του Mητροπολίτη Σύρου κ. Δωρόθεου, από το ένθετο της Δημοκρατίας για την Ορθοδοξία
Ζώντας στον εικονικό κόσμο της τηλεοπτικής και διαφημιστικής πραγματικότητας και μέσα στη δίνη της απαιτητικής και συχνά δύσκολης καθημερινότητας, υψώσαμε τείχη μεταξύ των ηλικιών και απορρίψαμε από τη ζωή μας αυτούς που μας έδωσαν τη ζωή και αγωνίστηκαν στη ζωή και για τη ζωή, τους ηλικιωμένους.
Πολλά συμβάλλουν στο να χαρακτηριστεί η εποχή και η κοινωνία μας εξόχως προς τους ηλικωμένους εχθρική και ουσιαστικά ρατσιστική, εφόσον ανέχεται ή και υποθάλπει νοοτροπίες και πρακτικές που περιθωριοποιούν μία από κάθε άποψη ευαίσθητη ομάδα πληθυσμού.
Μια ομάδα πληθυσμού που, σύμφωνα με το κυρίαρχο τεχνοκρατικό πνεύμα, δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα, αλλά με τις αυξημένες ανάγκες της θεωρείται τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη…
Ο Ξενοφών στα Απομνημονεύματά του αναφέρει νόμο των Αθηναίων, σύμφωνα με τον οποίο απαγορευόταν η άσκηση δημόσιου λειτουργήματος σε όσους δεν είχαν προηγουμένως εκπληρώσει το χρέος τους προς τους γέροντες γονείς τους. «Η πόλις, εάν τις γέροντας γονέας μη θεραπεύη, δίκην αυτώ επιτίθησι και αποδοκιμάζουσα ουκ εά άρχειν».
Ενα εντυπωσιακό κείμενο της Σοφίας Σειράχ εξαρτάτην ευημερία και την ευλογία στη ζωή από τον σεβασμό προς τους γονείς. Ηαδιαφορία και η αμέλεια προς αυτούς εξευτελίζει τα παιδιά, δεν τους περιποιεί τιμή.
Ακόμη και αν χάσουν οι γονείς τη λογική και τη σύνεση και «ξαναμωραθούν», όπως θαλέγαμε σήμερα, πρέπει να τυγχάνουν συγγνώμης και τιμής. Αυτός που τιμά τουςγονείς θα τιμηθεί και ο ίδιος από τα παιδιά του. Λογίζεται ως βλάσφημος αυτός πουεγκαταλείπει τον πατέρα του και ως καταραμένος από τον Θεό αυτός πουστενοχωρεί τη μητέρα του.
Η Εκκλησία στην επί Γης πορεία της, ακολουθώντας το παράδειγμα του Χριστού και των Αποστόλων, αντιμετώπισε το γήρας με παραδειγματικό και υπερβάλλοντα σεβασμό, για την αντιμετώπιση δε των ενδεών και ασθενών γερόντων, που δεν είχαν συγγενικά πρόσωπα, ανέπτυξε για πρώτη φορά στην Ιστορία σε οργανωμένη μορφή τον θεσμό των γηροκομείων ανάμεσα στο πλήθος των άλλων φιλανθρωπικών καταστημάτων, στην ίδρυση των οποίων πρωτοπόρησε και πρωταγωνίστησε.
Ιδιαίτερα στις χαλεπές τούτες εποχές, της ατομικής και συλλογικής οικονομικής ανέχειας και δυσπραγίας, η Εκκλησία, με τα Ιδρύματα Προστασίας Γήρατος, καλύπτει το μεγάλο αυτό κοινωνικό και ηθικό έλλειμμα της κοινωνίας μας, προσφέροντας στέγη, περίθαλψη, τροφή και προστασία σε ανθρώπους, οι οποίοι, στη δύση της ζωής τους, αντιμάχονται με τον εφιάλτη της απόρριψης και της μοναξιάς, εγκαταλειμμένοι από τους οικείους τους και από την οργανωμενη κοινωνία, το κράτος!
Πρόκειται για μια αδιαμφισβήτητη και αναντίρρητη πραγματικότητα, που όμως δεν τυχαίνει της αντίστοιχης, αν όχι επιβράβευσης, τουλάχιστον αναγνώρισης.
Δυστυχώς το επί δεκαετίες απόν από την κοινωνική αυτή δραστηριότητα κράτος αντιμετωπίζει τα ιδρύματα της Εκκλησίας ως κοινές επιχειρήσεις και τους επιβάλλει εξοντωτική, άδικη και ανελαστική φορολογία, ενώ απειλεί με δίκες και καταδίκες όσους επιλέγουν και επιμένουν να μην πετάξουν στον δρόμο τους γέροντες και τις γερόντισσες, εγκαινιάζοντας σύγχρονους Καιάδες…
Βέβαια, φιλανθρωπία και κοινωνική πρόνοια και ευποιία, για την οποία τόσος λόγος γίνεται σήμερα, ασκήθηκαν αθόρυβα και αποτελεσματικά επί αιώνες από την Εκκλησία, όχι απλώς ως κάποιων κοινωνικών αναγκών και πληγών θεραπεία, αλλά ως ανταπόκριση στο θείο θέλημα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ούτε προϋποθέτει και τη σταύρωση της Εκκλησίας και των εκπροσώπων της!
ΠΗΓΗ: amen.gr