Η 29η Μαΐου του 1453, αποτελεί την αποφράδα ημέρα για όλο το Γένος για όλη την Ρωμηοσύνη. Την ημέρα εκείνη ακούστηκε μέσα στην άμοιρη Πόλη το “εάλω η Πόλις”. Από τότε αρχίζει μια άλλη περίοδος για την Εκκλησία αλλά και για όλη την Ρωμηοσύνη.
Αυτή όμως η κατάσταση, δεν άφησε την Εκκλησία ασυγκίνητη. Πίστευε ότι, αυτό πού θα μπορούσε να κρατήσει το Γένος όρθιο και γεμάτο με ελπίδες, ήταν η παιδεία. Έτσι η Εκκλησία στο πρόσωπο της Πρωτοθρόνου Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου, αναλαμβάνει αυτό το τιτάνιο έργο.
Ο πρώτος Πατριάρχης μετά την Άλωση, Γεννάδιος ο Σχολάριος, ανασυγκροτεί την παλαιά Ακαδημία του Βυζαντίου, η οποία εξελίχτηκε σε Σχολή. Είναι η σημερινή Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή, το αρχαιότερο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα του Γένους μας. Πρώτος Διευθυντής της Σχολής του Γένους, ήταν ο Ματθαίος Καμαριώτης.
Μετά την δημιουργία της Πατριαρχικής Μεγάλης του Γένους Σχολής, οι Μητροπολίτες και οι Επίσκοποι του Θρόνου, αναλαμβάνουν την ίδρυση σχολείων στις επαρχίες τους. Εκτός από την Πόλη, σχολεία κάτω από την επίβλεψη της Εκκλησίας και του Πατριαρχείου γενικά, ιδρύονται στην Δημητσάνα, στην Σμύρνη, στην Αδριανούπολη, στην Θεσσαλονίκη, στην Άίνο, στην Στενήμαχο, στις Σαράντα Εκκλησιές, στην Πάτμο, στην Καλλίπολη, στα Ιωάννινα και αλλού. Όλες αυτές βέβαια οι ενέργειες, οφείλονταν στην απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου μας, επί της Πατριαρχείας του Ιερεμίου του Β’ του Τρανού (α’ 1572 -1579, β’ 1580, 1584, γ’ 1587 – 1595). Μάλιστα η απόφαση της Συνόδου όριζε τα εξής: “Ώρισεν η Αγία Σύνοδος έκαστον Επίσκοπον εν τη εαυτού παροικία φροντίδα και δαπάνην την δυναμένην ποιείν, ώστε τα θεία και ιερά γράμματα δύνασθαι διδάσκεσθαι”.
Κύριο χαρακτηριστικό αυτών των σχολείων, ήταν η εκμάθηση της ελληνικής γλώσσης. Αυτό γινόταν μέσα από τα εκκλησιαστικά κυρίως βιβλία, χωρίς να αποκλείονται και άλλα όπως των αρχαίων ελλήνων συγγραφέων, και η διδασκαλία της ελληνικής ιστορίας.
Μετά τον 17ο – 18ο αιώνα, όπου τα οικονομικά ήταν καλλίτερα, και πάλι η Εκκλησία είναι αυτή πού πρωτοστατεί στην ίδρυση σχολείων. Τη εποχή εκείνη ιδρύεται από την Ιερά Μονή Βατοπαιδίου η Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία, η οποία λειτουργεί μέχρι και σήμερα στο Άγιον Όρος. Οι Ιερές Μονές Βατοπαιδίου, Ξηροποτάμου και Παντοκράτορος του Αγίου Όρους, ενίσχυσαν οικονομικά την Σχολή της Ιερισσού δίδοντας 208 γρόσια, 15 λίρες Τουρκίας και 182 γρόσια.
Το Καστρομονάστηρο της Πάτμου, προβαίνει στην ίδρυση της Πατμιάδος Εκκλησιαστικής Σχολής, η οποία επίσης λειτουργεί μέχρι και σήμερα, ενώ σχολείο ιδρύεται και στην Ιερά Μονή της Αγίας Αναστασίας στα Βασιλικά της Χαλκιδικής, το οποίο σήμερα είναι κλειστό.
