το κράτος της νεκρώσιμης ακολουθίας συγκλονίζονται κυριολεκτικώς, από το βίωμα της ζωής, που δημιουργεί ο θάνατος του συνανθρώπου, συγγενούς ή μη. Και το συμπέρασμα που πίπτει ως ώριμος καρπός στη συνείδηση: “Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα”. Και τότε τι απομένει; Κόνις, τέφρα και σκιά!

Τελικά, όλο το ύψος μας είναι ο επιούσιος άρτος μας. Τα όριά μας μια τεφροδόχος!

Εδώ και μόνο επέρχεται η εξίσωση. Και από εδώ η απορία, που εκφράζεται έντονα μπροστά στα “οστά τα γεγυμνωμένα” με το τραγικό βίωμα. “Αρα τις έστι βασιλεύς ή στρατιώτης ή πλούσιος ή πένης, ή δίκαιος ή μαρτωλός”. Ολο δε αυτό το τραγικό βίωμα συνιστά το έναυσμα του φιλοσοφικού πυρσού, στην προσπάθεια να ρίψει φως στο ανθρώπινο ερώτημα της Σφιγγός, υπό την ένοια: Ποιός είμαι; Από που έρχομαι; Που πηγαίνω;

Είναι το αίνιγμα “Τι είναι ο άνθρωπος”, στη διασταύρωση του τρισαδιάστατου χρόνου: Παρελθόν-Παρόν-Μέλλον, με την αιωνιότητα που ταυτίζεται με το υπέρκοσμο, το υπέρχρονο, το θείο. Γι’ αυτό εκείνος που αγαπά τη ζωή του,δεν σπαταλά τον χρόνο, επειδή από αυτόν είναι καμωμένη η ζωή. Η θέση αυτή αναμφίβολα συνδέεται με την Παιδαγωγική, με τον τονισμό του δυναμισμού υποκειμένου και αντικειμένου, πράξης και αξίας, συνείδησης και ιδεώδους. Και βέβαια με την έξαρση της αλληλεξάρτησης ατόμου και κοινωνίας, ατομικότητας και ιστορίας. Με την “αυτενεργό μάθηση”.

Η φιλοσοφία του θανάτου επαναφέρει εναργώς τη φιλοσοφία της ζωής. Είναι βέβαια αλήθεια ότι προέχει κανείς να μάθει να ζει και ύστερα να φιλοσοφεί. Να ζει την κάθε στιγμή, ακόμα και την υποψία της στιγμής. Γιατί, χωρίς να έχουν γεράσει τα πάθη του, ο ίδιος “αχθοφόρος” ανούσιων πραγμάτων, εθισμών και αντιδράσεων, θα ακούει τα βήματά του μέσα στο χρόνο να χάνονται, σαν τον υπόκωφο κρότο μια παλιάς μηχανής που αγκομαχάει, σαν να είναι ένας κάποιος κανείς, επιστρέφοντας στη μακρόκοσμη μήτρα του…