Η ανακάλυψη της Τυπογραφίας, ασφαλώς και δεν άφησε ασυγκίνητη την Μεγάλη Εκκλησία. Ο Πατριάρχης Κύριλλος ο Λούκαρις (α’ 1612, β’ 1620 – 1623, γ’ 1623 – 1633, δ’ 1633 – 1634) ιδρύει τυπογραφείο στο Πατριαρχείο, αλλά δυστυχώς ο άδικος και σκληρός θάνατός του, σταμάτησε απότομα την προσπάθεια αυτήν.
Τα Μοναστήρια του Αγίου Όρους, της Αγίας Αναστασίας, του Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω, της Πάτμου, των Μετεώρων και άλλα, γίνονται τόπος συγκεντρώσεως πολλών χειρογράφων των κλασσικών συγγραφέων, αλλά και των πατέρων της Εκκλησίας.
Σπουδαίοι Εκκλησιαστικοί άνδρες στα χρόνια εκείνα, είτε σπούδασαν στα σχολεία αυτά, είτε δίδαξαν σε αυτά, είτε τα ίδρυσαν, ήταν οι Οικουμενικοί Πατριάρχες Γεννάδιος ο Σχολάριος, Κύριλλος Λούκαρης, Γρηγόριος ο Ε’ , Μανουήλ Χανζερής, οι Πατριάρχες Ιεροσολύμων Άνθιμος και Δοσίθεος, αλλά και Επίσκοποι όπως , ο Γέρων Εφέσου Δανιήλ, ο Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος, οι Αρχιμανδρίτες Γρηγόριος Σίφνιος, οι Μοναχοί Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, Κοσμάς ο Αιτωλός και Μάξιμος Γραικός, ο Ευγένιος Γιαννούλης, Ευγένιος Αιτωλός, Μοναχός Αγάπιος Λάνδος (1600 – 1670), ο Μέγας Ιεροκήρυξ της Μεγάλης Εκκλησίας Αγάπιος Λεονάρδος και άλλοι.
Τα δύο σπουδαία Σουλτανικά Φιρμάνια το Χάτι Σερίφ του Γκιουλχανέ που εκδόθηκε το 1839, και το Χάτι Χουμαγιούν το 1856 από τον Σουλτάνο Αβδούλ Μετζίτ (1839 – 1876 ), δίνει άλλη ώθηση στην Παιδεία. Μόνο στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, λειτουργούσαν 10 ελληνικά σχολεία τόσο στην περιοχή του Αγίου Αθανασίου επί της Εγνατίας, όσο και στην Ιερά Μονή Βλατάδων, με 2.200 μαθητές και 44 καθηγητές. Η συντήρηση των σχολείων αυτών γινόταν από τα παγκάρια των εκκλησιών, από κληροδοτήματα, από δωρεές και από τους δίσκους, ενώ στο Σανζάκι των Σερρών, στο σχολείο που λειτουργεί κάτω από την επίβλεψη του Μητροπολίτου Σερρών Ματθαίου και διδάσκει ο γνωστός Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονομών, επιβάλλεται ένας φόρος σε κάθε φορτίο βάμβακος.
Η προσφορά της Εκκλησίας στα χρόνια εκείνα ήταν μεγάλη και ασφαλώς σε ένα άρθρο δεν αναλύεται και δεν μπορεί να αναφερθεί όλο αυτό το έργο. Το πόσο σημαντικό ήταν αυτό το έργο, φαίνεται και από την ρήση του αειμνήστου μεγάλου πολιτικού και ακαδημαϊκού Παναγιώτου Κανελλοπούλου, πού αναφέρει τα εξής σχετικά με την προσφορά του κλήρου στην παιδεία και ιδιαιτέρως για την περιοχή της Μακεδονίας μας: “Έτρεξαν ευτυχώς πολλοί. Αλλά δεν θα υπήρχε τόπος, όπου θα μπορούσαν να τρέξουν, αν η παιδεία και η Εκκλησία δεν είχαν κατορθώσει, πρίν από 1903, να διατηρήσουν την γή της Μακεδονίας ελληνική, ικανή να υποδεχτεί αργότερα και ν’ αγκαλιάσει τους παραπάνω από εξακόσιες χιλιάδες πρόσφυγες, πού ξεριζώθηκαν από άλλες πανάρχαιες εστίες του Ελληνισμού”.
ΠΗΓΗ: www.amen.gr